Μόλις βάλεις το ακατανόμαστό σου μέσα στα ζεστά τους, όχι δεν επιβεβαιώνεσαι ότι είσαι άντρας. Ούτε ότι σου ανήκει ενα ζεστό δικό τους ακατανόμαστο. Αν και ποτέ δεν κατάλαβα γιατί πρέπει να ντρεπόμαστε να πουμε τα πράγματα με το όνομά τους, μα αντίθετα να τους το στερούμε από μια κοινωνικά επιβεβλημένη σεμνοτυφία. Ας είναι όμως.
Στο προκείμενο:
Οι άνθρωποι ειναι καρδιές, όχι με την έννοια αυτής της ακούραστης αντλίας αίματος στο στέρνο του κάθε πλάσματος, μα με την έννοια του έλλογου έρωτος, του ψυχικού δανείου, το δώρισμα του μέσα τους.
Αυτό είναι η συνουσία, το ξετύλιγμα ενός δώρου ψυχής. Συνήθως έστω.
Όσο περισσότερο αναγνωρίζεις το ξετύλιγμα του δώρου, τόσο περισσότερο κτητικός γίνεσαι, ή και κτητική αντίστοιχα. Σου αρέσουν τα δώρα, όπως μας έμαθαν οι γονείς μας από παιδιά, ναι αυτό το κομμάτι ψυχής ειναι δικό της, ειναι δικό του, ειναι δικά τους. Των δυο ανθρώπων και κανενός άλλου. Δεν είναι συναλλαγή, ειναι μοιρασιά και χάρισμα. Πρόσεξε, χάρισμα, όχι τζαμπα και δεδομένο. Χάρισμα απο κατι που έχει ανεκτιμητη αξία.
Αυτό είναι η συνουσία, η επιβεβαίωση ότι αυτό το ανεκτίμητο, δόθηκε εκεί που θέλαμε να δοθεί.
Γι αυτό και δεν πρέπει να έχει και χρηματικό τίμημα, να πωλείται και να αγοράζεται δίχως συναισθήματα. Γιατι έχει ήδη εγγενή αξία ανεκτίμητη, η οποία με την αγοραπωλησία απομειώνεται σφοδρώς.
Πολύπλοκο, εντούτοις τόσο απλό.