Σάντορ Πέτοφι
Ο Τρελός (1846)
—— Τι με ενοχλείτε ρε;
Ξεκουμπιστείτε από εδώ!
Καταπιάστηκα με ένα γιγάντιο έργο. Βιάζομαι.
Πλέκω μαστίγιο, φλεγόμενο μαστίγιο από τις ακτίνες του ηλίου.
Θα μαστιγώσω τον κόσμο!
Θα βογκάνε κι εγώ θα γελάω,
Όπως γελούσαν όταν εγώ βογκούσα.
ΧΑΧΑΧΑ!
Έτσι είναι η ζωή! Βογκάμε και γελάμε.
Αλλά ο θάνατος λέει: σουτ!
Μια φορά πέθανα κι εγώ.
Έβαλαν δηλητήριο στο νερό μου,
Αυτοί που ήπιαν το κρασί μου.
Και τι έκαναν οι δολοφόνοι μου,
Για να καλύψουν το έγκλημά τους;
Όταν κειτόμουνα ανάσκελα στο φέρετρο:
Έσκυψαν πάνω μου χύνοντας δάκρυα.
Θα ήθελα να αναπηδήσω
Και να δαγκώσω τις μύτες τους.
Αλλά ας μην τις δαγκώσω! Σκέφτηκα,
Ας έχουν μύτες να μυρίζουν
Όταν θα σαπίζω και να πνιχτούν από τη μπόχα.
ΧΑΧΑΧΑ!
Και που με έθαψαν; Στην Αφρική.
Ήμουνα τυχερός,
Γιατί μια ύαινα με ξέθαψε από τον τάφο μου.
Αυτό το ζώο ήταν ο μοναδικός ευεργέτης μου.
Τον απάτησα όμως κι αυτόν.
Αυτός ήθελε να φάει το μπούτι μου.
Εγώ του έδωσα την καρδιά μου,
Κι ήταν τόσο πικρή που ψόφησε.
ΧΑΧΑΧΑ!
Όπως και να’ χει, αυτά παθαίνει
Όποιος πάει να κάνει καλό στους ανθρώπους. Τι είναι ο άνθρωπος;
Λένε: ρίζα ανθού,
Που ανθίζει ψηλά στους ουρανούς.
Αλλά αυτό είναι ψέμα.
Ο άνθρωπος είναι ανθός που έχει τις ρίζες του
Κάτω στην κόλαση.
Ένας σοφός μου το δίδαξε αυτό,
Που ήταν μεγάλος τρελός γιατί πέθανε από την πείνα.
Γιατί δεν έκλεβε; Γιατί δεν λήστευε;
ΧΑΧΑΧΑ!
Αλλά τι γελάω σαν ένας τρελός;
Αφού θα έπρεπε να κλαίω,
Να θρηνώ με την κακία του κόσμου.
Κι ο θεός ο ίδιος με τα συννεφιασμένα μάτια του,
Συχνά θρηνεί που τον έπλασε.
Αλλά σε τι ωφελούν τα δάκρυα του ουρανού;
Πέφτουν στη γη, στην αισχρή γη,
Όπου οι άνθρωποι τα ποδοπατάνε,
Και τι θα γίνουν,
Τα δάκρυα του ουρανού; … λάσπη.
ΧΑΧΑΧΑ!
Αχ ουρανέ, ουρανέ, μοιάζεις με απολυμένο γέρο στρατιώτη,
Το παράσημο στο στήθος σου είναι ο ήλιος,
Και τα ρούχα σου, τα κουρελιασμένα τα σύννεφα.
Χμ, έτσι απολύουν τον γέρο στρατιώτη,
Η αμοιβή για τη μακρόχρονη υπηρεσία
Είναι ένα παράσημο και τα κουρελιασμένα ρούχα.
ΧΑΧΑΧΑ!
Και ξέρετε τι σημαίνει στην ανθρώπινη γλώσσα
Όταν το ορτύκι λέει: πίτιπαλατ;
Σημαίνει να αποφεύγεις τις γυναίκες!
Η γυναίκα έλκει τους άνδρες,
Όπως η θάλασσα τα ποτάμια.
Γιατί; Για να τα καταβροχθίσει.
Είναι ωραίο ζώο το θηλυκό ζώο,
Ωραίο κι επικίνδυνο.
Δηλητηριώδες ποτό μέσα σε χρυσό ποτήρι.
Αχ σε ήπια, έρωτα!
Μια σταγόνα από εσένα είναι πιο γλυκιά,
Από τη θάλασσα που έγινε μέλι.
Όμως μια σταγόνα από εσένα είναι πιο δολοφονική,
Από τη θάλασσα που έγινε δηλητήριο,
Έχετε δει τη θάλασσα,
Όταν τη σκάβει η θύελλα
Σπέρνοντας το σπόρο του θανάτου;
Έχετε δει τη θύελλα,
Τον σκουρόχρωμο αυτόν αγρότη,
Με το ραβδί που βγάζει αστραπές στο χέρι του;
ΧΑΧΑΧΑ!
Όταν ωριμάσει το φρούτο: πέφτει από το δέντρο.
Είσαι ώριμο φρούτο, γη, ήρθε η ώρα να πέσεις,
Θα περιμένω μέχρι αύριο.
Αν η μέρα της τελευταίας κρίσης δεν έρθει ούτε αύριο:
Θα σκάψω τη γη μέχρι το κέντρο της,
Θα πάρω μαζί μου μπαρούτι
Και θα την ανατινάξω … ΧΑΧΑΧΑ!