Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 3,070 μηνύματα.
![Ημερομηνία Ημερομηνία](images/general/calendar.png)
19-07-23
![Ώρα Ώρα](images/general/clock.png)
14:07
Κατάλογοι. 1
Είναι όλα έτοιμα.
Από πολύ καιρό αλλά δεν φαίνονται. Ποτέ δεν χάνεται αυτό που υπάρχει στην αφάνεια. Η αφάνεια δεν καταλύεται ποτέ. Καταλύει καθετί που την κρύβει και διαψεύδει με την έκρηξή της το ορατό, το απτό και το βρώσιμο...
Όραμα φρίκης επάνω από την άσφαλτο,
μ’ ένα άγριο φτυάρι μπηγμένο στα νεφρά της πόλης έτοιμο να σκάψει τον ομαδικό τάφο.
Ατέλειωτες συνάξεις ανθρώπων. Πεζοπορίες χωρίς ύπνο, χωρίς καθόλου να πατούν στο χώμα, με το σώμα σαν αρχαία λόγχη,
χωρίς ν’ αγγίζονται, χωρίς βλέμματα, συνεπαρμένοι από τον πάταγο της αναμενόμενης βροντής.
Ένα γυμνό δρεπάνι θερίζει ζέοντα έντερα στον ουρανό.
Φήμες επερχόμενης επιδημίας θανάτων
ανεξακρίβωτης αιτίας.
Φοβούνται. Τρέμουν σαν τα φύλλα πεθαμένου δέντρου μέσα στη δυσεύρετη προέλευση ξυραφικού ανέμου.
Καταφεύγουν στην έπαρση, στην επέκταση, στον κυνισμό,
ακόμα και στην τρέλα, ακόμα και στη σιωπή,
καταφεύγουν ακόμα και στην ποίηση...
Φοβούνται. Ταξιδεύουν.
Ποζάρουν ντυμένοι ιππόγρυπες θριάμβου μπροστά σε νεκρούς φωτογράφους.
Τη νύχτα, όμως, μέσα στον ύπνο τους,
χτυπούν με τη γροθιά το στήθος ώσπου να το ματώσουν
γιατί το αμφίστομο όνειρο τους ψιθυρίζει στο πονεμένο σημείο του μυαλού
πως το πρωί, όταν ξυπνήσουν, πάλι θα βρουν
το ένας τους πόδι κομμένο σύρριζα με το πριόνι
και πεταμένο κάτω από το κρεβάτι.
Ανελέητο όνειρο. Ανελέητο σαν την ουσία όλων των ονείρων και σαν τη μεγάλη απουσία.
Σπασμοί όλων των φλοιών της γης...
Σπαρταράει το γένος των ανθρώπων
κρεμασμένο ανάποδα απ’ το διάφανο ταβάνι
απ’ όπου βλέπει την κτίση
σαν αιώνιο κύμα από ζέοντα έντερα
μέσα στον μαύρο ήλιο που σφυρίζει.
Ο εκκωφαντικός τριγμός των θεμελίων.
Το αίμα έχει αφηνιάσει μέσα στα σώματα,
η κούραση όμως κάνει το μυαλό να κλαίει απαρηγόρητα.
Το κλάμα του μυαλού, η υφήλιος γλώσσα.
Από τη συλλογή Κατάλογοι 1-4 (1980)
Δ. Δημητριάδης
Είναι όλα έτοιμα.
Από πολύ καιρό αλλά δεν φαίνονται. Ποτέ δεν χάνεται αυτό που υπάρχει στην αφάνεια. Η αφάνεια δεν καταλύεται ποτέ. Καταλύει καθετί που την κρύβει και διαψεύδει με την έκρηξή της το ορατό, το απτό και το βρώσιμο...
Όραμα φρίκης επάνω από την άσφαλτο,
μ’ ένα άγριο φτυάρι μπηγμένο στα νεφρά της πόλης έτοιμο να σκάψει τον ομαδικό τάφο.
Ατέλειωτες συνάξεις ανθρώπων. Πεζοπορίες χωρίς ύπνο, χωρίς καθόλου να πατούν στο χώμα, με το σώμα σαν αρχαία λόγχη,
χωρίς ν’ αγγίζονται, χωρίς βλέμματα, συνεπαρμένοι από τον πάταγο της αναμενόμενης βροντής.
Ένα γυμνό δρεπάνι θερίζει ζέοντα έντερα στον ουρανό.
Φήμες επερχόμενης επιδημίας θανάτων
ανεξακρίβωτης αιτίας.
Φοβούνται. Τρέμουν σαν τα φύλλα πεθαμένου δέντρου μέσα στη δυσεύρετη προέλευση ξυραφικού ανέμου.
Καταφεύγουν στην έπαρση, στην επέκταση, στον κυνισμό,
ακόμα και στην τρέλα, ακόμα και στη σιωπή,
καταφεύγουν ακόμα και στην ποίηση...
Φοβούνται. Ταξιδεύουν.
Ποζάρουν ντυμένοι ιππόγρυπες θριάμβου μπροστά σε νεκρούς φωτογράφους.
Τη νύχτα, όμως, μέσα στον ύπνο τους,
χτυπούν με τη γροθιά το στήθος ώσπου να το ματώσουν
γιατί το αμφίστομο όνειρο τους ψιθυρίζει στο πονεμένο σημείο του μυαλού
πως το πρωί, όταν ξυπνήσουν, πάλι θα βρουν
το ένας τους πόδι κομμένο σύρριζα με το πριόνι
και πεταμένο κάτω από το κρεβάτι.
Ανελέητο όνειρο. Ανελέητο σαν την ουσία όλων των ονείρων και σαν τη μεγάλη απουσία.
Σπασμοί όλων των φλοιών της γης...
Σπαρταράει το γένος των ανθρώπων
κρεμασμένο ανάποδα απ’ το διάφανο ταβάνι
απ’ όπου βλέπει την κτίση
σαν αιώνιο κύμα από ζέοντα έντερα
μέσα στον μαύρο ήλιο που σφυρίζει.
Ο εκκωφαντικός τριγμός των θεμελίων.
Το αίμα έχει αφηνιάσει μέσα στα σώματα,
η κούραση όμως κάνει το μυαλό να κλαίει απαρηγόρητα.
Το κλάμα του μυαλού, η υφήλιος γλώσσα.
Από τη συλλογή Κατάλογοι 1-4 (1980)
Δ. Δημητριάδης