Στην αρχή ο άνθρωπος ήταν ένα ον «σφαιρικό», με τέσσερα χέρια, τέσσερα πόδια και δύο πρόσωπα που κοίταζαν προς αντίθετες κατευθύνσεις αλλά ενωμένα στην κορυφή, σχημάτιζαν ένα κεφάλι.
Τα όντα αυτά ήταν ενός από τα εξής τρία «φύλα» (αν είναι δυνατό να χρησιμοποιηθεί η λέξη):
αρσενικό-αρσενικό, θηλυκό-θηλυκό και αρσενικό-θηλυκό.
Το πρώτο φύλο προερχόταν από τον ήλιο, το δεύτερο από τη γη και το τρίτο από τη σελήνη – «αστέρα» και ταυτόχρονα «γη». Ως τότε όμως
δεν υπήρχε ακόμα ούτε σαρκικός έρωτας ούτε η συναφής αναπαραγωγή. Αυτή γινόταν κυριολεκτικά με γονιμοποίηση του εδάφους.
Τα όντα αυτά ήταν κυρίαρχα και ισχυρά αρκετά ώστε να απειλούν τον ουρανό με επίθεση ή πολιορκία, όπως μαθαίνουμε από τις παλιές παραδόσεις για τους «γίγαντες».
Ως μέσο ασφάλειας ο Δίας τα έκοψε στη μέση από πάνω ως κάτω, έτσι που ο τρόπος αναπαραγωγής τους να είναι στο μέλλον σαρκικός.
Από τότε ο άνθρωπος αποτελεί μόνο το ήμισυ ενός ολόκληρου όντος· και κάθε τέτοιο ήμισυ περιφέρεται με την παθιασμένη επιθυμία να ξαναβρεί το συμπλήρωμά του και να ξανασμίξει μαζί του.
«Έρωτα» λοιπόν ονομάζουμε αυτόν τον πόθο συνένωσης με το χαμένο ήμισυ του αρχικού εαυτού μας· και κανένας δεν μπορεί βρει την ευτυχία όσο ο πόθος αυτός μένει ανεκπλήρωτος."
Πλάτων, Συμπόσιον, ο Λόγος του Αριστοφάνη 189a - 193d