Η νύχτα αυτή δεν έχει φεγγάρι.
Σε ένα νεκροταφείο, μια κάτοικος του Παλέρμο στέκεται μπροστά από έναν ανοιγμένο τάφο. Το φέρετρο μέσα είναι άδειο, και στην άκρη του έχει μείνει ένα κομματάκι ύφασμα, σημάδι ενός ανθρώπου που πάλεψε με τον θάνατο και νίκησε.
Η κάτοικος κοιτάζει τον τάφο και τρίβει τα χέρια της μεταξύ τους, τινάζοντας το χώμα από τις παλάμες της. Απέναντι, ένας νεκροθάφτης σκεπάζει έναν άλλο τάφο. Στρέφεται σε αυτόν και, διστακτικά, κάνει ένα βήμα προς το μέρος του.
"Ίσως να είχα άδικο".Άλλο ένα βήμα, λιγότερο διστακτικό. "Αν έκανα λάθος, ζητάω συγγνώμη".
Δεν απευθύνεται στον νεκροθάφτη, αλλά στο φρέσκο χώμα που σκεπάζει τον τάφο. Ωστόσο, ο νεκροθάφτης είναι που της απαντάει.
"Αν έκανες λάθος, φρόντισε να το διορθώσεις. Αλλιώς θα έρθει μεγάλο κακό, υπάρχει δυσάρεστος οιωνός ".
Το γαντοφορεμένο χέρι του νεκροθάφτη, εκείνο που δεν κρατάει το φτυάρι, δείχνει τον ουρανό. Τρία κοράκια κάνουν κύκλους χαμηλά. Μέχρι η κάτοικος να ξανακοιτάξει προς τη μεριά του νεκροθάφτη, εκείνος έχει εξαφανιστεί.
Κοιτάζει ξανά τον σκεπασμένο τάφο. "Όλες μου οι υποψίες κατέληγαν σε σένα. Ακόμα και όταν ανάγκαζα τον εαυτό μου να υποψιαστεί κάποιον άλλο, εκείνος συνδεόταν με κάποιον τρόπο μαζί σου. Σε υπερασπιζόταν. Σε βοηθούσε".
Όσο μιλάει, αισθάνεται μια σκιά πίσω της, αλλά δεν γυρνάει το κεφάλι. Συνεχίζει.
" Ίσως να έκανα λάθος για το ποιος είναι ένοχος. Ξέρω όμως σίγουρα ότι εκείνη ήταν αθώα, γι' αυτό την έφερα πίσω. Είχα βρει ποια ήταν, πιστεύω. Και έπρεπε να την επαναφέρω, παρότι ήξερα πως δεν θα με πίστευε ποτέ. Κι ας εξήγησα ότι δεν θα είχα τίποτα να κερδίσω αν ήμουν ένοχη".
Σταματάει, όταν αντιλαμβάνεται τη σκιά πίσω της. Μοιάζει με ομίχλη, και φαίνεται ακίνητη. Ακίνδυνη. Την αγνοεί.
" Όπως επίσης θεωρώ πως οι δύο κάτοικοι με τα ονόματα του ντετέκτιβ και του αγγέλου είναι αθώοι. Αν ήταν ένοχοι, δεν θα σου εναντιωνόντουσαν. Θα κρυβόντουσαν διακριτικά μέσα στο πλήθος των υποστηρικτών σου,όπως ακριβώς έκανε και ο πραγματικός ένοχος, αν δεν ήσουν εσύ. Ούτε και η κοπέλα εκείνη, που έλειπε από την πόλη για προσωπικούς λόγους είναι ένοχη".
Είναι η ιδέα της, ή πράγματι η ομίχλη έχει αρχίσει να κινείται; Απομακρύνεται περπατώντας από τον τάφο, συνεχίζοντας όμως να μιλάει σε όποιον είναι θαμμένος εκεί κάτω.
" Γιατί δεν είδατε, ούτε εσύ ούτε κανένας, ποιός έχει πληροφορίες; Έπρεπε απλά να ψάξετε κάποιον σχετικά σταθερό, κάποιον που δεν θα ταύτιζε τις απόψεις του με όποιον υποψιαζόταν"
Η ομίχλη την πλησιάζει όλο και περισσότερο, όλο και πιο γρήγορα. Αρχίζει να τρέχει, φωνάζοντας πλέον, ούτε η ίδια ξέρει σε ποιον. Στον κάτοικο που βρίσκεται μέσα στον τάφο, σε όλους; Μέσα στο σκοτάδι, δεν βλέπει ότι κατευθύνεται προς έναν ανοιχτό τάφο.
Γυρνάει απότομα καθώς η ομίχλη την ακουμπάει.
"Τώρα χρειάζεται..."
Η Ρίντερ παραπατάει και πέφτει μέσα στον τάφο.
"... τυμβωρυχία ".