Ποτέ δεν πίστευα πως αυτή η κατάσταση θα ήταν τόσο απρόσωπη, τόσο ψυχρή, σχεδόν εξωγήινη.
Είναι σαν συναισθηματική λοβοτομή. Το σοκ, η ζημιά που άφησε, ακόμα και αν δεν με ενδιαφέρει αν ζει και αναπνέει ή με ποιον είναι. Άφησε πίσω ένα άψυχο μηχάνημα που δε νοιάζεται να νιώσει.
Δεν το περίμενα ποτέ ότι θα με έβλεπα έτσι.
Και το λέω με μια λύπη από τη μια για τον εαυτό που έχασα, τις φιλοδοξίες μου, τις αφελείς ευαισθησίες μου.
Αλλά και μια χαρά από την άλλη, για τον εαυτό που κρυβόταν, τον ψυχρό, άνιωθο, ωμό, αναπολογητικό, αμετανόητο, σχεδόν απάνθρωπο.
Έρχεται με ένα τίμημα όλο αυτό, ειδικά τα βράδια, τις περασμένες ώρες, που απορείς "ποιός έγινα; Πως έφτασα εδω; Τι κάνουμε τώρα;"
Αλλά σχεδόν αυτόματα σε παίρνει από το χέρι αυτός ο κρυμμένος εαυτός ξανά και κόβεται αυτή η ευαίσθητη περσόνα πριν καν προλάβει να ξανα-αναδυθεί και να σε επηρεάσει. Σε παίρνει το αγρίμι από το χέρι και σε βάζει για μια ακόμη μέρα στον ίσιο δρόμο.
Και όλα είναι πιο ήρεμα, πιο πειθαρχημένα, για λίγες ώρες ακόμα, μια ημέρα ακόμα.
Μην προσπαθείς να με πείσεις ότι δεν έχω σκοτάδι, κι ότι είμαι καλό παιδί. Ήμουν καλό παιδί, αλλά μου το γάμησαν χωρίς να έχει κάνει κάτι.
Επειδη λοιπόν κάποια στιγμή σε γαμάνε τόσο άσχημα που πέφτει ένας διακόπτης στον εγκέφαλο κι αλλάζουν όλα, μετά βλέπεις τα πάντα σαν τροφική αλυσίδα. Η τρως ή σε τρώνε.
Δεν έχει μα μου. Survival mode. Ανελέητος, αναπολογητικός, και πάντα "δεν επιτρέπεται να νιώθεις τίποτα για άνθρωπο, ποτέ ξανά"
Δεν μπορούν να σου κομματιάσουν ξανά κατι, αν αυτη τη φορά έχεις προνοησει και το έχεις ξηλώσει, get rid of your weaknesses and they cannot exploit you anymore.