
24-01-21

00:06
Κάποιες φορές λένε πως πρέπει να αδειάζει πρώτα η ψυχή, αρκετά για να κάνει χώρο να έρθει το κατάλληλο άτομο που θα τη γεμίσει ξανά με έρωτα όπως γεμίζει με φως μια σκοτεινή γωνιά που τόσο καιρό παγωμένη στεκόταν περιμένοντας το φως του Ήλιου.
Ήλιος και Θεος μαζί, σε κάθε σου λέξη, με μεθάς τις στιγμές που το μυαλό μου διψούσε για σένα, το ένα και κατάλληλο κλειδί που θα ξεκλειδώσει όλη τη δύναμή μου ξανά και θα με κάνει να μη φοβάμαι να αναπνέω, να σηκώνομαι, να παλεύω. Κι από τη χιλιοτσακισμένη μου πλάτη με το άγγιγμά σου, γιάτρεψες μια μια τις πληγές κι έβγαλες ένα ένα τα μαχαίρια που με τόση άνεση η ζωή μου κάρφωσε.
Κι εγω πια δικός σου με την αναμονή γλυκιά, την καρδιά τρεμάμενη και το μυαλό να τρέχει, κι εγω ναι δικός σου, άκουσέ το καλά, να ζητώ τα όλα σου, να ζητώ το κάθετί δικό σου, φωτιά να του βάλω, φωτιά να καλύψει εμένα κι εσένα, φωτιά τους δυο μας αγκαλιά και τα χείλη σου να ψιθυρίζουν μόνο τ όνομά μου. Φωτιά τέτοια, που ούτε όλες οι θάλασσες του κόσμου δε θα μπορούν να σβήσουν κι οι Άνθρωποι θα ζηλέψουν τόσο την λάμψη της που ως άλλοι Δαίδαλοι θα την πλησιάζουν και θα λιώνουν τα φτερά τους.
Κι εμείς, το κέντρο της, μαζί, δυο σώματα ένα, δυο ψυχές κολλημένες στη ροή του Χρόνου, μια έκρηξη σιωπηλή που θα παρασύρει τα πάντα στο πέρασμά της σε μια ανύποπτη στιγμή. Δε μετανιώνω αν αύριο δεν υπάρξει τίποτα γύρω μου για ν' αντικρύζω, γιατί το μόνο που χορταίνει το βλέμμα μου, είσαι Εσυ.
Ήλιος και Θεος μαζί, σε κάθε σου λέξη, με μεθάς τις στιγμές που το μυαλό μου διψούσε για σένα, το ένα και κατάλληλο κλειδί που θα ξεκλειδώσει όλη τη δύναμή μου ξανά και θα με κάνει να μη φοβάμαι να αναπνέω, να σηκώνομαι, να παλεύω. Κι από τη χιλιοτσακισμένη μου πλάτη με το άγγιγμά σου, γιάτρεψες μια μια τις πληγές κι έβγαλες ένα ένα τα μαχαίρια που με τόση άνεση η ζωή μου κάρφωσε.
Κι εγω πια δικός σου με την αναμονή γλυκιά, την καρδιά τρεμάμενη και το μυαλό να τρέχει, κι εγω ναι δικός σου, άκουσέ το καλά, να ζητώ τα όλα σου, να ζητώ το κάθετί δικό σου, φωτιά να του βάλω, φωτιά να καλύψει εμένα κι εσένα, φωτιά τους δυο μας αγκαλιά και τα χείλη σου να ψιθυρίζουν μόνο τ όνομά μου. Φωτιά τέτοια, που ούτε όλες οι θάλασσες του κόσμου δε θα μπορούν να σβήσουν κι οι Άνθρωποι θα ζηλέψουν τόσο την λάμψη της που ως άλλοι Δαίδαλοι θα την πλησιάζουν και θα λιώνουν τα φτερά τους.
Κι εμείς, το κέντρο της, μαζί, δυο σώματα ένα, δυο ψυχές κολλημένες στη ροή του Χρόνου, μια έκρηξη σιωπηλή που θα παρασύρει τα πάντα στο πέρασμά της σε μια ανύποπτη στιγμή. Δε μετανιώνω αν αύριο δεν υπάρξει τίποτα γύρω μου για ν' αντικρύζω, γιατί το μόνο που χορταίνει το βλέμμα μου, είσαι Εσυ.