Μοιραζόμαστε ποιήματα

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.



Ένα πρωί βρήκα τη θάλασσα αλλαγμένη

Κάτι βαθύ
σκέφτετʼ η θάλασσα,
κι ακινητεί.
– Της πέταξα μια πέτρα
κι άλλη μία
δεν ταράχτηκε˙
μόνο τις τράβηξε αργά πέρʼ απʼ την όραση
κʼ έκλεισε πάλι. –
Παράξενη ησυχία-απειλητική.
Τίποτα δεν κινείται.
Μόνο τα βότσαλα
αδιόρατα ριγούν
και μυρμηγκιάζουν,
λες κι ακουμπάει
τα λεία πρόσωπά τους
κάτι κακό και σιχαμένο κι όλο χνούδι,
και τα φύκια,
πατημένα ανασαίνουν,
μισά χλωρά, μισά γιομάτʼ αλάτι,
σαν τα μαλλιά του πεθαμένου
που μεγαλώνουν λίγο ακόμη.
Ανεξήγητο τοπίο.
Αβάστακτος κόσμος, ορυκτός,
πάμε να φύγουμε, ψυχή μου.

Κώστας Σοφιανός
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

DrStrangelove

Περιβόητο μέλος

Ο DrStrangelove αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Μοντέλο. Έχει γράψει 5,311 μηνύματα.
Ο Λαπαθιώτης ποτέ δεν μ'άρεσε, έχω σημαδέψει όμως σ'ένα βιβλιάρακι τα εξής τρία συγκινητικά, ρεαλιστικά και "ζημιογόνα" του που δεν τα χορταίνω :

Διάμεσο

Κι ήθελα να κάνω κάτι, όπου να μην το κάνεις Συ,
κι ούτε ποτέ Σου ναν το κάνεις. 'Οποιος κι αν είσαι.
Να είναι μέσα μου η Ψυχή των 'Ολων, τ'Αρνιού
και του Φιδιού η Ψυχή
Και Κείνου, που, για δικιά του Απόλαψη,
το μαχαίρι κόκκινο το βάφει.

Από "Τα κιονόκρανα συντρίμμια"
περιοδικό Ο Νουμάς, 24/3/1912
________

Μια περηφάνεια με στυλώνει ακόμα....
Σα φίδια με λοξοκοιτάνε οι άλλοι
μα εγώ δε χαμηλώνω το κεφάλι,
ώσπου να με σωριάσουνε στο χώμα...
Μια περηφάνια με στυλώνει ακόμα.
Κύλησε απάνω μου μια μαύρη ρόδα
και σκότωσε όλα μου, όλα μου τα ρόδα
κι έκανε την πικρή καρδιά μου λιώμα

Μια περηφάνια με στυλώνει ακόμα


Τ'άλφα και τ'ωμέγα

Το Χάος. Τ'Αμορφο Μηδενικό.
'Ονειρο τρελού σε ραισμένους καθρέφτες.
Κι ύστερα η Δύναμη ναν το μορφώσει σ'έναν τύπον
Αρμονίας. Απ'το 'Ενα τα Χίλια - σαν απ'το λευκό φως τα
εφτά χρώματα. Η Σύλληψη, τ'ανατρίχιασμα της Κίνησης,
το έμβρυο ζωή. Αρχινάνε οι κύκλοι και τα ματαγυρίσματα σαν
στην άκρη σφεντόνας. Οι 'Ηλιοι. Σαν μπουμπούκια σκάζουν
οι 'Ηλιοι.
Η Ζέστα, και πυρώνει.
Σαλεύει το πρώτο σκουλήκι.
Ο 'Αντρας κι η Γυναίκα - και το παραμιλητό της Σάρκας.
Οι Γενιές : μια πάνου στην άλλη, σαν τρεχούμενο νερό,
και σαν αραχνοκλωστές.
Κοινωνία. Θεός και Βασιλιάς.
Η Σκέψη, το Τραγούδι, και το γοερό "Γιατί".
Ανηφορίες, Πικράδες, τα Σκοντάμματα. Το Εγώ, οι Χάρες,
τα ωραία μάτια, τα ωραία τα μάτια.
Η Τέχνη. 'Ενα τάνυσμα του "είναι" - σαν τόξου τάνυσμα.
Αμαρτίες, τρόμοι, σκληράδες.
Οι Αλλοφροσύνες. Το φαρμάκι μές τις κούπες.
Ο άφραστος Ερχομός, η Απολύτωση - σαν είδος μορφίνα.
Ο Ύπνος...

Από "Τα κιανόκρανα συντρίμμια"
περιοδικό Ο Νουμάς,
24/3/1912


 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

D_G

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Δημήτρης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 1,938 μηνύματα.
Τ' ΟΝΟΜΑ ΣΟΥ


Τ' όνομά σου το βλέπω, σάμπως χέρι
που δείχνει, σαν μαχαίρι αστραφτερό'
τ' όνομά σου τ' ακούω' δαρμός και χτύπος
από μέγα ανυπόταχτο φτερό.

Τ' όνομά σου το γεύομαι σαν κάποιους
γιομάτους μελιστάλαχτους καρπούς'
δυνατό μύρο κατασταλαγμένο
από κρίνου βαριούς ανασαμούς.

Τ' όνομά σου το πιάνω και το σφίγγω,
σαν πρωτόφαντο, απάρθενο κορμί.
Τ' όνομά σου λαχτάρα, ονείρεμα, ύλη,
ρυθμός και ορμή και ιδέα. Κι εσύ, κι εσύ.

Θα το γράψω στην έρημο, στη χώρα,
στο καράβι, στο βράχο του γιαλού,
στου δένδρου τον κορμό, στου ανθού το φύλλο,
στ' αγάλματα, στα μνήματα, παντού.

Στα τετραπέρατα, ω! θα το φωνάξω,
θα το δώσω του αγέρα, του πουλιού,
θα το καρφώσω ανάμεσα στ' αστέρια,
στο πλάι του γαύρου Εφτάστερου Αμαξιού.


Κωστής Παλαμάς 1913, απόσπασμα από το ποίημα "Ευριδίκη"
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
ΡΑΪΝΕΡ ΜΑΡΙΑ ΡΙΛΚΕ
ΕΠΙΛΟΓΟΣ


Ο θάνατος είναι μεγάλος.
Είμαστε δικοί του
κι όταν γελούμε.
Κι εκεί που θαρρούμε
πως η ζωή μας ζώνει
τολμά να κλάψει εντός μας.

 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.
ΦΕΡΝΑΝΤΟ ΠΕΣΣΟΑ
Ο ΦΥΛΑΚΑΣ ΤΩΝ ΚΟΠΑΔΙΩΝ

Είμ ʽ ένας φύλακας κοπαδιών.
Το κοπάδι είνʼ οι σκέψεις μου
κι οι σκέψεις μου είνʼ όλες αισθήσεις.
Σκέφτομαι με τα μάτια και τʼ αυτιά
και με τα χέρια και τα πόδια
και με τη μύτη και το στόμα.
Να σκέφτεσαι ένα λουλούδι σημαίνει να το βλέπεις και να το μυρίζεις.
Να τρως ένα φρούτο σημαίνει να γνωρίζεις την αίσθησή του.

Γι αυτό, σαν μια μέρα όλο ζέστη
νιώθω θλιμμένος που την απολαμβάνω τόσο
κι απλώνομαι παράμερα και πάνω στα χορτάρια
και κλείνω τα μάτια ολόζεστα,
νιώθω το κορμί μου ολάκερο να ʽχει αναποδογυρίσει στην πραγματικότητα,
ξέρω την αλήθεια κι είμʼ ευτυχισμένος
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
Πρέπει να 'ταν των Βαΐων τ' ουρανού επειδή και τα πουλιά κατέ-
βαιναν μ' ένα κλαδάκι πράσινο στο ράμφος και στον ύπνο μου

Ένα κορίτσι δίχως λόγο είχε σταθεί κι άφηνε το μπλουζάκι του ξε-
κούμπωτο

Γυαλί στο φως και μέσα του πλακάκια της κουζίνας όσο το μάτι μου
έπαιρνε ανεμίζοντας τούλια μια κορμοστασιά διπλή απ' το σπίτι
σε ύψος με τα δάχτυλα στο πόμολο το αόρατο

Νταγκ λάμψη αέρας νταγκ λάμψη αέρας ασταμάτητα Όπως
ύστερα που κάποιος άγιασε και τα καινούρια φαίνονται κι εκείνα σαν
παλαιά

Και τα παιδιά που γύριζαν από το πετροκάραβο με τα χταπόδια κι οι
γυναίκες απ' το ελαιοτριβείο κι η φωνή του γαϊδάρου ξημερώματα
πάνω από τα μποστάνια πόσα χρόνια πόσους αιώνες

«Αναντάμ μπαμπαντάμ» έλεγε η μάνα μου και το χέρι της το αρθρι-
τικό σταματούσε σαν φύλλο της μπεγκόνιας

Τέλος Κι οι μνήμες παν κι αυτές πίσω απ' τα πράγματα να τα προ-
φτάσουν Όπου τα παλαιά φαίνονται πάλι κι εκείνα σαν καινούρια

Θρυλική θα μείνει στους μεταγενέστερους η μέρα που κανείς δεν
είπε να βαρυγκομήσει αλλ' οργιές ανοιχτά στα φυλλώματα φέγγα-
νε στιλπνά λεμόνια ηλιίσκοι των αιθέρων.

Των Βαϊων, του Ελύτη..
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

D_G

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Δημήτρης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 1,938 μηνύματα.
ΥΠΟΤΑΓΗ

Άνοιξε το παράθυρο.
Ο άνεμος τής χτύπησε δυνατά τα μαλλιά,
σα δυο πουλιά μεγάλα,
πάνω απ' τους ώμους της.
Έκλεισε το παράθυρο.
Τα δυο πουλιά κάθονταν κιόλας στο τραπέζι και την κοιτούσαν.
Έγειρε το μέτωπό της ανάμεσά τους,
κ' έκλαψε ήσυχα.


Γιάννης Ρίτσος

 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Τελευταία επεξεργασία:

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
ΑΙΩΝΙΟΤΗΤΑ ΣΕ ΔΕΣΜΙΔΕΣ ΤΩΝ ΕΚΑΤΟ

Το σώμα της μ’ έχει επικηρυγμένο.
Αφαλός, θηλές, υγρά μαλλιά. Γλουτοί και ώμοι.
Οι δίπλες της κοιλιάς, το σφιγμένο στόμα και η ανάσα η τελευταία.

Πάνω στη μακριά της ράχη, από το στέρνο ως τη μέση νεκρικά με καταζητούν.
Μήπως είναι λίγα τα εβδομήντα χρόνια που προσφέρει για να παραδοθώ;
Η επιστροφή και πάλι στη φυλακή της σάρκας,
οι τρόφιμες επιθυμίες να εκτίουν στους τέσσερις τοίχους του κελιού ποινή ισόβια,
και μετά στο επισκεπτήριο να κοιτούν οι πέντε δεσμοφύλακες αισθήσεις
αδιάκριτα.

Το μεσημέρι μόνο θα περπατάω με τη φόρμα στην αυλή
και θα ποτίζω κάτι αναρριχώμενες χαρές που ανεβαίνουν τον φράκτη.
Όχι.

Κρύβομαι καλά πάνω από τα ακρωτήρια, τις αμμουδερές παραλίες,
στη μεταλλική μυρωδιά των πλοίων, τις πλατείες με τα λευκά αγάλματα,
στους αφρισμένους ωκεανούς της γνώσης, την έρημο των ξηραμένων
προσδοκιών,
στα φώτα που σβήνουν ένα - ένα την ώρα που ξυπνάει η μεγαλούπολη.

Κάνοντας χωνί τα χέρια μου γύρω από το στόμα φωνάζω:
«έεεεεεειιιιιιιιιιιιι, υπάρχωωωωωω παντουουουουού!»
Ως ένα σπάταλο πνεύμα που ξοδεύει,
όπως θέλει την αιωνιότητα σε δεσμίδες των εκατό.

Της Αγγελικής Ζιούτη, πέντε ποιήματα (αυτό ήταν το 1/5)

Καλοτάξιδο Αγγελικούλα.:flowers:

Κούκλα η Αγγελική:

 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

moonlight

Διάσημο μέλος

Η moonlight αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,767 μηνύματα.

Η Αγάπη

Α! τι ωφελεί να καρτεράς όρθιος στην πόρτα του σπιτιού
και με τα μάτια στους νεκρούς τους δρόμους στυλωμένα,
αν είναι νάρθει θε ναρθεί, δίχως να νοιώσεις από πού,
και πίσω σου πλησιάζοντας με βήματα σβημένα
θε να σου κλείσει απαλά με τ' άσπρα χέρια της τα δυο
τα ματια που κουράστηκαν τους δρομους να κυττάνε'
κι όταν, γελώντας, να της πεις θα σε ρωτήσει: "ποια είμαι εγώ;"
απ' της καρδιάς το σκίρτημα θα καταλάβεις ποια 'ναι.

Δεν ωφελεί να καρτεράς! Αν είναι νάρθει, θε ναρθει'
κλειστά όλα νάναι, αντίκρυ σου να στέκεται θα δεις ορθή
κι ανοίγοντας τα χέρια της πρώτη θα σ' αγκαλιάσει.

Αλλιώς, κι αν είναι όλοφωτο το σπίτι για να την δεχτείς
κι έτσι ως την δεις τρέξεις σ' αυτήν κι ομπρός στα πόδια της συρθείς,
αν είναι νάρθει θε ναρθει, αλλιώς θα προσπεράσει.


Κώστας Ουράνης
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

D_G

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Δημήτρης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 1,938 μηνύματα.
ΥΠΟΘΗΚΑΙ


Όταν οι άνθρωποι θέλουν να πονείς,
μπορούνε με χίλιους τρόπους.
Ρίξε το όπλο και σωριάσου πρηνής,
όταν ακούσεις ανθρώπους.

Όταν ακούσεις ποδοβολητά
λύκων, ο Θεός μαζί σου!
Ξαπλώσου χάμου με μάτια κλειστά
και κράτησε την πνοή σου.

Κράτησε κάποιον τόπο μυστικό,
στον πλατύ κόσμο μια θέση.
Όταν οι άνθρωποι θέλουν το κακό,
του δίνουν όψη ν' αρέσει.

Του δίνουν λόγια χρυσά, που νικούν
με την πειθώ, με το ψέμα,
όταν (οι) άνθρωποι διαφιλονικούν
τη σάρκα σου και το αίμα.

Όταν έχεις μια παιδική καρδιά
και δεν έχεις ένα φίλο,
πήγαινε βάλε βέρα στα κλαδιά,
στη μπουτουνιέρα σου φύλλο.

Άσε τα γύναια και το μαστροπό
Λαό σου, Ρώμε Φιλύρα.
Σε βάραθρο πέφτοντας αγριωπό,
κράτησε σκήπτρο και λύρα


Κώστας Καρυωτάκης
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

moonlight

Διάσημο μέλος

Η moonlight αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,767 μηνύματα.
If You Forget Me by Pablo Neruda
I want you to know
one thing.

You know how this is:
if I look
at the crystal moon, at the red branch
of the slow autumn at my window,
if I touch
near the fire
the impalpable ash
or the wrinkled body of the log,
everything carries me to you,
as if everything that exists,
aromas, light, metals,
were little boats
that sail
toward those isles of yours that wait for me.

Well, now,
if little by little you stop loving me
I shall stop loving you little by little.

If suddenly
you forget me
do not look for me,
for I shall already have forgotten you.

If you think it long and mad,
the wind of banners
that passes through my life,
and you decide
to leave me at the shore
of the heart where I have roots,
remember
that on that day,
at that hour,
I shall lift my arms
and my roots will set off
to seek another land.

But
if each day,
each hour,
you feel that you are destined for me
with implacable sweetness,
if each day a flower
climbs up to your lips to seek me,
ah my love, ah my own,
in me all that fire is repeated,
in me nothing is extinguished or forgotten,
my love feeds on your love, beloved,
and as long as you live it will be in your arms
without leaving mine
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

moonlight

Διάσημο μέλος

Η moonlight αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,767 μηνύματα.
The Second Coming by William Butler Yeats
Turning and turning in the widening gyre
The falcon cannot hear the falconer;
Things fall apart; the centre cannot hold;
Mere anarchy is loosed upon the world,
The blood-dimmed tide is loosed, and everywhere
The ceremony of innocence is drowned;
The best lack all conviction, while the worst
Are full of passionate intensity.

Surely some revelation is at hand;
Surely the Second Coming is at hand.
The Second Coming! Hardly are those words out
When a vast image out of Spiritus Mundi
Troubles my sight: somewhere in sands of the desert
A shape with lion body and the head of a man,
A gaze blank and pitiless as the sun,
Is moving its slow thighs, while all about it
Reel shadows of the indignant desert birds.
The darkness drops again; but now I know
That twenty centuries of stony sleep
Were vexed to nightmare by a rocking cradle,
And what rough beast, its hour come round at last,
Slouches towards Bethlehem to be born?
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
Όλες οι μέρες κάθισαν απαρηγόρητες πάνω απʼ το κεφάλι της Μεγάλης Παρασκευής. Μια μέρα που μεγεθύνει τις απώλειες μέσα σου.
Απʼ το πρωί οι καμπάνες σκορπούνε δάκρυα κι αναμνήσεις περασμένων Επιταφίων. Ο ήλιος χαϊδεύει ηδονικά τους τρούλους των εκκλησιών, αναριγούν οι σταυροί επάνω τους.

Οι θεοί που κήδεψα στη ζωή μου θα με συντροφεύουν ως το θάνατό μου. Μαντεύω την ύπαρξή τους από το άρωμα της πασχαλιάς που σκορπούνε γύρω μου.
Ραγισμένα τραγούδια στο ραδιόφωνο, μελωδικά ανασαίνει ο πόνος για να τον εκπνεύσει ο άνθρωπος.

Μες στο φλιτζάνι πικραμένος ο καφές, νοσταλγεί τη χαμένη συντροφιά της ζάχαρης. Ούτε και σήμερα θα τους τα φτιάξω…
Ανοίγω την πόρτα και καταπίνω ανόρεχτα το δρόμο προς την εκκλησία. Επάνω, δυο σύννεφα βουτηγμένα στο μπλε οινόπνευμα- βαμβάκι για τις πληγές μου. Και κάτω, ένα ζευγάρι να φιλιέται χωρίς συστολές, στη μέση του διαστελλόμενου θρήνου-πληγή για τα μάτια μου.

Μες στο ναό, αμήχανος-σα Θεός χωρίς πιστούς…, σαν άπιστος χωρίς κι ανθρώπους. Μπροστά μου, ο Ιησούς, κάτω από ένα ανοιξιάτικο σεντόνι . κανείς δεν το τραβάει, μήπως και δεν τον δει. Μόνο μαζεύουν ροδοπέταλα, για να μυρίζει ο ύπνος τους υπόσχεση Ανάστασης. Μα εγώ, ο ιερόσυλος, προσπαθώ να μαντέψω ποια βιολέτα διαλέγοντας, θʼ αγγίξω τα δάχτυλά σου που την έκοψαν.

Και σα να ʽθελα να μπω σʼ ένα τούνελ του χρόνου που θα ʽβγαζε σʼ εσένα, έσκυψα να περάσω κάτω απʼ τον Επιτάφιο.

Γιάννης Κυριαζής, Μεγάλη Παρασκευή από την "Παραφορά του Ερωταφίου"
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

ne0ellinaC

Νεοφερμένος

Ο ne0ellinaC αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Μαθητής/τρια και μας γράφει απο Γερμανία (Ευρώπη). Έχει γράψει 8 μηνύματα.
θα γραψω κ εγω ενα ποιμα..
ενα π το εγραψα μονος μ μια μερα..
ισως να μην ειναι και τοσο καλό αλλα δεν πειραζει^^

Άγγελοι..

Οταν πεθαινει καποιος λεμε:
"έγινε αγγελος"
θα φυλαει για παντα απο πανω μας
θα ζει συνεχεια στη καρδιά
κι όταν πονάμε θα μας γεμιζει
με φιλιά.

Την αγάπη που δίνουμε εμεις
εμεις οι θνητοι
και οι θεοι
αυτοι οι αγγελοι τη νιωθουν
και ειναι παντοτε μαζι
καθε λεπτο και καθε στιγμη

Αγγελοι υπαρχουνε παντου
στα ουρνια εκει που ζουνε
την αγαπη των ανθρώπων
στη γη αναζητουνε
και απεγνωσμενα ψαχνουν
να την βρουνε.

το κλάμα στο αντιο δεν σταματα
γιατι ολοι ξερουν πια πωσ ειν΄αργά
τωρα μεσα μας θα ζει
και θα μας παρηγορει
για μια ολοκληρη ζωη.

Στο ταφο λυγησε και δακρυσε
ο χαμος του γιου του βαθια τον αγγιξε.
Αγγελος εγινε σκεφτηκε
θα μας προσεχει αραγε;
θα μας προσεχει
γιατι οι αγγελοι μας αγαπουν
μεσα μας βαθια θα ζουν.

Μονο ο θεος ξερει γιατι
γιατι επρεπε να φυγει;
και στα ουρανια αγγελος να γινει;
Η φωτια της ζωης του εσβησε
και το κλαμα ο θνητος δεν το σταματησε.

Αγγελοι υπαρχουνε παντου
στα ουράνια εκει που ζουνε
ταξιδευουν στα ονειρα
στη γη, σε εναν αιωνιο δρομο
και ψαχνουν να βρουν
τους θνητους που αγαπουν.

Αγγελοι υπαρχουνε παντου
για εμας συνεχεια ανησυχουν
στα ασπρα ντυμενοι στη καρδια μας περπατουν
μεχρι την αγαπη μας να νιωσουν
και τις ζωες μας να ενωσουν...

αυτο!!:)
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

D_G

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Δημήτρης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 1,938 μηνύματα.
ΜΙΚΡΗ ΜΟΝΑΞΙΑ

Στη γωνιά της αυλής, μέσα στα σαπουνόνερα,
κάτι τριαντάφυλλα καμπούριασαν απ' το βάρος της ευωδιάς τους.
Κανένας δε μύρισε αυτά τα τριαντάφυλλα.

Καμιά μοναξιά δεν είναι μικρή.

Γιάννης Ρίτσος
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Neraida

Επιφανές μέλος

Η Bitch... αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 13,073 μηνύματα.



Γιώργος Μπλάνας, Επεισόδιο, Ενα Πολιτικό Ποίημα

ΙΙΙ ΕΡΩΤΕΥΜΕΝΗ


[Ένας δειλός, έφεδρος γλόμπος προσπαθεί να φωτίσει το μοναδικό δωμάτιο του μικρού διαμερίσματος. Οι τοίχοι γυμνοί. Ούτε ένα παλιό ανώνυμο τοπίο, ούτε μιά φωτογραφία γάμου, με σκουριασμένα πρόσωπα και υγρασιασμένα χέρια. Στο ένα από τα δύο μεγάλα ξύλινα κρεβάτια, ένας νεαρός τραυματισμένος βαριά. Στο άλλο, μιά νέα γυναίκα λεπτή, όμορφη σαν ανοιξιάτικη βροχή, σχεδόν κορίτσι, στηρίζει ένα μπλοκ αλληλογραφίας στα γόνατά της και γράφει. Τα δάχτυλά της κρατούν το στιλό με μιάν αριστοκρατική άνεση, σπούδαζε Ψυχολογία άλλωστε. Ωστόσο, φαίνονται ταλαιπωρημένα. Το ίδιο και το βλέμμα της, καθώς κοιτάζει με τρόμο το νεαρό τραυματία. Τα χείλια της, κόκκινα σαν κεράσια, δείχνουν πως πρέπει να αγαπήθηκε πολύ. Δεν έχει σημασία πως βρέθηκε μόνη σ' αυτό το άθλιο δωμάτιο, με ένα σχεδόν νεκρό άγνωστο. Σημασία έχει πως ο μόνος άντρας που αγάπησε πραγματικά υπήρξε σπουδαστής της Θεολογίας, τώρα κατηγορούμενος για εγκλήματα πολέμου. Σ' αυτόν γράφει. Το γράμμα έπεσε στο πάτωμα και πατήθηκε και σκίστηκε και κομματιάστηκε, όταν ο στρατός άδειασε βεβιασμένα τον καταυλισμό προσφύγων. Εξάλλου, ακόμη κι αν το ταχυδρομούσε, θα ήταν μάλλον απίθανο να έφτανε στον προορισμό του. Η τύχη της γυναίκας αγνοείται. Κάπου στα Βαλκάνια. Νύχτα.]

Επειδή σ' αγάπησα, σαν όνειρο με αμέτρητες φωτιές
πίσω απ' τις ράχες των βουνών,
σου γράφω καίγοντας την τελευταία μου σπίθα·
εγώ, μιά πορφυρή, παράξενη φυγή,
πυρπολημένη από ατέλειωτη λύπη.
Θυμάσαι; «Φεύγεις σαν ελάφι κυνηγημένο·
αν γλυτώσεις σαν σπουργίτι θά 'ναι θαύμα!»
Επιβίωσα απλά σαν άνθρωπος
αποφασισμένος να εκδικηθεί την αδικία της βαρύτητάς του.



Άρχισα να περιφέρομαι στην πόλη
που θα φώλιαζα τη σκόνη της υπόλοιπης ζωής μου
και την υγρασία της υπόλοιπης ζωής μου.
Όλα μου έδιναν ταυτόχρονα μιάν εντύπωση
που θα ρίζωνε και μιάν άλλη που θα ταξίδευε συνεχώς.
Έβλεπα, κάθε μέρα, τα ίδια σπίτια και,
καθώς ήξερα πως ήταν τα ίδια,
τ' αγαπούσα σταθερά με το ίδιο όνομα.
Ύστερα, ένιωσα πως είχα φέρει μαζί μου περισσότερα
απ' όσα δάκρυσα ή δεν έφτασα ποτέ!
Πολύ αργότερα κατάλαβα πως ήσουν κοντά μου
ή πως ήμουν μαζί σου - από μιάν άποψη
το ίδιο κάνει· από μιάν άλλη κινδύνεψα να τρελαθώ.
Νόμιζα πως το σώμα μου δεν ταίριαζε με το δικό σου,
ωστόσο τώρα ξέρω τί προσπαθούσε να ξεχάσει
εκείνη η δίψα που άναβε μέσα μου,
κάθε φορά που ξεδιψούσα άλλο σώμα.
Με είχα ξεχάσει στην αγκαλιά σου και καθώς
δεν σ' αγκάλιασα ποτέ, δεν ήξερα τί έπρεπε να θυμηθώ,
ν' αναζητήσω, να πάρω πίσω ή να δώσω
κι ας έμενα ένα τίποτε που δε σε πόθησε ποτέ.
Κοιτούσα τον ουρανό - πόσο αίμα
σπατάλησα στις φλέβες μου για να ξεφύγω
τα γαλάζια ψέματά του - κι αφηνόμουν να φτωχαίνω
τη φτώχεια όλων. Μα είναι απίστευτο πόσο διαφέρουν
οι άνθρωποι στον τρόπο που σκορπάνε τις ελπίδες τους.
Οι περισσότεροι αυτοσχεδιάζουν: φαντάζονται
ό,τι μπορεί να περάσει απ' το μυαλό τους,
προκειμένου να κρατηθούν στο ναυάγιο της εικόνας τους·
ορισμένοι αποδέχονται την κατάντια τους
σαν να την περίμεναν για να υπάρξουν επιτέλους
ακέραιοι. Μετά ήρθε η φωτιά να κατοικήσει
τα σπίτια που δεν έκαιγαν οι ίδιοι
από μιάν ανεξήγητη αυτοσυγκράτηση
ή μιάν εντελώς δικαιολογημένη
αίσθηση ματαιότητας. Κι ενώ η πόλη
γινόταν ακατάσχετη στάχτη
κι όσοι θυμούνταν ξαφνικά πως ζουν ακόμη
προσπαθούσαν να γλυτώσουν
από το θάνατο το θάνατό τους,
εγώ κοιμόμουν μιάν αυλή γεμάτη τριαντάφυλλα.
Είχα γυρίσει σπίτι. Φύτευες δυό χέρια ευκάλυπτο,
κι ανάσαινα ένα στήθος απόγευμα
γεμάτο ψυχές εργατικές και τεμπέλικα μωρά.
Άνοιξες το βράδυ· φορούσα κατάσαρκα δροσιά
γεμάτη τριαντάφυλλα απ' τη μικρή αυλή. Κατάπια
δυό γλυκόξινα κεράσια, όταν μ' αγκάλιασες...



Ξέρω πως ο γέροντας ευκάλυπτος
δεν παλεύει με τον άνεμο πια,
μα ούτε εγώ με τα όνειρά μου.
Είμαι βέβαιη: η ψυχή πεθαίνει
όταν χάσει την αυλή, που ονειρεύτηκε συχνά
από χαρά ή απελπισία, από έρωτα ή δειλία.




Συντόμευε! Δική σου!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Μελιώ

Δραστήριο μέλος

Η -Το Νου Σου Στην- Αμέλεια αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 695 μηνύματα.
Στον βραδιάτικο ουρανό μου επάνω είσαι σαν σύννεφο
το δε χρώμα σου και το σχήμα είναι
όπως ακριβώς μου αρέσουν.
Είσαι δικιά μου, είσαι δικιά μου
γυναίκα με τα γλυκά χείλια
και στη ζωή σου μέσα ζουν τα ασύνορα όνειρά μου.

Ο λύχνος της ψυχής μου σου γλυκοροδίζει τα πόδια
το στυφό μου κρασί γλυκαίνει στα χείλη σου
ω η μακελάρισσα εσύ

που πριονίζεις το τραγούδι μου τα βράδια
ω πόσο σε νιώθουνε δικιά μου τα μοναχικά μου όνειρα!

Είσαι δικιά μου, είσαι δικιά μου
το φωνάζω στο μπάτη του βραδιού
και τ' αεράκι παίρνει μετά τη φωνή μου
και τη σκορπάει τριγύρω.
Κυνηγέτις εσύ που σαϊτεύεις λαγούς
στα βάθη των ματιών μου
των ματιών μου που λιμνάζουν σα βρόχινο νερό
μες στο νυχτερινό σου βλέμμα.

Σ' έπιασα αιχμάλωτη στα δίχτυα της μουσικής μου
αγάπη μου
και τα δίχτυα αυτά της μουσικής είναι ψηλά, επάνω
στον ουρανό.
Γεννιέται η ψυχή μου κι ανασταίνεται
στις όχθες των μαύρων ματιών σου
τα δε μαύρα μάτια σου είναι φυλάκιο
στη μεθόριο της χώρας των ονείρων.


Pablo Neruda
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

D_G

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Δημήτρης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 1,938 μηνύματα.
ΚΡΙΝΟ ΚΑΙ ΚΥΜΑ


Είπε της αμουδιάς το κρίνο,
σκυμμένο επάνω στον αφρό:
- Γιατί την πίκρα σου να πίνω,
κύμα σκληρό;

Κι είπε το γέρικο το κύμα,
περίλυπο και σκυθρωπό:
- Το ξέρω, είν' άδικο και κρίμα
να σ' αγαπώ.

Μιλτιάδης Μαλακάσης
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

DrStrangelove

Περιβόητο μέλος

Ο DrStrangelove αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Μοντέλο. Έχει γράψει 5,311 μηνύματα.
Από τις αθειστικές Σάτιρες του Κ.Καρυωτάκη, που στα σχολεία φυσικά δεν το δίδασκαν ως σάτιρα για ευνόητους λόγους...

ΚΥΡΙΑΚΗ

Ο ήλιος ψηλότερα θ'ανέβει
σήμερα που'ναι Κυριακή.
Φυσάει το αγέρι και σαλεύει
μια θημωνιά στο λόφο εκεί.

Τα γιορτινά θα βάλουν, κι όλοι
θα'χουν ανάλαφρη καρδιά:
κοίτα στο δρόμο τα παιδιά,
κοίταξε τ'άνθη στο περβόλι.

Τώρα καμπάνες που χτυπάνε
είναι ο θεός αληθινός.
Πέρα τα σύννεφα σκορπάνε
και μεγαλώνει ο ουρανός.

'Ασε τον κόσμο στη χαρά του
κι έλα, ψυχή μου, να σου πω,
σαν τραγουδάκι χαρωπό,
ένα τραγούδι του θανάτου.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 45 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
Πέρασα

Because these wings are no longer wings to fly
        T.S Eliot



Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.


Υπήρξα περίεργη και μελετηρή.
Ξέρω απʼ όλα. Λίγο απʼ όλα.
Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων
μʼ ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.


Πέρασα μέρες με βροχή,
εντάθηκα πίσω απʼαυτό
το συρματόπλεγμα το υδάτινο
υπομονετικά κι απαρατήρητα,
όπως ο πόνος των δέντρων
όταν το ύστατο φύλλο τούς φεύγει
κι όπως ο φόβος των γενναίων.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.


Πέρασα από κήπους, στάθηκα σε συντριβάνια
και είδα πολλά αγαλματίδια να γελούν
σε αθέατα αίτια χαράς.
Και μικρούς ερωτιδείς, καυχησιάρηδες.
Τα τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σε νύχτες μου και ρέμβασα.
Είδα πολλά και ωραία όνειρα
και είδα να ξεχνιέμαι.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.


Περπάτησα πολύ στα αισθήματα,
τα δικά μου και των άλλων,
κι έμενε πάντα χώρος ανάμεσά τους
να περάσει ο πλατύς χρόνος.
Πέρασα από ταχυδρομεία και ξαναπέρασα.
Έγραψα γράμματα και ξαναέγραψα
και στο θεό της απαντήσεως προσευχήθηκα άκοπα.
Έλαβα κάρτες σύντομες:
εγκάρδιο αποχαιρετιστήριο από την Πάτρα
και κάτι χαιρετίσματα
από τον Πύργο της Πίζας που γέρνει.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη που γέρνει η μέρα.


Μίλησα πολύ. Στους ανθρώπους,
στους φανοστάτες, στις φωτογραφίες.
Και πολύ στις αλυσίδες.
Έμαθα να διαβάζω χέρια
και να χάνω χέρια.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.


Ταξίδεψα μάλιστα.
Πήγα κι από δω, πήγα κι από κει…
Παντού έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από δω, έχασα κι από κεί.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
κι απʼ την απροσεξία μου.
Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος. Πες πως το πήρα.
Φοβήθηκα τη μοναξιά
και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν
απʼ το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μιαν ηλιαχτίδα
κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης.
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες
ορθόδοξης ερημίας.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.


Έπιασα και φωτιά και σιγοκάηκα.
Και δεν μου ʽλειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα.
Η χάση τους πάνω από θάλασσες κι από μάτια,
σκοτεινή, με ακόνισε.
Όχι, δεν είμαι λυπημένη.


Όσο μπόρεσα έφερʼ αντίσταση σʼ αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ, να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα.


Όχι, δεν είμαι λυπημένη
Σε σωστή ώρα νυχτώνει.


[Το λίγο του κόσμου -1971] - Κ.Δημουλά
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 15 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

Top