Μοιραζόμαστε ποιήματα

mindcircus

Περιβόητο μέλος

Η mindcircus αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Μηχανικός αεροσκαφών και μας γράφει απο Σουηδία (Ευρώπη). Έχει γράψει 5,956 μηνύματα.
Ποιήματα του Καβάφη που αγαπώ και τα ξαναμελετήσα πρόσφατα. Μερικά ποιήματα απαντούν τις απορίες μου, άλλα επιβεβαιώνουν τις ιδέες μου, άλλα περιγράφουν τις εμπειρίες μου, άλλα ακόμη που είναι όμορφο απλώς να τα διαβάζεις ..

Τελειωμένα
Μέσα στον φόβο και στες υποψίες,
με ταραγμένο νου και τρομαγμένα μάτια,
λυώνουμε και σχεδιάζουμε το πώς να κάμουμε
για ν' αποφύγουμε τον βέβαιο
τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί.
Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν' αυτός στον δρόμο·
ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα
(ή δεν τ' ακούσαμε ή δεν τα νοιώσαμε καλά).
άλλη καταστροφή, που δεν την φανταζόμεθαν,
εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας,
κι ανέτοιμους - που πια καιρός- μας συνεπαίρνει

Ζωγραφισμένα
Την εργασία μου την προσέχω και την αγαπώ.
Μα της συνθέσεως μ’ αποθαρρύνει σήμερα η βραδύτης.
Η μέρα μ’ επηρέασε. Η μορφή της
όλο και σκοτεινιάζει. Όλο φυσά και βρέχει.
Πιότερο επιθυμώ να δω παρά να πω.
Στη ζωγραφιάν αυτή κυττάζω τώρα
ένα ωραίο αγόρι που σιμά στη βρύσι
επλάγιασεν, αφού θ’ απέκαμε να τρέχει.
Τι ωραίο παιδί· τι θείο μεσημέρι το έχει
παρμένο πια για να το αποκοιμίσει.
Κάθομαι και κυττάζω έτσι πολλήν ώρα.
Και μες στην τέχνη πάλι, ξεκουράζομαι απ’ την δούλεψή της.

Οταν διεγείρονται
Προσπάθησε να τα φυλάξεις, ποιητή,
όσο κι αν είναι λίγα αυτά που σταματιούνται.
Του ερωτισμού σου τα οράματα.
Βάλ’ τα, μισοκρυμένα, μες στες φράσεις σου.
Προσπάθησε να τα κρατήσεις, ποιητή,
όταν διεγείρονται μες στο μυαλό σου,
την νύχτα ή μες στην λάμψι του μεσημεριού.

Να μείνει
Η ώρα μια την νύχτα θάτανε,
ή μιάμισυ. Σε μια γωνιά του καπηλειού·
πίσω απ’ το ξύλινο το χώρισμα.
Εκτός ημών των δυο το μαγαζί όλως διόλου άδειο.
Μια λάμπα πετρελαίου μόλις το φώτιζε.
Κοιμούντανε, στην πόρτα, ο αγρυπνισμένος υπηρέτης.

Δεν θα μας έβλεπε κανείς. Μα κιόλας
είχαμεν εξαφθεί τόσο πολύ,
που γίναμε ακατάλληλοι για προφυλάξεις.

Τα ενδύματα μισοανοίχθηκαν — πολλά δεν ήσαν
γιατί επύρωνε θείος Ιούλιος μήνας.

Σάρκας απόλαυσις ανάμεσα
στα μισοανοιγμένα ενδύματα·
γρήγορο σάρκας γύμνωμα — που το ίνδαλμά του
είκοσι έξι χρόνους διάβηκε· και τώρα ήλθε
να μείνει μες στην ποίησιν αυτή.

 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

mindcircus

Περιβόητο μέλος

Η mindcircus αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Μηχανικός αεροσκαφών και μας γράφει απο Σουηδία (Ευρώπη). Έχει γράψει 5,956 μηνύματα.
Είγε Ετελεύτα

«Πού απεσύρθηκε, πού εχάθηκε ο Σοφός;
Έπειτ' από τα θαύματά του τα πολλά,
την φήμη της διδασκαλίας του
που διεδόθηκεν εις τόσα έθνη
εκρύφθηκ' αίφνης και δεν έμαθε κανείς
με θετικότητα τι έγινε
(ουδέ κανείς ποτέ είδεν τάφον του).
Έβγαλαν μερικοί πως πέθανε στην Έφεσο.
Δεν τόγραψεν ο Δάμις όμως· τίποτε
για θάνατο του Απολλωνίου δεν έγραψεν ο Δάμις.
Άλλοι είπανε πως έγινε άφαντος στην Λίνδο.
Ή μήπως είν' εκείν' η ιστορία
αληθινή, που ανελήφθηκε στην Κρήτη,
στο αρχαίο της Δικτύννης ιερόν.-
Αλλ' όμως έχουμε την θαυμασία,
την υπερφυσικήν εμφάνισί του
εις έναν νέον σπουδαστή στα Τύανα.-
Ίσως δεν ήλθεν ο καιρός για να επιστρέψει,
για να φανερωθεί στον κόσμο πάλι·
ή μεταμορφωμένος, ίσως, μεταξύ μας
γυρίζει αγνώριστος.- Μα θα ξαναφανερωθεί
ως ήτανε, διδάσκοντας τα ορθά· και τότε βέβαια
θα επαναφέρει την λατρεία των θεών μας,
και τες καλαίσθητες ελληνικές μας τελετές.»

Έτσι ερέμβαζε στην πενιχρή του κατοικία -

μετά μια ανάγνωσι του Φιλοστράτου
«Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον» -
ένας από τους λίγους εθνικούς,
τους πολύ λίγους που είχαν μείνει. Άλλωστε - ασήμαντος
άνθρωπος και δειλός - στο φανερόν
έκανε τον Χριστιανό κι αυτός κ' εκκλησιάζονταν.
Ήταν η εποχή καθ' ήν βασίλευεν,
εν άκρα ευλαβεία, ο γέρων Ιουστίνος,
κ' η Αλεξάνδρεια, πόλις θεοσεβής,
αθλίους ειδωλολάτρας αποστρέφονταν.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Loony

Πολύ δραστήριο μέλος

Η Loony αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 1,754 μηνύματα.


ΙΔΑΝΙΚΟΙ ΑΥΤΟΧΕΙΡΕΣ
Γυρίζουν το κλειδί στην πόρτα, παίρνουν
τα παλιά, φυλαγμένα γράμματά τους,
διαβάζουν ήσυχα, κι έπειτα σέρνουν
για τελευταία φορά τα βήματά τους.
Ηταν η ζωή τους, λένε, τραγωδία.
Θεέ μου, το φρικτό γέλιο των ανθρώπων,
τα δάκρυα, ο ίδρως, η νοσταλγία
των ουρανών, η ερημιά των τόπων.
Στέκονται στο παράθυρο, κοιτάνε
τα δέντρα, τα παιδιά, πέρα τη φύση,
τους μαρμαράδες που σφυροκοπάνε,
τον ήλιο που για πάντα θέλει δύσει.
Oλα τελείωσαν. Το σημείωμα να το,
σύντομο, απλό, βαθύ, καθώς ταιριάζει,
αδιαφορία, συγχώρηση γεμάτο
για κείνον που θα κλαίει και θα διαβάζει.
Βλέπουν τον καθρέφτη, βλέπουν την ώρα,
ρωτούν αν είναι τρέλα τάχα ή λάθος,
«όλα τελείωσαν» ψιθυρίζουν «τώρα»,
πως θ' αναβάλουν βέβαιοι κατά βάθος..


 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 46 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.


Ναγράφωγιασένα


θα'θελα να μπορώ σαν άντρας να γράφω.
Για σένα, μα με λόγια όχι απλά κοριτσίστικα.
Με υπερβολή και συναίσθημα βαρύ κι ύστερα από μποτίλιες ουίσκι
κι αφού μ'έχω σιχαθεί απ'την αδυναμία που σου δείχνω.
Να μπορούσα να 'μαι με το στριφτό μισοκολλημένο ανάμεσα στα χείλια,
να πικρίζει και να τινάζω μ'ενα νεύμα τις στάχτες.
Τότε θ'άξιζαν κάτι όλα αυτά.Τώρα φλυαρώ μόνο.
Κλαψιάρικα μουνιά με διάτρητες καρδιές θέλουν να μοιάζουν οι γυναίκες
κι είναι άδικο αφού δεν είμαστε μόνο αυτό.
Κι όσο φαντάζει γοητευτικός ο πεσσιμισμός άλλο τόσο είναι σίχαμα.
Κι ο ρομαντισμός επίσης άμα το παρακάνεις.Λίγα λόγια σταράτα.
Όπως,"σε γουστάρω", ας πούμε. Κι άμα χόρευα θα το κανα για πάρτυ σου.
Να με θαυμάσεις.Μ'αναμμένα μάγουλα κι ανάκατα μαλλιά και φτεροπόδαρα.
Θα πέταγα για σένα.Για όσο.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 46 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.



Ρόκε Ντάλτον, Δυο Ποιήματα

Ώρα της Στάχτης

Τελειώνει ο Σεπτέμβρης. Είναι ώρα να σου πω
πόσο δύσκολο ήταν να μην πεθάνω.

Για παράδειγμα, απόψε,
έχω στα χέρια γκρίζα
βιβλία όμορφα που δεν καταλαβαίνω,
δεν θα μπορούσα να τραγουδήσω
αν και έχει σταματήσει πια η βροχή
και μου έρχεται χωρίς λόγο η θύμηση
του πρώτου σκύλου που αγάπησα παιδί.

Από χτες που έφυγες
υπάρχει υγρασία και κρύο μέχρι και στη μουσική.
Όταν θα πεθάνω,
μονάχα θα θυμούνται την πρωινή και φανερή μου αγαλλίαση,
τη σημαία μου χωρίς δικαίωμα να κουραστεί,
τη συγκεκριμένη αλήθεια που μοίρασα από τη φωτιά,
τη γροθιά που έκανα ομόφωνη
με την κραυγή από πέτρα που απαίτησε η ελπίδα.

Κάνει κρύο χωρίς εσένα. Όταν θα πεθάνω,
όταν θα πεθάνω
θα πουν με καλή πρόθεση
πως δεν ήξερα να κλαίω.
Τώρα βρέχει πάλι.
Ποτέ δεν ήταν τόσο βράδυ στις εφτά παρά τέταρτο
όπως σήμερα.

Έχω επιθυμία να γελάσω
ή να σκοτωθώ.

***

Μη γίνεσαι άγριος, ποιητή


Η ζωή πληρώνει τους λογαριασμούς της με το αίμα σου
κι εσύ συνεχίζεις πιστεύοντας πως είσαι αηδόνι.

Πιάστης το λαιμό μια φορά, γδύστηνα,
ξαπλωσέ την και κάνε της την πάλη σου της φωτιάς,
γέμισέ της το μεγαλειώδες έντερο, γονιμοποίησέ την,
κάντην να γεννήσει εκάτο χρόνια απ'την καρδιά.

Αλλά με όμορφο τρόπο, αδελφέ,
με μια χειρονομία
ευνοϊκή για τη μελαγχολία.

 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

mindcircus

Περιβόητο μέλος

Η mindcircus αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Μηχανικός αεροσκαφών και μας γράφει απο Σουηδία (Ευρώπη). Έχει γράψει 5,956 μηνύματα.
Θάλασσα του Πρωιού

Εδώ ας σταθώ. Κι ας δω κ’ εγώ την φύσι λίγο.
Θάλασσας του πρωιού κι ανέφελου ουρανού
λαμπρά μαβιά, και κίτρινη όχθη· όλα
ωραία και μεγάλα φωτισμένα.

Εδώ ας σταθώ. Κι ας γελασθώ πως βλέπω αυτά
(τα είδ’ αλήθεια μια στιγμή σαν πρωτοστάθηκα)·
κι όχι κ’ εδώ τες φαντασίες μου,
τες αναμνήσεις μου, τα ινδάλματα της ηδονής.


Κ. Καβάφης
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

venividivici

Τιμώμενο Μέλος

Η venividivici αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 23,236 μηνύματα.


Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις

Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις, επειδή στέκεις εκεί σαν απουσία
κι ενώ μεν απ’ τα πέρατα με ακούς,
η φωνή μου εμένα δεν σε φτάνει.
Μου φαίνεται ακόμα ότι τα μάτια μου σε σκεπάζουν πετώντας
κι ότι ένα φιλί, μου φαίνεται,
στα χείλη σου τη σφαγίδα του βάνει.

Κι όπως τα πράγματα όλα ποτισμένα είναι από την ψυχή μου,
έτσι αναδύεσαι κι εσύ μέσ’ απ’ τα πράγματα,
ποτισμένη απ’ τη δική μου ψυχή.
Του ονείρου πεταλούδα, της ψυχής μου εσύ της μοιάζεις έτσι,
σαν όπως μοιάζεις και στη λέξη μελαγχολία, καθώς ηχεί.

Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις, επειδή στέκεις εκεί σαν ξενητειά.
Κι άμα κλαις μου αρέσεις,
απ’ την κούνια σου πεταλούδα μικρή μου εσύ.
Κι ενώ μεν απ’ τα πέρατα με ακούς,
η φωνή μου εμένα δεν μπορεί να σ’ αγγίξει:
Άσε με τώρα να βυθιστώ κι εγώ σωπαίνοντας
μες τη δική σου σιωπή.

Άσε με τώρα να σου μιλήσω κι εγώ με τη σιωπή
τη δικιά σου
που είναι απέρριτη σα δαχτυλίδι αρραβώνων
και που λάμπει σαν αστραπή.
Είσαι όμοια με την νύχτα, αγάπη μου,
η νύχτα που κατηφορίζει έναστρη.
Απόμακρη και τοσηδά και απ’ τα αστέρια φτιαγμένη
είναι η δικιά σου σιωπή.

Μ’ αρέσεις άμα σωπαίνεις, επειδή στέκεις εκεί σαν απουσία.
Μακρινή κι απαρηγόρητη, σα να σε σκέπασε χώμα.
Μια λέξη μόνο αν πεις, ένα χαμόγελο – μου αρκεί
για να πανηγυρίσω που είσαι εδώ κοντά μου ακόμα.



Ο ποιητής που ύμνησε τη γυναίκα....;););)

Πάμπλο Νερούδα-Μ' αρέσει άμα σωπαίνεις
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 46 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
Μες απ' τη θάλασσα που βγήκες, Ραφαέλ Αλμπέρτι


Μέσ’ απ’ τη θάλασσα που βγήκες πάλι μπαίνεις τώρα.
Τα χείλη μου κοιμούνται πλάι-πλάι με τ’ άρωμά σου.
Θα πιώ τα φύκια σου, κι απ’ τη χλωρίδα την αψιά σου
θ’ αρμέξω τις δροσιές: τα πόσιμα καυτά σου δώρα.

Με μένα δεν αργεί ποτέ της τής αυγής η ώρα·
τη βρίσκω πάντα ή καρφωμένη στην ψηλή θωριά σου
ή να γλιστρά σε διάδρομους γλυκούς μες στην κοιλιά σου:
στην άβυσσον εκείνη που με τρώει, τη σαρκοβόρα.

Από τη θάλασσα είσαι ήδη εδώ: άνθος πεταγμένο,
αστέρι που ’πεσε στη γης, κι εγώ με αφρούς το ραίνω
σπερματικούς, που φανερώνουν τον δικό μου μόχθο.

Τινάξου, ξάπλωσε, τεντώσου, σήκω ολόρθη κι έλα
να μπεις ολόκληρη στον λάρυγγά μου, υγρή κοπέλλα,
κι ανάλαβέ με δια παντός στων ουρανών τον όχθο.


Μετάφραση: Γιώργος Κεντρωτής.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

mindcircus

Περιβόητο μέλος

Η mindcircus αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Μηχανικός αεροσκαφών και μας γράφει απο Σουηδία (Ευρώπη). Έχει γράψει 5,956 μηνύματα.
Εγώ θέλω να κοιμάμαι πλάι σου.
Και να σου κάνω τα ψώνια σου, και να σου κουβαλάω τις σακούλες σου,
Και να σου λέω πόσο πολύ μου αρέσει να είμαι μαζί σου,
Και να θέλω να παίζουμε κρυφτό,
Και να σου δίνω τα ρούχα μου, και να σου λέω πόσο μ' αρέσουν τα παπούτσια σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να κάνεις μπάνιο,
Και να σου τρίβω το σβέρκο σου,
Και να σου φιλάω τα πόδια σου,
Και να σου κρατάω το χέρι σου,
Και να βγαίνουμε για φαγητό, και να μη με νοιάζει που θα μου τρως το δικό μου,
Και να σου δακτυλογραφώ την αλληλογραφία σου, και να σου κουβαλάω τα ντοσιέ σου,
Και να γελάω με την παράνοια σου,
Και να σου δίνω κασέτες που δεν θα τις ακούς,και να βλέπουμε καταπληκτικές ταινίες, και να βλέπουμε απαίσιες ταινίες,και να μαλώνουμε για το ραδιόφωνο,
και να σε βγάζω φωτογραφίες όταν κοιμάσαι,
και να σηκώνομαι πρώτος για να σου φέρω καφέ και κουλούρια και γεμιστά κρουασάν,
Και να πηγαίνουμε για καφέ στο Φλοράντ τα μεσάνυχτα,
Και να σ' αφήνω να μου κάνεις τράκα τσιγάρα,
Και να μην καταφέρνω ποτέ να βρω ένα σπίρτο,
Και να σου λέω τι είδα στην τηλεόραση χτες το βράδυ,
Και να μη γελάω με τα αστεία σου, και να σε θέλω το πρωί αλλά να σ' αφήνω να κοιμηθείς λίγο ακόμα.
Και να φιλάω την πλάτη σου, και να χαϊδεύω το δέρμα σου.
Και να σου λέω πόσο μα πόσο αγαπώ τα μαλλιά σου, τα μάτια σου, τα χείλη σου, το λαιμό σου, το στήθος σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες και να καπνίζω, ώσπου να γυρίσει σπίτι ο διπλανός σου,
Και να κάθομαι στις σκάλες ώσπου να γυρίσεις σπίτι εσύ,
Και να τρελαίνομαι όταν αργείς,
Και να ξαφνιάζομαι όταν γυρίζεις νωρίτερα,
Και να σου χαρίζω ηλιοτρόπια,
Και να πηγαίνω στο πάρτι σου και να χορεύω ώσπου να πέσω ξερός,
Και νάμαι δυστυχισμένος όταν έχω άδικο,
Και νάμαι ευτυχισμένος όταν με συγχωρείς,
Και να χαζεύω τις φωτογραφίες σου,
Και να παρακαλάω να σ' ήξερα μια ζωή.
Και ν' ακούω τη φωνή σου στο αυτί μου,
Και να νοιώθω το δέρμα σου πάνω στο δέρμα μου,
Και να τρομάζω όταν θυμώνεις,
Και τόνα σου μάτι να κοκκινίζει και το άλλο γαλάζιο,
Και να σ' αγκαλιάζω όταν σε πιάνει αγωνία,
Και να σε κρατάω σφιχτά όταν πονάς,
Και να σε θέλω όταν σε μυρίζω,
Και να σε πληγώνω όταν σε αγγίζω,
Και να κλαψουρίζω όταν είμαι πλάι σου, και να κλαψουρίζω όταν δεν είμαι,
Και να κυλάει το σάλιο μου πάνω στο στήθος σου,
Και να σε πλακώνω και να σε πνίγω τις νύχτες,
Και να ξεπαγιάζω όταν μου παίρνεις τις κουβέρτες, και να ζεσταίνομαι όταν δεν μου τις παίρνεις,
Και να λιώνω όταν χαμογελάς και να διαλύομαι όταν γελάς,
Και να μην καταλαβαίνω όταν λες ότι σε απορρίπτω,
Και ν' αναρωτιέμαι πως σου πέρασε ποτέ απ' το νου ότι εγώ θα μπορούσα ποτέ να σε απορρίψω,
Και ν' αναρωτιέμαι ποια είσαι αλλά να σε δέχομαι έτσι όπως είσαι,
Και να σου λέω για το μαγεμένο δάσος, τον άγγελο του δέντρου, το αγόρι που πέρασε πετώντας τον ωκεανό επειδή σ' αγαπούσε,
Και να σου γράφω ποιήματα, και να αναρωτιέμαι γιατί δεν με πιστεύεις,
Και να σ' αγαπάω τόσο βαθιά που να μην μπορώ να το βάλω σε λόγια,
Και να θέλω να σου πάρω ένα γατάκι που θα το ζηλεύω γιατί θα το προσέχεις περισσότερο από μένα,
Και να μη σ' αφήνω να σηκωθείς απ' το κρεβάτι όταν πρέπει να φύγεις,
Και να σου αγοράζω δώρα που εσύ δεν τα θέλεις, και πάλι να τα παίρνω πίσω,
Και να σου λέω να παντρευτούμε, και συ να μου λες πάλι όχι,
Αλλά εγώ να στο λέω και να στο ξαναλέω, γιατί όσο κι αν νομίζεις πως δεν το λέω σοβαρά εγώ πάντα σοβαρά το έλεγα, από την πρώτη φορά που στο είπα,
Και να τριγυρίζω στη πόλη και να τη νοιώθω άδειος χωρίς εσένα,
Και να θέλω ότι θέλεις,
Και να νομίζω πως χάνομαι, αλλά να ξέρω πως πλάι σου είμαι ασφαλής,
Και να σου μιλάω για ότι χειρότερο έχω μέσα μου,
Και να προσπαθώ να σου δίνω ότι καλύτερο έχω μέσα μου γιατί δεν σου αξίζει τίποτα λιγότερο
Και να σου λέω την αλήθεια αν και κατά βάθος δεν θέλω
Και να προσπαθώ να είμαι ειλικρινής γιατί ξέρω πως το προτιμάς,
Και να νομίζω πως όλα τέλειωσαν, κι ωστόσο να περιμένω άλλα δέκα λεπτά πριν με πετάξεις έξω απ' ζωή σου,
Και να ξεχνάω ποιος είμαι,
Και να κάνουμε έρωτα στις τρεις το πρωί,
Και κάπως με κάποιο τρόπο να σου εκφράζω έστω και λίγο
Τον ακάθεκτο
Τον ακατάλυτο
Τον ακατάσβεστο
Τον μεταρσιωτικό
Τον ψυχαναλυτικό
Τον άνευ όρων τον τα πάντα πληρούντα, τον δίχως τέλος και δίχως αρχή,
ΕΡΩΤΑ ΜΟΥ ΓΙΑ ΣΕΝΑ!


Λαχταρώ, Sarah Kane




 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

~Χλόη~

Νεοφερμένος

Η ~Χλόη~ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 47 μηνύματα.
Αιώνας εμπορίου, Τάσος Λειβαδίτης

H προσφορά κι η ζήτηση ρυθμίζουνε την κοινωνία
έλεγε ο μεγάλος αδερφός μου Mαρξ. Ένα μικρό, ανήθικο
εμπόριο
κάθε χειρονομία, κάθε λέξη, κι η πιο κρυφή σου σκέψη ακόμα,
μεγάλα λόγια στις γωνιές των δρόμων, οι ρήτορες σαν τους
λαχειοπώλες
διαφημίζοντας όνειρα για μελλοντικές κληρώσεις
τα αισθήματα στο Xρηματιστήριο, στα λογιστικά βιβλία
δούναι και λαβείν, πίστωση, χρέωση,
ισολογισμοί, εκπρόθεσμες συναλλαγματικές, μετοχές,
χρεώγραφα
κι ας κλαίει αυτή η γυναίκα στο δρόμο, τί σημασία έχει;
«ζούμε σε μια μεγάλη εποχή», οι παπαγάλοι δεν κάνουν
ποτέ απεργία
μικροί, ανάπηροι μισθοί αγορασμένοι με νεκρές
περηφάνειες
γνώση αβέβαιη, πληρωμένη μ’ όλη τη βέβαιη νιότη σου,
βρέχει νομίσματα, οι άνθρωποι τρέχουν σαν τρελοί να τα
μαζέψουν
νομίσματα όλων των εποχών, ελληνικά, ρωμαϊκά, της Bαβυλώνας,
δολάρια ασημένια
η βροχή είναι πυκνή, ανελέητη, πολλοί σκοτώνονται
πλανόδιοι έμποροι αγοράζουνε τα πτώματα ― θα χρειαστούν
μεθαύριο
σαν ανεξόφλητες αποδείξεις της «μεγάλης μας εποχής»,
κι αυτούς τους λίγους στίχους χρειάστηκε ένα ολόκληρο
θησαυροφυλάκιο πόνου, για να τους αποσπάσω
απ’ τη φιλάργυρη αιωνιότητα, σαν τοκογλύφοι οι μέρες μας
μάς κλέβουν τη ζωή, τί ζέστη, θε μου, κι όμως βρέχει,
τί καιρός, μα δε θα μου τη σκάσετε εμένα, κύριοι,
είμαι ιδιοφυία στο είδος σας, πίστωση, χρέωση,
ο Pοκφέλλερ άρχισε
πουλώντας καρφίτσες. Θα χτίσω, λοιπόν, κι εγώ ένα μεγάλο
προστατευτικό σπίτι
με τις πέτρες που μου ρίξατε
σ’ όλη τη ζωή μου.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 46 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
Γλυκερία Μπασδέκη, Τρίτη Δημοτικού

είμαι εννιά

πάω Τρίτη

δεν πέθανε η μάνα μου,
στο σπίτι μένουν ζωντανοί
(ακόμα)

έχω τετράδια,κόλλες γλασέ,μ’ αρέσει
ο Δημήτρης απ’ την
Πέμπτη

δε θα γεράσω σύντομα-θα
πάρει
χρόνια

θα βγάλω λύκειο,σχολές,
χριστούγεννα

θα βγάλω γλώσσα,ρούχα,
επετείους

μα τώρα είμαι εννιά-
δεν φτάσαμε στα κλάσματα
(ακόμα)


^για πολλούς δεν άλλαξαν και πολλά. :eek::/::P
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

KatM

Νεοφερμένος

Η Μαρκέλλα αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 30 ετών και επαγγέλεται Φοιτητής/τρια. Έχει γράψει 65 μηνύματα.
Νύχτα του Άγρυπνου Έρωτα

Νύχτα πάνω από τους δυο με πανσέληνο,
εγώ βάλθηκα να κλαίω κι εσύ γελούσες.
Η καταφρόνια σου ήταν ένας Θεός, τα δικά μου παράπονα
στιγμές και περιστέρια αλυσοδεμένα.

Νύχτα κάτω από τους δυο. Κρύσταλλο οδύνης,
έκλαιγες εσύ από βάθη απόμακρα.
Ο πόνος μου ήταν ένας σωρός από αγωνίες
πάνω στην αδύναμη καρδιά σου από άμμο.

Η αυγή μας έσμιξε πάνω στο κρεβάτι,
τα στόματα βαλμένα πάνω στο παγωμένο σιντριβάνι
του αίματος τ αστείρευτου που χύνεται.

Κι ο ήλιος μπήκε απ το κλειστό μπαλκόνι
και το κοράλλι της ζωής άπλωσε το κλαδί του
πάνω στην καρδιά μου τη σαβανωμένη.
Federico García Lorca
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

silent song

Εκκολαπτόμενο μέλος

Η Little Broken Heart αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 28 ετών, επαγγέλεται Χορευτής και μας γράφει απο Ιταλία (Ευρώπη). Έχει γράψει 228 μηνύματα.
Κική Δημουλά


Πληθυντικός αριθμός



Ο έρωτας
όνομα ουσιαστικόν
πολύ ουσιαστικόν,
ενικού αριθμού,
γένους ούτε θηλυκού ούτε αρσενικού,
γένους ανυπεράσπιστου.
Πληθυντικός αριθμός
οι ανυπεράσπιστοι έρωτες.
Ο φόβος,
όνομα ουσιαστικόν,
στην αρχή ενικός αριθμός
και μετά πληθυντικός:
οι φόβοι.
Οι φόβοι
για όλα από δω και πέρα.
Η μνήμη,
κύριο όνομα των θλίψεων,
ενικού αριθμού,
μόνον ενικού αριθμού
και άκλιτη.
Η μνήμη, η μνήμη, η μνήμη.
Η νύχτα,
όνομα ουσιαστικόν, γένους θηλυκού,
ενικός αριθμός.
Πληθυντικός αριθμός
οι νύχτες.
Οι νύχτες από δω και πέρα.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Ερις

Περιβόητο μέλος

Η Ερις αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Σκηνοθέτης. Έχει γράψει 4,955 μηνύματα.
Η Σκηνή - Μίλτος Σαχτούρης


Ἀπάνω στὸ τραπέζι εἴχανε στήσει
ἕνα κεφάλι ἀπὸ πηλὸ
τοὺς τοίχους τοὺς εἶχαν στολίσει
μὲ λουλούδια
ἀπάνω στὸ κρεβάτι εἴχανε κόψει ἀπὸ χαρτὶ
δυὸ σώματα ἐρωτικὰ
στὸ πάτωμα τριγύριζαν φίδια
καὶ πεταλοῦδες
ἕνας μεγάλος σκύλος φύλαγε
στὴ γωνιά

Σπάγγοι διασχίζαν τὸ δωμάτιο ἀπ᾿ ὅλες
τὶς πλευρὲς
δὲ θά ῾ταν φρόνιμο κανεὶς
νὰ τοὺς τραβήξει
ἕνας ἀπὸ τοὺς σπόγγους ἔσπρωχνε τὰ σώματα
στὸν ἔρωτα

Ἡ δυστυχία ἀπ᾿ ἔξω
ἔγδερνε τὶς πόρτες
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

elena

Πολύ δραστήριο μέλος

Η elena αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Ζωγράφος. Έχει γράψει 888 μηνύματα.
Απλοί στίχοι

Ένα σπίτι για να γεννηθείς
ένα δέντρο για να ανασάνεις
ένας στίχος για να κρυφτείς
ένας κόσμος για να πεθάνεις...
Τ.Λειβαδίτης
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

silent song

Εκκολαπτόμενο μέλος

Η Little Broken Heart αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 28 ετών, επαγγέλεται Χορευτής και μας γράφει απο Ιταλία (Ευρώπη). Έχει γράψει 228 μηνύματα.
Τάσος Λειβαδίτης

Ερωτικό

Ναι αγαπημένη μου, πολύ πριν να σε συναντήσω εγώ σε περίμενα… πάντοτε σε περίμενα. Σαν ήμουνα παιδί και με έβλεπε λυπημένο η μητέρα μου, έσκυβε και με ρωτούσε, τι έχεις αγόρι μου ; Δεν μίλαγα… μονάχα κοίταζα πίσω απ’ τον ώμο της έναν κόσμο άδειο από σένα… και καθώς πηγαινόφερνα το παιδικό κονδύλι ήταν για να μάθω να σου γράφω τραγούδια… Όταν ακούμπαγα στο τζάμι της βροχής ήταν που αργούσες ακόμα, όταν τη νύχτα κοίταζα τα αστέρια ήταν γιατί μου λείπανε τα μάτια σου, και όταν χτύπαγε η πόρτα μου και άνοιγα δεν ήτανε κανείς. Κάπου όμως μες στον κόσμο, ήταν η καρδιά σου που χτυπούσε. Έτσι έζησα πάντοτε…
Και όταν βρεθήκαμε για πρώτη φορά θυμάσαι; Μου άπλωσες τα χέρια τόσο τρυφερά, σαν να με γνώριζες από χρόνια… μα και βέβαια με γνώριζες. Γιατί πριν μπεις ακόμα στη ζωή μου είχες πολύ ζήσει μέσα στα όνειρα μου… αγαπημένη…
Θυμάσαι αλήθεια την πρώτη μεγάλη μέρα μας; Σου πήγαινε αυτό το κίτρινο φόρεμα, ένα απλό φτηνό φόρεμα μα ήταν τόσο όμορφα κίτρινο… οι τσέπες του κεντημένες με μεγάλα καφετιά λουλούδια… σου πήγαινε στο πρόσωπο σου ο ήλιος, σου πήγαινε στην άκρη του δρόμου αυτό το τριανταφυλλένιο σύννεφο, και αυτή η φωνή μακριά ενός πλανόδιου ακονιστή σου πήγαινε… Έβαζα τα χέρια μου στις τσέπες, τα ξανάβγαζα, βαδίζαμε δίχως λέξη… μα και την να πει κανείς όταν ο κόσμος είναι τόσο φωτεινός και τα μάτια σου, τόσο μεγάλα. Ένα παιδί στη γωνιά τραγούδαγε τις λεμονάδες του, ήπιαμε μια στα δυο, και αυτό το χελιδόνι που πέρασε ξαφνικά πλάι στα μαλλιά σου, τι σου είπε λοιπόν ; Είναι τόσο όμορφα τα μαλλιά σου… δεν μπορεί κάτι θα σου’ πε. Το ξενοδοχείο ήταν μικρό σε μια παλιά συνοικία πλάι στο σταθμό. Μα μες την αντηλιά κοιτάζαμε να μανουβράρουμε τα τρένα. Αλήθεια εκείνη η άνοιξη, εκείνο το πρωινό, εκείνη η απλή κάμαρα της ευτυχίας, αυτό το σώμα σου που κράταγα πρώτη φορά γυμνό, αυτά τα δάκρυα που δεν μπόρεσα στο τέλος να κρατήσω, πόσο σου πήγαιναν…
Κι ύστερα ξαφνικά εκείνο το βράδυ, έβρεχε, ανέβηκα τέσσερα-τέσσερα τα σκαλιά, κανείς στην κάμαρα. Έτρεμε στο ανοιχτό παράθυρο η κουρτίνα. ‘’Φεύγω, μην ζητήσεις να με βρεις’’, έγραφε. Η χτένα της ξεχασμένη πάνω στο τραπέζι ανάμεσα στις χυμένες πούδρες, σαν ένα μικρό, παιδικό φέρετρο, μέσα στη σκόνη. Που είσαι λοιπόν πες μου? Που είσαι, σ’ αναζητάω, σαν τον τυφλό που ψάχνει να βρει το πόμολο τις πόρτας σε ένα σπίτι που πιάσε φωτιά…
Τις νύχτες σηκώνομαι αλαφιασμένος, ντύνομαι και σε περιμένω. Δεν θα χτυπούσες καν την πόρτα. Θα πέταγες με βιάση το παλτό σου στην καρέκλα. Η κάμαρα όλη θα λιποθυμούσε όπως θα’ λυνες ξαφνικά , εκείνα τα ασύγκριτα τυραννικά μαλλιά σου. Η παλιά ντουλάπα, θα’ τρέχε και σαν μια ταπεινή υπηρέτρια θα σου βγάζε τα παπούτσια. Θα γελούσαν οι καθρέφτες , θα ξυπνούσαν οι γείτονες… Όλα έχουν μείνει όπως τα αφίσες θα σου’ λεγα… Και η χτένα σου, να τη εκεί. Η μαύρη μεγάλη χτένα σου , σαν ένας έρημος κατασκότεινος δρόμος που τον περνάω κάθε νύχτα…
Άσε με τώρα να κοιτάζω τα παράθυρα σου ξέροντας πως μέσα ένας άλλος σε παίρνει. Ένας άλλος βυθίζεται μες την μεγάλη σου άνοιξη. Εγώ και ποδοπατημένη από χιλιάδες άντρες σ’ αγαπώ… Άσε με εδώ στη γωνιά, δεν πειράζει ας χιονίζει… Αυτό το μικρό τετράγωνο φως που ρίχνει το παράθυρο σου επάνω στο χιόνι εμένα είναι ο κόσμος μου. Δεν θα σου πω τίποτα μόλις βγεις θα περπατάω δίπλα σου αμίλητος, και αν αυτό σε πειράζει μπορώ να’ ρχομαι πίσω σου σαν το σκυλί… Και όταν πεθάνω, το χώμα που θα με σκεπάζει δεν θα’ ναι για μένα το σκληρό χώμα τον νεκρών, μα η απαλή τρυφερή γη, που κάποτε πλαγιάσαμε γυμνοί πάνω της… ποδοπάτησε με να’ χω τουλάχιστον την ευτυχία να μ’ αγγίζεις…

 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Δεσμώτης

Περιβόητο μέλος

Ο Δεσμώτης αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 46 ετών. Έχει γράψει 4,605 μηνύματα.
Σήμερα στο σχολείο
μάθαμε συνθήματα,
από salvabor



θυμάμαι που στο σχολείο
μας λέγανε
ότι δεν έχουν παιδεία
όσοι γράφουν στους τοίχους.

Κι όμως,
μερικές φορές σκέφτομαι
ότι τα συνθήματα είναι η λογοτεχνία των δρόμων.

Και παρότι εγώ είμαι εκπαιδευμένος να μην γράφω
νομίζω ότι θα μ΄άρεσε
το "ΑΓΑΠΗ ΡΕ ΜΟΥΝΙΑ"
να'ταν γραμμένο στον τοίχο,
κάπου ανάμεσα στον πίνακα και την εικόνα του Χριστού.



 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Ερις

Περιβόητο μέλος

Η Ερις αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Σκηνοθέτης. Έχει γράψει 4,955 μηνύματα.
Το ύφος μιας μέρας- Γιώργος Σεφέρης


Το ύφος μιας μέρας που ζήσαμε πριν δέκα χρόνια σε ξένο τόπο
ο αιθέρας μιας παμπάλαιης στιγμής που φτερούγισε κι εχάθη σαν άγγελος Κυρίου
η φωνή μιας γυναίκας λησμονημένης με τόση φρόνηση και με τόσο κόπο∙
ένα τέλος απαρηγόρητο, μαρμαρωμένο βασίλεμα κάποιου Σεπτεμβρίου.

Καινούργια σπίτια, σκονισμένες κλινικές εξανθηματικά παράθυρα φερετροποιεία...
Συλλογίστηκε κανένας τι υποφέρει ένας ευαίσθητος φαρμακοποιός που διανυκτερεύει;
Ακαταστασία στην κάμαρα : συρτάρια παράθυρα πόρτες ανοίγουν το στόμα τους σαν άγρια θηρία∙
ένας απαυδισμένος άνθρωπος ρίχνει τα χαρτιά ψάχνει αστρονομίζεται γυρεύει.

Στενοχωριέται : αν χτυπήσουν την πόρτα ποιος θ' ανοίξει;
Αν ανοίξει βιβλίο ποιον θα κοιτάξει;
Αν ανοίξει την ψυχή του ποιος θα κοιτάξει; Αλυσίδα.
Πού 'ναι η αγάπη που κόβει τον καιρό μονοκόμματα στα δυο και τον αποσβολώνει;
Λόγια μονάχα και χειρονομίες.
Μονότροπος μονόλογος μπροστά σ' έναν καθρέφτη κάτω από μια ρυτίδα.
Σα μια στάλα μελάνι σε μαντίλι η πλήξει απλώνει.

Πέθαναν όλοι μέσα στο καράβι,
μα το καράβι ακολουθάει το στοχασμό του που άρχισε σαν άνοιξε από το λιμάνι.
Πώς μεγαλώσαν τα νύχια του καπετάνιου...
κι ο ναύκληρος αξούριστος που 'χε τρεις ερωμένες σε κάθε σκάλα...
Η θάλασσα φουσκώνει αργά,
τ' άρμενα καμαρώνουν κι η μέρα πάει να γλυκάνει.
Τρία δελφίνια μαυρολογούν γυαλίζοντας, χαμογελά η γοργόνα,
κι ένας ναύτης γνέφει ξεχασμένος στη γάμπια καβάλα.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

parafernalia

Περιβόητο μέλος

Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,235 μηνύματα.
ΠΑΝΣΕΛΗΝΟΣ



Το σώμα της ήταν ανθρώπινο. Το ίδιο και το κεφάλι της.
Ήταν γυναίκα.
Ψέματα!
Φοβάμαι ότι αν σας αποκαλύψω το μυστικό της δεν θα με πιστέψετε.
Κάθε πανσέληνο έμενε σπίτι της. Παρόλο που τότε η μοναξιά της
Γινόταν αβάσταχτη.
Είχε ανάγκη από πολλά δάκρυα για να φτιάξει τη θάλασσά της και να
Βρεθεί μέσα στο βυθό της ψάχνοντας τον πρίγκιπά της.
Εκεί αφηνόταν ελεύθερη, μοναδική γυναίκα του βυθού.
Μοναδική.
Το κεφάλι της κάτι είχε.
Θα σας αποκαλύψω το μυστικό της:
Κάθε πανσέληνο τα μαλλιά της έπεφταν και ξαναφύτρωναν
Όταν η πανσέληνος τελείωνε.
Γι’αυτό έμενε σπίτι της κάθε πανσέληνο από φόβο.
Τι κρίμα γι’αυτη την όμορφη γυναίκα.
Δεν ήξερε οτι ο πρίγκιπας δεν τη φοβόταν και την έψαχνε
Κάθε πανσέληνο.
Την έψαχνε παντού, εκτός απο τη θάλασσα.
Η θάλασσα ήταν μακριά γι’αυτον τον ασήμαντο ανθρωποπριγκηπα.
Αν ήξερε ποσο κοντα ήταν, θα πήγαινε τρεχοντας με μια αγκαλιά
Λουλούδια που κρατουσε γι’ αυτον το λογο απο την προηγούμενη ανοιξη.
Κι ας μην ήξερε κολύμπι. Ηξερε να κρατάει την αναπνοή του περισσότερο
Απο οποιονδήποτε αλλον.
Σ’ αυτή την πολη αυτή ηταν η δυναμη του.
Να κάθεται στο βυθο συνεχεια χωρις να βαριέται ποτε.
Και τι έγινε που η γυναίκα καθε πανσέληνο αντι για μαλλια στο κεφαλι
Της ειχε φύκια;
Μια τέτοια γυναίκα έψαχνε παντα, αλλα που να την εβρισκε ς’ αυτη την πολη;
Γι’ αυτο ειχε φυλάξει λουλουδια για να της πλέξει στεφανι. Να της το φορέσει
Για να μην καταλάβουν τη διαφορα και να την παρει και να αρχίσουν να τρεχουν.
Μέχρι να φτασουν στη θάλασσα και εκει στο μπλε της να κολυμπήσουν αγκαλια
Με την πανσέληνο.


www.filoxenoumenospoiitis.wordpress.com
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Επεξεργάστηκε από συντονιστή:

venividivici

Τιμώμενο Μέλος

Η venividivici αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 23,236 μηνύματα.
Όμηρος Αριτζής - Ομέρο Αρίτζις - Homero Aridjis
Μεξικανός ποιητής ελληνικής καταγωγής

«Η θεία Ερμιόνη»


Πάντα στο μυαλό μου τριγύριζε η ιστορία της θείας Ερμιόνης,

που χάθηκε, σύμφωνα με τον πατέρα μου, για ένα χρόνο στη Γιουγκοσλαβία
που απωλέσθη, σύμφωνα με το θείο μου, στο καράβι
που τη μετέφερε από τη Σμύρνη προς τη θάλασσα του Κανενός.
Οι επιζώντες μπερδεύουν τις διαδρομές των πεθαμένων
με τις δικές τους,
και πια δεν ξέρουν ποιο τ' όνειρο και ποια η θύμηση είναι

Ποτέ μου δεν είδα το πρόσωπο της θείας Ερμιόνης,

μ' αναστατώνει όμως το ότι χάθηκε στην αναμπουμπούλα του παρελθόντος
χωρίς να μπορώ να φωτίσω την ίδια τι συνέβη,
που χάθηκε και πού την ξαναβρήκαν.
Ή μήπως χάθηκε σ' έναν καιρό χωρίς ημερολόγια
σε μια θάλασσα χωρίς κύματα, κι ένα καράβι χωρίς τοιχώματα,
με τη μυστική απόφαση να ξεφύγει από όσους την αγαπούσαν;

Δεν γνώριζε ότι όσο ήταν ζωντανή

όσο μακριά και να πήγαινε στη χώρα χωρίς όνομα
πάντα θα 'πρεπε να επιστρέψει στο προσφυγικό καράβι
που είναι τούτο το παρόν, τούτος ο πλανήτης;
Μια μέρα την βρήκανε, σίγουρο αυτό
αν όμως τον εαυτό της ξαναβρήκε η ίδια, κανείς δεν είπε:
εξαφανίστηκε κάποια μέρα απ' τον κόσμο χωρίς ν' αφήσει
άλλες ιστορίες πίσω της.

πηγή
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 12 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

Top