Μοιραζόμαστε ποιήματα

EvanescenceQ

Επιφανές μέλος

Η EvanescenceQ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών. Έχει γράψει 14,181 μηνύματα.

Covid blues

Οι τοίχοι στενεύουν πολύ.
Ήταν πάντα έτσι;
Ήταν πάντα έτσι.

Μα τώρα,
είναι σαν να με κοιτάνε.
Είναι σαν,
να μη με χωρούν.

Νιώθω πως περισσεύω μέσα στο σπίτι.
Είμαι περιττή,
είμαι βάρος για τους τοίχους.

Κάποιες μέρες,
αλήθεια,
πιστεύω πως η απόσταση στα ντουβάρια μικραίνει.

Κάθε που τους γυρνάω την πλάτη, εκείνα έρχονται ένα βήμα πιο κοντά μου.

Ήταν πάντα έτσι;
Ήταν πάντα έτσι.

Είναι μια Τετάρτη,
ακόμα μια Τετάρτη γεμάτη τοίχους.

Θέλω να βγω έξω,
κι ας φοβάμαι πως σαν γυρίσω σπίτι,
οι τοίχοι θα ‘χουν πλησιάσει τόσο ,
που δεν θα χωράω ανάμεσά τους.

Πρέπει να ζητήσω άδεια για να βγω έξω.
Πρέπει να ζητήσω άδεια για να πάρω μιαν ανάσα,
για να περπατήσω,
για να υπάρξω στον δρόμο,
για να υπάρξω στο γρασίδι,
για να δω τον ουρανό , χωρίς προστατευτικά κάγκελα,
για να νιώσω τον κρύο αέρα, ή για να με ζεστάνει ο ήλιος.

Πρέπει να ζητήσω άδεια για να υπάρχω έξω από τους τοίχους.

Και πρέπει να βγω, γιατί όσο είμαι εδώ,
πονάει το σώμα μου.
Και πονάει το δέρμα μου,
πονάνε τα πνευμόνια μου ,
πονάνε τα κόκαλά μου.

Ο λαιμός μου πονάει,
πονάνε τα μάτια μου,

τα χείλη μου,
τα δόντια μου,
η γλώσσα μου

πονάνε.

Όλα πονάνε,
κι εγώ μαζί τους.

‘Ενα σύνολο πόνου κι αγωνίας.

Ήταν πάντα έτσι;

Πονάνε τα χέρια μου ,
τα δάχτυλά μου,
και τα πόδια μου, πονάνε.

Ό,τι δε με φέρνει κοντά σου
πονάει.

Πονάει το κεφάλι μου , και το μυαλό μου.

Η καρδιά μου πονάει,
η καρδιά μου
πονάει

η καρδιά μου

π

ο

ν

ά

ε

ι

Η ύπαρξη πονάει.
Ήταν πάντα έτσι.
Μα πριν,
ήταν επιτρεπτό
να πονάς και να υπάρχεις.

Τώρα,
χρειάζομαι άδεια για να πάρω μιαν ανάσα,
για να περπατήσω,
για να υπάρξω στον δρόμο,
για να υπάρξω στο γρασίδι,
για να δω τον ουρανό , χωρίς προστατευτικά κάγκελα,
για να νιώσω τον κρύο αέρα, ή για να με ζεστάνει ο ήλιος.

Και πιο πολύ απ’όλα
πονάει
που δεν σ’έχω εδώ
τα πρωινά,
τα μεσημέρια
και τα βράδια.

Να βάζεις πλάτη,
να στηρίζεις τα ντουβάρια,
να κρατάς τους τοίχους μακριά.

Πονάει το εδώ χωρίς εσένα.

Και το μόνο καλό,
είναι πως η πάνινη μάσκα ,
απορροφά ,
-κάπως-
τα δάκρυα.

#Λίλα Αθανασίου


----------------------------------------------------------------------------------

Φθορά

Μιλάω για την φυσική φθορά.
Την αναπόφευκτη φθορά.

Όχι σαν την άλλη, εκείνη που κουβαλάς μέσα σου όταν είσαι 20 χρονών.

Μιλώ για ατόφια φθορά.
Καθαρή. Λεία.

Θα ‘ρθει εκείνη η μέρα, που η φθορά θα σε βρει.
Αν δηλαδή, δε το ‘χει ήδη κάνει απ’όταν βρισκόσουν στην κούνια.

Γιατί, ξέρεις,
κάποιοι, γεννιούνται γερασμένοι.
Κουρασμένοι. Κακόμοιροι.

Κακιά μοίρα,
έχουν κακιά μοίρα.
Μαύρο μέλλον. Όχι μέλλον. Ούτε καν παρόν.

Κάποιοι,
γεννιούνται μόνο με παρελθόν.

Παρήλθαν.

Ήρθαν στον κόσμο φορτωμένοι με βαρύ παρελθόν.
Από την πρώτη τους ανάσα.
Χρεωμένοι με μνήμη.

Χρεωμένοι με ενοχή.

Παρήλθαν,
κουρασμένοι και κακόμοιροι.

Αλλά,
μη στεναχωρεθείς που κανείς δε τους λυπάται.

Ούτε οι ίδιοι δε λυπούνται.

Όσο για σένα,
ελπίζω να μη σε βρει η φθορά ήδη φθαρμένο.

Ελπίζω να μη μου μοιάζεις.

Ελπίζω ,
να ΄χεις προλάβει να γελάσεις πολύ, πριν έρθει.

Ελπίζω,
να έχεις προλάβει να ερωτευτείς πολλούς όμορφους ανθρώπους,
να ‘χεις δει την ομορφιά.

Ελπίζω να ‘χεις προλάβει να πεις “έζησα”
και να ‘χεις δύναμη,

στην φυσική φθορά να χαμογελάσεις.

Γιατί το μέσα σου,
άφθαρτο θα ‘ναι.

Δικό σου, τίμιο, καθάριο και έτοιμο.




#Λίλα Αθανασίου
 
Επεξεργάστηκε από συντονιστή:

EvanescenceQ

Επιφανές μέλος

Η EvanescenceQ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών. Έχει γράψει 14,181 μηνύματα.
Βαζω καποια ωραια κειμενακια που ταυτιστηκα:thumbup:

"Η μαμά μου σε Grand Prix (Ρεα Βιταλη)

Τώρα που το καλοσκέφτομαι γεννήθηκε με ταλέντο συνοδηγού. Όσοι έχετε διαβάσει το βιβλίο μου «Κάποτε θα γράψω ένα βιβλίο» θα θυμάστε τις σκηνές της παιδικής μου ηλικίας που περιγράφω σ' εκείνο το αυτοκίνητο, σε κείνες τις απέραντες διαδρομές, στους όλο στροφές και εκκλησάκια δρόμους, της δεκαετίας του '60. Τότε που υπήρχε η φράση «Πρόσεξε μην κόψεις κανέναν άνθρωπο». Καθόταν που λες στο δίπλα κάθισμα κι έλεγε κι έλεγε κι έλεγε. Ιστορίες, μαγευτικές διηγήσεις, νέα, κουτσομπολάκια. Είχε αναλάβει το διασκεδαστικό του πρόγραμμα. Και για κάθε έναν που ανέφερε στις κουβέντες της έκανε και την ανάλογη φωνή. Φοβερό το ταλέντο της στις μιμήσεις. Κι όλα αυτά για να τον ακούσει να γελάει. Να δει το μυαλό του να ξεφεύγει από τις επιχειρηματικές του σκοτούρες. Και κείνος ανταποκρινόταν. Και γελούσε και κατά διαστήματα της χάιδευε και το πόδι. Και κείνη δήθεν ξαφνιαζόταν κι έκανε και μια κίνηση και καλά… Τόσο δα ντροπής «Κάτσε βρε Κωστάκη μου!». Και γω, μέσα στον γενικότερο ενθουσιασμό του ταξιδιού, ζητούσα να πάω μπροστά. Πού να τ' ακούσει σύγχρονος; Η μπροστά θέση ήταν τότε τιμητική για τα παιδιά. Και όταν το αποδεχόταν… Θρίαμβος! Εξασφάλιζες αγκαλιά και πρώτη θέση «πίστα». Και καθοδηγούσε το βλέμμα μου ενώ με έσφιγγε στην αγκαλιά της «Δες τα σύννεφα τι σχηματισμούς κάνουν». Δύο χρόνια πριν πεθάνει ο πατέρας μου (τότε βέβαια δεν γνωρίζαμε αυτό που έμελλε να συμβεί) εκείνη ζήτησε επίμονα να πάρει δίπλωμα οδήγησης. Της το αρνιόταν πεισματικά. Μα κείνη πάντα προσπαθούσε να τον μεταπείσει, με τον τρόπο που είχαν εκείνες οι γυναίκες του τότε. Με γλύκα, με υπομονή, με επιχειρήματα, με χαριτωμένους ελιγμούς. «Μην επιμένεις Βεττάκι μου, θα σου βάλει χέρι ο δάσκαλος της σχολής οδήγησης. Τους ξέρω εγώ!». Ήταν η εποχή που υπήρχε η έκφραση «Θα σου βάλει χέρι». Και είχε κι άλλο επιχείρημα. «Αν πάρεις δίπλωμα, ποιος θα μιλάει στους ταξιτζήδες για τα αυτοκίνητά μας και την εταιρεία; Ξέρεις πόσα αυτοκίνητα πουλάμε σε ταξιτζήδες;». Κάπως έτσι λειτουργούσε τότε το marketing. Μα ό,τι κι αν έλεγε, η Βέττα πήρε δίπλωμα. Κρυφά έκανε μαθήματα. Συμμετείχα στην «παρανομία» της. Η ψυχή μου το ξέρει τι τραβήξαμε. Έχω βάσιμες υποψίες ότι λάδωσε. Ποτέ δεν το αποδέχτηκε αλλά και ούτε το διέψευσε. Του πήγε το δίπλωμα με ένα κουτί σοκολατάκια. «Κερνάω Κωστάκη μου που πήρα δίπλωμα» και κείνος γελούσε κάθε φορά που το σκεφτότανε «Αχ βρε Βεττάκι μου! Πώς το έκανες αυτό;». Και άρχισαν οι διαδρομές του μαρσαρίσματος. Είχε ένα θέμα με τις ταχύτητες. Ξεχνούσε να τις αλλάξει. Καθόμουν στο πίσω κάθισμα κι άκουγα το μούγκρισμα! Απορώ πώς δεν ξεψύχησε το αυτοκίνητο! Την ταλαιπωρούσε επίσης το παρκάρισμα. Και μ' έστελνε να παρακαλώ αγνώστους να μας το παρκάρουν. Στις μεγάλες επίσης ανηφόρες άκουγα και ένα «Ωχ! Την πατήσαμε» και έσφιγγε λίγο τα χειλάκια της μέχρι να βγει η ανηφόρα. Όταν εκείνος πέθανε, ανέλαβε η μάνα μου την εταιρεία. Αγώνας! Κάποτε… Κάποτε θα γράψω ένα επόμενο βιβλίο. Το Βεττάκι μου. Όσοι γνωρίζουν τη διαδρομή της, την τόσο επιτυχημένη. Τονίζω το «όσοι». Δεν είχαν τότε το κουσούρι οι επιχειρηματίες να τους γνωρίζει όλος ο κόσμος. Υπήρχε ήθος και σοφή μετριοπάθεια… Όσοι τέλος πάντων… Μιλάνε για μια γυναίκα που άφησε στίγμα και εποχή. Πόσες ήταν οι γυναίκες επιχειρηματίες τη δεκαετία 70! Μα εγώ δεν θυμάμαι «τα θριαμβευτικά» αλλά τα μάτια της. Ένα αρνάκι στον κόσμο των λύκων. Τους έφερε βόλτα χωρίς να «λυκέψει». Αυτό για μένα ήταν η πιο μεγάλη επιτυχία. Από εκείνη την εποχή λατρεύω μια σκηνή. Ήταν σε ένα μεγάλο συνέδριο που θα παρουσίαζαν το νέο μοντέλο της εταιρείας αυτοκινήτων. Σπουδαία πάντα τα συνέδρια! Για να νιώθουν περηφάνια οι εισαγωγείς ότι είχαν το μέγα προνόμιο του εισαγωγέα. Μεγαλειώδη συνέδρια. Εκείνη λοιπόν τη φορά, άνοιξε η σκηνή και πίσω της υπήρχε πίστα! Grand prix. Και το νέο μοντέλο ολόλαμπρο, ολόφωτο. Έτοιμο να δοκιμαστεί από τους εισαγωγείς. Όλοι πλησίασαν. Μιλούσαν με ενθουσιασμό. Ανέπτυσσαν τα σπουδαία χαρακτηριστικά. Μελετούσαν τη μηχανή. Και μετά τους παρέδωσαν συμβολικά ένα κλειδί αυτοκινήτου και άφησαν στη διάθεσή τους την πίστα για να το δοκιμάσουν αναπτύσσοντας βέβαια ταχύτητα. Ανάμεσά τους και το Βεττάκι. Μπορώ να φανταστώ το βλέμμα της. Μπορώ να αποκρυπτογραφήσω τη φράση της που λατρεύω «Τώρα ό,τι μας βρήκε, μας βρήκε». Μπορώ να φανταστώ το αδιέξοδο αλλά και την απόφασή της, θάρρος-θράσος, να αποτολμήσει. Το Βεττάκι κάθισε στο κάθισμα του οδηγού. Έστριψε το κλειδί. Γκάζωσε… Πρέπει να τη θυμούνται ακόμα. Α, ρε μάνα! Το Βεττάκι μου. (Σκεφτείτε τη διαδρομή της στην οδήγηση που σας περιέγραψα πριν). Το Βεττάκι ωστόσο την έβγαλε την πίστα. Σήμερα, γιορτή της μάνας, θέλω να της στείλω μια αγκαλιά. Την πιο μεγάλη. Θέλω να της πω ακόμα μια φορά ότι χάρηκα που τη γνώρισα. Ξέρεις πόσοι άνθρωποι αναλώνουν μια ζωή χωρίς να γνωριστούν μ' αυτούς που τους γέννησαν; Θέλω να της πω ότι τζάμπα όσες λέξεις μου είπε. Όσες διδαχές και καλά σοφές γονεϊκές κουβέντες. Το δικό μου Βεττάκι είναι αυτό που με δίδαξε χωρίς να μου πει ούτε μια λέξη. Μόνο εκείνο το μαρσάρισμα! Σε κείνη τη πίστα grand prix. Που την έβγαλε γιατί είχε την πρόθεση να τη βγάλει. Γιατί δεν κώλωσε. Και πάνω απ' όλα δεν ψωροπερηφανεύτηκε ότι το έκανε. Γιατί μέσα της ήξερε πως το μόνο που αληθινά έπραξε ήταν το καλύτερο που μπορούσε. Τι νομίζετε; Κι η ζωή μια πίστα είναι grand prix. Τις προθέσεις της ψυχής της αγάπησα. Και τον παιδικό της ενθουσιασμό, εκείνο το γλυκό της θάρρος-θράσος να βγάλει πέρα τον αγώνα. Βεττάκι χρόνια πολλά… Πολλά… Πολλά! Πηγή: Protagon.gr"
 

Lady M

Πολύ δραστήριο μέλος

Η Lady M αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Δανία (Ευρώπη). Έχει γράψει 1,393 μηνύματα.
oyranis.jpg


Κώστας Ουράνης
 

ManinaK

Νεοφερμένος

Η ManinaK αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 16 ετών. Έχει γράψει 4 μηνύματα.
Ναι την φτιάχνεις.
Κάθε φορά από την αρχή.
Όλο και πιο ζωντανή.
Όλο και πιο ποτισμένη.

Ναι την φτιάχνεις.
Με εκείνα τα χρώματα που σημαίνουν αρμονία.
Και με εκείνες τις λέξεις που δηλώνουν αρχή.

Την άνοιξη αν δεν την βρεις την φτιάχνεις, Οδυσσέας Ελύτης
 

EvanescenceQ

Επιφανές μέλος

Η EvanescenceQ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών. Έχει γράψει 14,181 μηνύματα.
Χλόη Κουτσουμπέλη, «Παρτίδα σκάκι»
(από την ποιητική συλλογή Η Αλεπού και ο κόκκινος χορός, Γαβριηλίδης, 2012)

Καθίσαμε απέναντι.
Τα δικά μου πιόνια ήταν σύννεφα.
Τα δικά του σίδερο και αίμα.
Αυτός είχε τα μαύρα.
Σκληροί, γυαλιστεροί οι πύργοι του
επιτέθηκαν με ορμή
ενώ η βασίλισσά μου
ξεντυνόταν στο σκοτάδι.
Ήταν καλός αντίπαλος,
προέβλεπε κάθε μου κίνηση
πριν καλά καλά ακόμα την σκεφτώ,
κι εγώ παρ’ όλα αυτά την έκανα,
με την ήρεμη εγκατάλειψη αυτού
που βαδίζει στο χαμό του.
Ίσως τελικά να με γοήτευε
το πόσο γρήγορα εξόντωσε τους στρατιώτες μου
τους αξιωματικούς, τους πύργους, τα οχυρά,
τις γέφυρες, τον βασιλιά τον ίδιο,
πόσο εύκολα διαπέρασε, εισχώρησε και άλωσε
βασίλεια ολόκληρα αρχαίας σιωπής
και πώς τελικά αιχμαλώτισε εκείνη τη μικρή βασίλισσα
από νεραϊδοκλωστή
που τόσο της άρεσε να διαφεύγει με πειρατικά καράβια
στις χώρες του ποτέ.
Ναι, ομολογώ ότι γνώριζα από πριν πως θα νικήσει.
Άλλωστε, γι’ αυτό έπαιξα μαζί του.
Γιατί, έστω και μια φορά, μες στη ζωή,
αξίζει κανείς να παίξει για να χάσει.


481820.b84caa3a.668x375o.ed358b4b8b8d@2x.png
 

EvanescenceQ

Επιφανές μέλος

Η EvanescenceQ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών. Έχει γράψει 14,181 μηνύματα.
*Από το βιβλίο «Λίγη Φθορά για γούρι» Γαβριηλίδης 2017 ***
ΑΣΗΜΙΝΑ ΞΗΡΟΓΙΑΝΝΗ /// ΓΙΑ ΝΑ ΓΡΑΨΕΙΣ ΠΟΙΗΣΗ

c270b38d9e3148864df7137b824a761e.jpg
 

Lady M

Πολύ δραστήριο μέλος

Η Lady M αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Δανία (Ευρώπη). Έχει γράψει 1,393 μηνύματα.

Ὁ Οὐρανός​

Πρῶτα νὰ πιάσω τὰ χέρια σου
Νὰ ψηλαφίσω τὸ σφυγμό σου
Ὕστερα νὰ πᾶμε μαζὶ στὸ δάσος
Ν᾿ ἀγκαλιάσουμε τὰ μεγάλα δέντρα
Ποὺ στὸν κάθε κορμὸ ἔχουμε χαράξει
Ἐδῶ καὶ χρόνια τὰ ἱερὰ ὀνόματα
Νὰ τὰ συλλαβίσουμε μαζὶ
Νὰ τὰ μετρήσουμε ἕνα-ἕνα
Μὲ τὰ μάτια ψηλὰ στὸν οὐρανὸ σὰν προσευχή.

Τὸ δικό μας τὸ δάσος δὲν τὸ κρύβει ὁ οὐρανός.

Δὲν περνοῦν ἀπὸ δῶ ξυλοκόποι.

Μανώλης Αναγνωστάκης
 

Guest 190013

Επισκέπτης

αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμέν. Δεν έχει γράψει κανένα μήνυμα.
Αηδίες—ο χρόνος έγινε για να κυλάει,
οι έρωτες για να τελειώνουν,
η ζωή για να πηγαίνει στο διάολο
κι εγώ για να διασχίζω το Άπειρο
με το μεγάλο διασκελισμό ενός μαθηματικού υπολογισμού,

μονάχα όποιος τα διψάει όλα
μπορεί να με προφτάσει,
ό,τι ζήσαμε χάνεται,
γκρεμίζεται μέσα στο σάπιο οισοφάγο του χρόνου
και μόνο καμμιά φορά, τις νύχτες,
θλιβερό γερασμένο μηρυκαστικό
τ’ αναμασάει η ξεδοντιασμένη μνήμη,

όσα δε ζήσαμε
αυτά μας ανήκουν.


Τάσος Λειβαδίτης βεβαίως
 

Lady M

Πολύ δραστήριο μέλος

Η Lady M αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Δανία (Ευρώπη). Έχει γράψει 1,393 μηνύματα.

ΚΥΚΛΙΚΟ​

Άραγε πώς γεννιέται
από ένα τίποτα η επιθυμία;

Πώς η επιθυμία γίνεται έρωτας,
ο έρωτας πώς αλλάζει
σε μακρινή ανάμνηση;

Άραγε πώς μπορεί
η ανάμνηση να σβήνει
μες στο τίποτα;


Τίτος Πατρίκιος
 

Lady M

Πολύ δραστήριο μέλος

Η Lady M αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Δανία (Ευρώπη). Έχει γράψει 1,393 μηνύματα.

Μια Πίκρα​


Τὰ πρῶτα μου χρόνια τ᾿ ἀξέχαστα τἄζησα
κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι,
στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη,
στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη.

Καὶ κάθε φορὰ ποὺ μπροστά μου ἡ πρωτάνθιστη
ζωούλα προβάλλει,
καὶ βλέπω τὰ ὀνείρατα κι ἀκούω τὰ μιλήματα
τῶν πρώτων μου χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι,

στενάζεις καρδιά μου τὸ ἴδιο ἀναστέναγμα:
Νὰ ζοῦσα καὶ πάλι
στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη,
στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη.

Μιὰ μένα εἶναι ἡ μοίρα μου, μιὰ μένα εἶν᾿ ἡ χάρη μου,
δὲν γνώρισα κι ἄλλη:
Μιὰ θάλασσα μέσα μου σὰ λίμνη γλυκόστρωτη
καὶ σὰν ὠκιανός ἀνοιχτὴ καὶ μεγάλη.

Καὶ νά! μέσ᾿ στὸν ὕπνο μου τὴν ἔφερε τ᾿ ὄνειρο
κοντά μου καὶ πάλι
τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη,
τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη.

Κι ἐμέ, τρισαλίμονο! μιὰ πίκρα μὲ πίκραινε,
μιὰ πίκρα μεγάλη,
καὶ δὲ μοῦ τὴ γλύκαινες πανώριο ξαγνάντεμα
τῆς πρώτης λαχτάρας μου, καλό μου ἀκρογιάλι!

Ποιὰ τάχα φουρτούνα φουρτούνιαζε μέσα μου
καὶ ποιὰ ἀνεμοζάλη,
ποὺ δὲ μοῦ τὴν κοίμιζες καὶ δὲν τὴν ἀνάπαυες,
πανώριο ξαγνάντεμα κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι;

Μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀμίλητη, μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀξήγητη,
μιὰ πίκρα μεγάλη,
ἡ πίκρα ποὺ εἶν᾿ ἄσβηστη καὶ μέσ᾿ τὸν παράδεισο
τῶν πρώτων μας χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι.

Κωστής Παλαμάς
 

Guest 561241

Επισκέπτης

αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμέν. Δεν έχει γράψει κανένα μήνυμα.

Μια Πίκρα​


Τὰ πρῶτα μου χρόνια τ᾿ ἀξέχαστα τἄζησα
κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι,
στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη,
στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη.

Καὶ κάθε φορὰ ποὺ μπροστά μου ἡ πρωτάνθιστη
ζωούλα προβάλλει,
καὶ βλέπω τὰ ὀνείρατα κι ἀκούω τὰ μιλήματα
τῶν πρώτων μου χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι,

στενάζεις καρδιά μου τὸ ἴδιο ἀναστέναγμα:
Νὰ ζοῦσα καὶ πάλι
στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη,
στὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη.

Μιὰ μένα εἶναι ἡ μοίρα μου, μιὰ μένα εἶν᾿ ἡ χάρη μου,
δὲν γνώρισα κι ἄλλη:
Μιὰ θάλασσα μέσα μου σὰ λίμνη γλυκόστρωτη
καὶ σὰν ὠκιανός ἀνοιχτὴ καὶ μεγάλη.

Καὶ νά! μέσ᾿ στὸν ὕπνο μου τὴν ἔφερε τ᾿ ὄνειρο
κοντά μου καὶ πάλι
τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴ ρηχὴ καὶ τὴν ἥμερη,
τὴ θάλασσα ἐκεῖ τὴν πλατιά, τὴ μεγάλη.

Κι ἐμέ, τρισαλίμονο! μιὰ πίκρα μὲ πίκραινε,
μιὰ πίκρα μεγάλη,
καὶ δὲ μοῦ τὴ γλύκαινες πανώριο ξαγνάντεμα
τῆς πρώτης λαχτάρας μου, καλό μου ἀκρογιάλι!

Ποιὰ τάχα φουρτούνα φουρτούνιαζε μέσα μου
καὶ ποιὰ ἀνεμοζάλη,
ποὺ δὲ μοῦ τὴν κοίμιζες καὶ δὲν τὴν ἀνάπαυες,
πανώριο ξαγνάντεμα κοντὰ στ᾿ ἀκρογιάλι;

Μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀμίλητη, μιὰ πίκρα εἶν᾿ ἀξήγητη,
μιὰ πίκρα μεγάλη,
ἡ πίκρα ποὺ εἶν᾿ ἄσβηστη καὶ μέσ᾿ τὸν παράδεισο
τῶν πρώτων μας χρόνων κοντὰ στὸ ἀκρογιάλι.

Κωστής Παλαμάς
Παιδιά, θα ήθελα να μου στείλετε, αν έχετε, κάποια έμμετρα ποιήματα! Γιατί δεν βρίσκω πουθενά... Κανένας ποιητής (πλην του Καρυωτάκη) δεν έγραφε σε έμμετρο λόγο... Τα χρειάζομαι για το θέατρο
 

Guest 434210

Επισκέπτης

αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμέν. Δεν έχει γράψει κανένα μήνυμα.
Ένα άστρο λυπημένο

Κάποτε δύο μάτια όμορφα κοιτούσαν αυτό τον κόσμο. Δυστυχώς μια λυπημένη ψυχή ταξιδεύει τον ουρανό, ψάχνοντας την γαλήνη που της κλέψανε τόσο βίαια σε αυτήν την ζωή. Μια κόρη μονάκριβη που για μια αγάπη ξένη, έγινε άστρο του ουρανού. Μια ψυχή φυλακισμένη σε ένα κλουβί μέσα στο οποίο την έβαλε ο κύρης της. Μια στιγμή, μια κραυγή. Στιγμές παραφροσύνης και μια στιγμή που η μονάκριβη χάθηκε για πάντα. Δύο παιδικά χεράκια χάσανε τόσο απότομα την μητρική αγκαλη. Δύο κόρες μακριά η μια από την άλλη. Φωνές και οδυρμοι. Καμία κόρη δεν πρέπει να χάνεται για κανένα ξένο έρωτα και μια ψευδή αγάπη. Μια μονάκριβη μας κοιτά ψηλά από τον ουρανό γεμάτη θλίψη και πόνο. Τα δάκρυα της έγιναν βροχή και η λύπη της καταιγίδα και πλημμύρισαν αυτό τον άδικο κόσμο. Και δύο ψυχές δεν θα ξαναανταμωσουνε ξανά από κοντά.

© Ηλίας Βασιλειάδης
ΥΓ. Το μπλογκ μου με τα ποιήματα μου είναι
https://poiitikon.blogspot.com/?m=1
 

soul

Εκκολαπτόμενο μέλος

Η soul αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 125 μηνύματα.
Η μοναξιά που τρομάζει (Γιάννης Ρίτσος)

Θα σου πω πια μοναξιά με τρομάζει περισσοτερο….
Εκείνη που την νιώθεις μέσα στο πλήθος.
Γιατί κανείς δεν ακούει τα λόγια σου,
δεν μετράει τους παλμούς της καρδιάς σου,
δεν απλώνει το χέρι να πιάσει το δικό σου,
απλά βαδίζει δίπλα σου και πολλές φορές
σε σπρώχνει για να περάσει.
 

Himela

Συντονίστρια

Η Himela αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 31,065 μηνύματα.
Γιώργος Σουρής
Γεννήθηκε το 1863 στην Ερμούπολη της νήσου Σύρου. Ήταν γόνος εύπορης οικογένειας. Ο πατέρας του ήθελε να τον κάνει ιερέα. Χρεοκόπησε, όμως, η οικογένειά του και ο πατέρας του τον έστειλε ως υπάλληλο στη Ρωσία σε κατάστημα ενός φίλου του φυτεμπόρου. Όταν επέστρεψε στην Ελλάδα γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών. Πτυχίο δε μπόρεσε να πάρει λόγω αποτυχίας στο μάθημα των Λατινικών. Στις 2 Απριλίου του 1833 κυκλοφορήθηκε το πρώτο φύλλο δικής του εφημερίδος, την οποία ο φίλος του και ποιητής Γεώργιος Δροσίνης της έδωσε τον τίτλο «Ο ΡΩΜΗΟΣ». Σ’ αυτή την εφημερίδα ο Σουρής έγραφε «εκδικητικούς» στίχους και σαρκαστικά ποιήματα. Ένα από τα ποιήματά του είναι και αυτό που θα καταγράψουμε στη συνέχεια, με σκοπό μήπως οι σημερινοί Έλληνες βάλουμε μυαλό και αφήσουμε τις ανοησίες και τις κακίιες στην πάντα για το καλό της δοξασμένης μας πατρίδος, της Ελλάδας του πολιτισμού και των ηρώων.
Ποιος είδε κράτος λιγοστό

σ’ όλη τη γη μοναδικό,

εκατό να εξοδεύει

και πενήντα να μαζεύει;


Να τρέφει όλους τους αργούς,

νά ’χει επτά Πρωθυπουργούς,

ταμείο δίχως χρήματα

και δόξης τόσα μνήματα;


Νά ’χει κλητήρες για φρουρά

και να σε κλέβουν φανερά,

κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε

τον κλέφτη να γυρεύουνε;


Όλα σ’ αυτή τη γη μασκαρευτήκαν

ονείρατα, ελπίδες και σκοποί,

οι μούρες μας μουτσούνες εγινήκαν

δεν ξέρομε τί λέγεται ντροπή.


Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι,

κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.

Κι από προσπάππου κι από παππού

συγχρόνως μπούφος και αλεπού.


Θέλει ακόμα -κι αυτό είναι ωραίο-

να παριστάνει τον ευρωπαίο.

Στα δυό φορώντας τα πόδια που ’χει

στο ’να λουστρίνι, στ’ άλλο τσαρούχι.


Σουλούπι, μπόϊ, μικρομεσαίο,

ύφος του γόη, ψευτομοιραίο.

Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης,

λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης.


Και ψωμοτύρι και για καφέ

το «δε βαρυέσαι» κι «ωχ αδερφέ».

Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς

σαν πιάσει πόστο: δερβέναγάς.


Δυστυχία σου, Ελλάς,

με τα τέκνα που γεννάς!

Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα,

τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;​
 

parafernalia

Περιβόητο μέλος

Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 4,886 μηνύματα.
Καρδιά στο κλουβί - Charles Henry Bukowski

φρενίτις στην αγορά
πόλεις καίγονται
ο κόσμος κλονίζεται
και απαιτεί δημοκρατία

η δημοκρατία..
δεν αποδίδει

ο χριστιανισμός..
δεν αποδίδει

ούτε η αθεΐα

τίποτα δεν αποδίδει
εκτός απ' το όπλο
κι εκείνων
που το εξουσιάζει

τίποτα δεν αλλάζει
οι αιώνες αλλάζουν
κι ο άνθρωπος
παραμένει ίδιος

η αγάπη λυγίζει
και διαλύεται

το μίσος
είναι η μοναδική πραγματικότητα
στις ηπείρους

στις ηπείρους
και στα δωμάτια δυο ανθρώπων

τίποτα δεν αποδίδει
εκτός απ' το όπλο
κι εκείνων
που το εξουσιάζει

όλα τ' άλλα..
είναι θεωρίες

φρενίτις στην αγορά
πόλεις καίγονται
για να ξαναχτιστούν
για να ξανακαούν

η δημοκρατία
δεν αποδίδει
ο χριστιανισμός
ούτε η αθεΐα

μόνο το όπλο

υπάρχει μόνο το όπλο

κι αυτούς..
που το εξουσιάζει

 

Himela

Συντονίστρια

Η Himela αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 31,065 μηνύματα.
Κωνσταντίνος Καβάφης

Όσο μπορείς

Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.
Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινήν ανοησία,
ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική.
 

Guest 561241

Επισκέπτης

αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμέν. Δεν έχει γράψει κανένα μήνυμα.
Κωνσταντίνος Καβάφης

Όσο μπορείς

Κι αν δεν μπορείς να κάμεις την ζωή σου όπως την θέλεις,
τούτο προσπάθησε τουλάχιστον
όσο μπορείς: μην την εξευτελίζεις
μες στην πολλή συνάφεια του κόσμου,
μες στες πολλές κινήσεις κι ομιλίες.
Μην την εξευτελίζεις πηαίνοντάς την,
γυρίζοντας συχνά κ' εκθέτοντάς την
στων σχέσεων και των συναναστροφών
την καθημερινήν ανοησία,
ως που να γίνει σα μια ξένη φορτική.
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα

Επειδή σ’ αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ’ αχανή
σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά – κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Μεσ’ από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας
στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε

Ακουστά σ’ έχουν τα κύματα
Πώς χαιδεύεις, πώς φιλάς
Πώς λες ψιθυριστά το “τι” και το “ε”
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά

Πάντα εσύ τ’ αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό
πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Το βρεγμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Τα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά
που μεγαλώνει
Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Επειδή σ’ αγαπώ και σ’ αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το
εξαργυρώνει:

Tόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ’ ουρανού με τ’ άστρα
Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή

Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Μεσ’ στους τέσσερεις τοίχους , το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν’ αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ’ αλλού φερμένο
Δεν τ’ αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ’ ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μεσ’ στον κόσμο αυτόν αγάπη μου

Να μιλώ για σένα και για μένα.

Ελύτης❤️ Το μονόγραμμα!
Μόνο αν το απαγγείλεις το νιώθεις:)

 
Επεξεργάστηκε από συντονιστή:

DrakeLivelos

Εκκολαπτόμενο μέλος

Ο DrakeLivelos αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 20 ετών και επαγγέλεται Φοιτητής/τρια. Έχει γράψει 137 μηνύματα.
Ο Μάρκος Αντώνιος συμμετείχε το 43 π.Χ. στο σχηματισμό της Δεύτερης Τριανδρίας, μαζί με τον Οκταβιανό και το Λέπιδο, με σκοπό τη διεκδίκηση της εξουσίας του Ρωμαϊκού κράτους. Ένα χρόνο μετά, αφού είχαν νικήσει τους δολοφόνους του Ιούλιου Καίσαρα, μοιράστηκαν τα εδάφη που κατείχε η Ρώμη, δίνοντας στον Αντώνιο τις κτήσεις στην Ανατολή.
Ο Μάρκος Αντώνιος στην Κιλικία (περιοχή της Μικράς Ασίας, απέναντι από την Κύπρο) συνάντησε την Κλεοπάτρα και εντυπωσιασμένος από την ομορφιά της, αντί να την τιμωρήσει για τη βοήθεια που είχε προσφέρει στους δολοφόνους του Καίσαρα, την έκανε ερωμένη του. Ο Αντώνιος σύντομα ερωτεύτηκε με πάθος την Κλεοπάτρα και άρχισε να αμελεί τις υποχρεώσεις του απέναντι στο Ρωμαϊκό κράτος και κυρίως απέναντι στη σύζυγό του την Οκταβία, η οποία ήταν αδερφή του Οκταβιανού.
Ενώ ο Οκταβιανός κατόρθωσε να εξουδετερώσει τον Λέπιδο και να συγκεντρώσει την εξουσία της Ρώμης, ο Αντώνιος σχεδίαζε να δημιουργήσει μια χωριστή αυτοκρατορία την οποία θα διοικούσε μαζί με την Κλεοπάτρα. Ο Οκταβιανός όμως αγανακτισμένος με τη στάση του Αντώνιου απέναντι στην αδερφή του και αναγνωρίζοντας τις επεκτατικές βλέψεις του εις βάρος του Ρωμαϊκού κράτους, έστρεψε τη Σύγκλητο εναντίον του, τον καθαίρεσε και κήρυξε πόλεμο κατά της Αιγύπτου. Ο πόλεμος αυτός, που ουσιαστικά ήταν ένας εμφύλιος ανάμεσα στον Οκταβιανό και τον Αντώνιο, κρίθηκε με τη ναυμαχία στο Άκτιο το 31 π.Χ. όπου οι δυνάμεις της Κλεοπάτρας και του Αντώνιου κατατροπώθηκαν.
Λίγους μήνες μετά ο Οκταβιανός κινήθηκε κατά της Αλεξάνδρειας (30 π.Χ.), και θέλοντας να χτυπήσει την πόλη και από τη στεριά και από τη θάλασσα, συγκέντρωσε ισχυρές στρατιωτικές δυνάμεις γύρω από την πόλη. Το τέλος του Αντώνιου ήταν πια δεδομένο.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο, την παραμονή της μεγάλης επίθεσης του Οκταβιανού, ξαφνικά τη νύχτα ακούστηκαν ήχοι μελωδικών οργάνων και μεγάλη φασαρία από κόσμο που χόρευε με βακχικούς αλαλαγμούς. Ήταν σα να κινούνταν ένας θορυβώδης θίασος προς την έξοδο της πόλης και ο θόρυβος σταμάτησε μόλις πέρασε τις πύλες, γεγονός που δημιούργησε μεγάλη αίσθηση στους κατοίκους που θεώρησαν ότι ήταν ένα σημάδι ότι ο προστάτης θεός του Αντώνιου, ο Διόνυσος, τον εγκατέλειπε.


Κωνσταντίνος Καβάφης «Ἀπολείπειν ὁ Θεός Ἀντώνιον»

Σάν ἔξαφνα, ὥρα μεσάνυχτ’, ἀκουσθεί
ἀόρατος θίασος νά περνᾶ
μέ μουσικές ἐξαίσιες, μέ φωνές –
τήν τύχη σου πού ἐνδίδει πιά, τά ἔργα σου
πού ἀπέτυχαν, τά σχέδια τῆς ζωῆς σου
πού βγῆκαν ὅλα πλάνες, μή ἀνωφέλετα θρηνήσεις.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού φεύγει.
Προ πάντων νά μή γελασθεῖς, μήν πεῖς πως ἦταν
ἕνα ὄνειρο, πώς ἀπατήθηκεν ἡ ἀκοή σου∙
μάταιες ἐλπίδες τέτοιες μήν καταδεχθεῖς.
Σάν ἕτοιμος ἀπό καιρό, σά θαρραλέος,
σάν που ταιριάζει σε πού ἀξιώθηκες μιά τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά πρός τό παράθυρο,
κι ἄκουσε μέ συγκίνησιν, ἀλλ’ ὄχι
με τῶν δειλῶν τά παρακάλια και παράπονα,
ὡς τελευταία ἀπόλαυσι τούς ἤχους,
τά ἐξαίσια ὄργανα τοῦ μυστικοῦ θιάσου,
κι ἀποχαιρέτα την, τήν Ἀλεξάνδρεια πού χάνεις.


Δημήτρης Χορν: «Διάβαζε υπέροχα»
 

Gorgina_srk

Νεοφερμένος

Η Gorgina_srk αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Φοιτητής/τρια. Έχει γράψει 57 μηνύματα.
Εγώ παραθέτω το αγαπημένο μου του Νερούδα : Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε
Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε.

Να γράψω για παράδειγμα: «Η νύχτα είναι αστροφώτιστη,
και τρεμοπαίζουν, γαλάζια, τ’ αστέρια, στα μάκρη».
Ο άνεμος της νύχτας περιστρέφεται στον ουρανό και τραγουδάει.

Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε.
Την αγάπησα, κι ήταν φορές που κι εκείνη μ’ αγάπησε.

Σε νύχτες σαν κι αυτή την είχα στην αγκαλιά μου.
Τη φίλησα τόσες φορές κάτω απ’ τον άπειρο ουρανό.

Εκείνη με αγάπησε, κι ήταν φορές που και εγώ την αγαπούσα.
Πώς να μην αγαπήσω τα μεγάλα ορθάνοιχτα μάτια της.

Μπορώ να γράψω τους πιο θλιμμένους στίχους απόψε.
Να σκεφτώ πως δεν την έχω. Να αισθανθώ πως την έχασα.

Ν’ ακούσω την απέραντη νύχτα, πιο απέραντη δίχως εκείνη.
Κι ο στόχος πέφτει στην ψυχή σαν τη δροσιά στα χόρτα.

Τι σημασία έχει που η αγάπη μου δεν μπόρεσε να την κρατήσει.
Η νύχτα είναι αστροφώτιστη κι εκείνη δεν είναι μαζί μου.

Αυτό είναι όλο. Μακριά κάποιος τραγουδάει. Μακριά.
Η ψυχή μου λυπάται που την έχει χάσει.

Σαν για να την πλησιάσω η ματιά μου την ψάχνει.
Η καρδιά μου την ψάχνει, κι εκείνη δεν είναι μαζί μου.

Η ίδια η νύχτα που κάνει ν’ ασπρίζουν τα ίδια δέντρα.
Εμείς, εκείνοι του τότε, δεν είμαστε πια οι ίδιοι.

Δεν την αγαπώ πια, είναι βέβαιο, αλλά πόσο την αγάπησα.
Η φωνή έψαχνε τον άνεμο για ν’ αγγίξει την ακοή της.

Σε άλλον. Θα ανήκει σε άλλον. Όπως και πριν από τα φιλιά μου.
Η φωνή της, το φωτεινό σώμα της. Τα άπειρα μάτια της.

Δεν την αγαπώ πια, είναι βέβαιο, αλλά μπορεί και να την αγαπώ.
Πόσο διαρκεί η αγάπη, πόσο διαρκεί η λησμονιά.

Επειδή σε νύχτες σαν κι αυτή που την είχα στην αγκαλιά μου,
η ψυχή μου λυπάται που την έχει χάσει.

Ακόμα κι αν αυτός είναι ο τελευταίος μου πόνος που μου δίνει,
κι αυτοί είναι οι τελευταίοι στίχοι που γράφω.
 

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

Top