Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
27-01-22
14:34
Δεν πρόκειται να κατανοήσουμε το κωμικό στοιχείο, αν δεν κατανοήσουμε πρώτα τους αγέλαστους.
Η ύπαρξή τους προσδίδει στο κωμικό τις πλήρεις διαστάσεις του, το ανάγει σε στοίχημα, σε ρίσκο, αποκαλύπτει τη δραματική ουσία του.
ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ - "Ο πέπλος"
Η ύπαρξή τους προσδίδει στο κωμικό τις πλήρεις διαστάσεις του, το ανάγει σε στοίχημα, σε ρίσκο, αποκαλύπτει τη δραματική ουσία του.
ΜΙΛΑΝ ΚΟΥΝΤΕΡΑ - "Ο πέπλος"
EvanescenceQ
Επιφανές μέλος
Η EvanescenceQ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών. Έχει γράψει 14,181 μηνύματα.
27-01-22
14:36
…η ελευθερία είναι το σημαντικότερο αγαθό του ανθρώπου και το να μην την ασκεί, όταν είναι εφικτό να την ασκεί, είναι κάτι που ο Θεός δεν μπορεί να μας το ζητήσει. Το να αποποιηθεί κάποιος την ελευθερία του αποτελεί πράγματι τρομερή αμαρτία, σχεδόν προσβολή προς τον Θεό.
….δεν υπάρχει πια τίποτα να πιστέψει κανείς…. Το μόνο που αξίζει τον κόπο είναι να στρατευτείς στην φυλή που εσύ ο ίδιος έχεις ελεύθερα επιλέξει…. το μοναδικό που σου μένει, το μοναδικό που πραγματικά σου ανήκει, είναι η ελευθέρια της επιλογής.
"Αιρετικοί"
Leonardo Padura
….δεν υπάρχει πια τίποτα να πιστέψει κανείς…. Το μόνο που αξίζει τον κόπο είναι να στρατευτείς στην φυλή που εσύ ο ίδιος έχεις ελεύθερα επιλέξει…. το μοναδικό που σου μένει, το μοναδικό που πραγματικά σου ανήκει, είναι η ελευθέρια της επιλογής.
"Αιρετικοί"
Leonardo Padura
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
28-01-22
13:55
“Σιγά-σιγά απλώνεται σιωπή και τότε,από την κουκέτα μου στον τρίτο όροφο,βλέπω και ακούω τον γέρο Κουν να προσεύχεται δυνατά, με τον μπερέ στο κεφάλι, κουνώντας βίαια το στήθος του. Ο Κουν ευχαριστεί τον Θεό γιατί γλίτωσε από την επιλογή. Ο Κουν είναι παράλογος. Δεν βλέπει στη διπλανή κουκέτα τον Μπέπο τον Έλληνα που είναι εικοσιδύο χρόνων και μεθαύριο θα πάει στον θάλαμο αερίων και το ξέρει και μένει ξαπλωμένος με το βλέμμα καρφωμένο στη λάμπα χωρίς να λέει τίποτα, χωρίς να σκέφτεται πλέον τίποτα; Δεν καταλαβαίνει ότι αυτό που συνέβη σήμερα είναι μια Ύβρις που καμιά προσευχή δεν μπορεί να την εξευμενίσει, καμία συγχώρεση, καμία εξιλέωση των ενόχων, τίποτα από όσα είναι στη δύναμη του ανθρώπου δεν μπορούν να την επανορθώσουν; Εάν ήμουν Θεός, θα έφτυνα στη γη την προσευχή του Κουν”.
Πρίμο Λέβι .
Εάν αυτό είναι άνθρωπος.
Πρίμο Λέβι .
Εάν αυτό είναι άνθρωπος.
EvanescenceQ
Επιφανές μέλος
Η EvanescenceQ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών. Έχει γράψει 14,181 μηνύματα.
28-01-22
14:25
«Ο θείος Σάκης» της Κώστιας Κοντολέων
Είναι –πρέπει να είναι– κάποιες φωτογραφίες ανάμεσα σε άλλες που ξεπροβάλλουν όλες τους μέσα από σιδερένια κουτιά, που κάποτε είχαν φιλοξενήσει γλυκά μπισκότα του παρελθόντος, μα τώρα φιλοξενούν ποικίλες μνήμες του τότε… Ναι, πρέπει να είναι αυτές οι φωτογραφίες αδιάψευστοι μάρτυρες μιας καταχωνιασμένης διάψευσης.
Ώρα των ενδοσκοπήσεων, λοιπόν. Ώρα μοναχική και ενίοτε οδυνηρή, που λειτουργεί σαν τυφλή ανασκαφή στα έγκατα του ασυνείδητου. Κι όσο πιο βαθιά προχωρά, τόσο τα κτερίσματα που φέρνει στο φως αποκτούν λανθάνουσα υπόσταση και καταγράφονται σ’ εκείνο το κομμάτι του εγκεφάλου που σαν ηλεκτρονικός υπολογιστής αποθηκεύει ως μη όφειλε και όσα θα έπρεπε να περάσουν οριστικά στη λήθη…
Ήταν ίσως η νοσταλγία που την είχε κάνει να ανοίξει εκείνο το ξεχασμένο σιδερένιο κουτί, που έκρυβε μέσα του αποτυπωμένες στιγμές της παιδικής της ηλικίας. Εκείνη την κουτσοδόντικη της πρώτης δημοτικού, τις άλλες των διαδοχικών αποκριάτικων μεταμορφώσεων κι άλλες μετέπειτα κι άλλες…
Κι εκεί, ανάμεσα σ’ εκείνες της ψευδεπίγραφα ανέμελης παιδικής της ηλικίας… Μπλέχτηκε στα δάχτυλά της μια, ψαλιδισμένη στη δεξιά της πλευρά, φωτογραφία. Σερπαντίνες και χάρτινες γιρλάντες που κρέμονταν από την οροφή μιας ταβέρνας σηματοδοτούσαν την τυπική μικροαστική αποκριάτικη ατμόσφαιρα εκεί στο ξέφτισμα της δεκαετίας του ’50.
Βιάστηκε να τη χώσει ανάμεσα στις άλλες φωτογραφίες, εκείνο το κόψιμο στη μια πλευρά απώθησε την περιέργειά της να την κοιτάξει καλύτερα και συνέχισε το ταξίδι της στο τότε με τις άλλες, όλες τους μαυρόασπρες, όλες τους ξεθωριασμένες από τον χρόνο.
Κουρασμένη, πια, από τη συναισθηματική αναδρομή και τους συνειρμούς που τη συνόδευαν, έκλεισε το σιδερένιο κουτί με την ξεθωριασμένη ετικέτα Μπισκότα Παπαδοπούλου και το παράχωσε στο προστατευτικό σκοτάδι της δερμάτινης κασέλας-θεματοφύλακα των ιερών και ανόσιων μυστικών της οικογένειας.
Έκανε να σηκωθεί και τότε η ψαλιδισμένη φωτογραφία ηθελημένα ή αθέλητα βρέθηκε πεσμένη στο χαλί.
Πρέπει να με δεις! λες και απαιτούσε.
Δεν αντιστάθηκε στην απαίτηση, υπέκυψε και τη σήκωσε από κάτω, είδε μια εκδοχή από τις πολλές του δεκάχρονου εαυτού της, να κάθεται στα γόνατα της μάνας της φορώντας κίτρινο κοτιγιόν με τουρκουάζ φτερό στο πλάι. Γελούσε ευτυχισμένη σε κάποιον απέναντί της που μόνο το παχουλό αφράτο χέρι του είχε γλιτώσει από το –εκδικητικό λες– κόψιμο του ψαλιδιού.
Κι ένιωσε την ανάγκη να το χαϊδέψει εκείνο το χέρι. Ήταν ως να ένωνε κομμάτια ενός δύσκολου παζλ για να φτιάξει εντέλει από μνήμης το σώμα και το πρόσωπο εκείνου του ακρωτηριασμένου άντρα.
Και σιγά-σιγά το παζλ άρχισε να ολοκληρώνεται σε μια άλλη ασπρόμαυρη φωτογραφία…
Αυτή απεικόνιζε μια παραλία, κάποιο σούρουπο, κι εκείνη να είναι κουρνιασμένη στην αγκαλιά ενός άντρα που την κρατούσε τρυφερά στην αγκαλιά του με τα παχουλά, αφράτα χέρια του, όπως ένας πατέρας αγκαλιάζει τη μοναχοκόρη του.
Μόνο που αυτός δεν ήταν ο πατέρας της – τα δικά της αχνά γράμματα με μολύβι είχαν στο πίσω μέρος της φωτογραφίας γράψει το όνομά του, Θείος Σάκης, υπογραμμίζοντας μια υποτιθέμενη υπόσταση της σχέσης τους. Εντέλει κι αυτή ψευδής.
Δεν ήταν, ασφαλώς, η κόρη του, δεν ήταν ανιψιά του.
Ήταν η κόρη της Λεώνης, που είχε μείνει χήρα στα είκοσι τρία της. Μ’ ένα μωρό στην κοιλιά κι ένα μέλλον αδιευκρίνιστο ακόμη…
Χήρα με παιδί… Ήταν… Και έμεινε.
Κι ο θείος Σάκης ακρωτηριασμένος σε μια παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία, ήρθε κι έφυγε, αφήνοντας ένα –λειψό κι αυτό– αφράτο παχουλό χέρι.
Τα ψαλίδια ανοίγουν δρόμους στη λήθη.
Η λήθη πάντα θα αντιπαλεύεται τη μνήμη.
Είναι –πρέπει να είναι– κάποιες φωτογραφίες ανάμεσα σε άλλες που ξεπροβάλλουν όλες τους μέσα από σιδερένια κουτιά, που κάποτε είχαν φιλοξενήσει γλυκά μπισκότα του παρελθόντος, μα τώρα φιλοξενούν ποικίλες μνήμες του τότε… Ναι, πρέπει να είναι αυτές οι φωτογραφίες αδιάψευστοι μάρτυρες μιας καταχωνιασμένης διάψευσης.
Ώρα των ενδοσκοπήσεων, λοιπόν. Ώρα μοναχική και ενίοτε οδυνηρή, που λειτουργεί σαν τυφλή ανασκαφή στα έγκατα του ασυνείδητου. Κι όσο πιο βαθιά προχωρά, τόσο τα κτερίσματα που φέρνει στο φως αποκτούν λανθάνουσα υπόσταση και καταγράφονται σ’ εκείνο το κομμάτι του εγκεφάλου που σαν ηλεκτρονικός υπολογιστής αποθηκεύει ως μη όφειλε και όσα θα έπρεπε να περάσουν οριστικά στη λήθη…
Ήταν ίσως η νοσταλγία που την είχε κάνει να ανοίξει εκείνο το ξεχασμένο σιδερένιο κουτί, που έκρυβε μέσα του αποτυπωμένες στιγμές της παιδικής της ηλικίας. Εκείνη την κουτσοδόντικη της πρώτης δημοτικού, τις άλλες των διαδοχικών αποκριάτικων μεταμορφώσεων κι άλλες μετέπειτα κι άλλες…
Κι εκεί, ανάμεσα σ’ εκείνες της ψευδεπίγραφα ανέμελης παιδικής της ηλικίας… Μπλέχτηκε στα δάχτυλά της μια, ψαλιδισμένη στη δεξιά της πλευρά, φωτογραφία. Σερπαντίνες και χάρτινες γιρλάντες που κρέμονταν από την οροφή μιας ταβέρνας σηματοδοτούσαν την τυπική μικροαστική αποκριάτικη ατμόσφαιρα εκεί στο ξέφτισμα της δεκαετίας του ’50.
Βιάστηκε να τη χώσει ανάμεσα στις άλλες φωτογραφίες, εκείνο το κόψιμο στη μια πλευρά απώθησε την περιέργειά της να την κοιτάξει καλύτερα και συνέχισε το ταξίδι της στο τότε με τις άλλες, όλες τους μαυρόασπρες, όλες τους ξεθωριασμένες από τον χρόνο.
Κουρασμένη, πια, από τη συναισθηματική αναδρομή και τους συνειρμούς που τη συνόδευαν, έκλεισε το σιδερένιο κουτί με την ξεθωριασμένη ετικέτα Μπισκότα Παπαδοπούλου και το παράχωσε στο προστατευτικό σκοτάδι της δερμάτινης κασέλας-θεματοφύλακα των ιερών και ανόσιων μυστικών της οικογένειας.
Έκανε να σηκωθεί και τότε η ψαλιδισμένη φωτογραφία ηθελημένα ή αθέλητα βρέθηκε πεσμένη στο χαλί.
Πρέπει να με δεις! λες και απαιτούσε.
Δεν αντιστάθηκε στην απαίτηση, υπέκυψε και τη σήκωσε από κάτω, είδε μια εκδοχή από τις πολλές του δεκάχρονου εαυτού της, να κάθεται στα γόνατα της μάνας της φορώντας κίτρινο κοτιγιόν με τουρκουάζ φτερό στο πλάι. Γελούσε ευτυχισμένη σε κάποιον απέναντί της που μόνο το παχουλό αφράτο χέρι του είχε γλιτώσει από το –εκδικητικό λες– κόψιμο του ψαλιδιού.
Κι ένιωσε την ανάγκη να το χαϊδέψει εκείνο το χέρι. Ήταν ως να ένωνε κομμάτια ενός δύσκολου παζλ για να φτιάξει εντέλει από μνήμης το σώμα και το πρόσωπο εκείνου του ακρωτηριασμένου άντρα.
Και σιγά-σιγά το παζλ άρχισε να ολοκληρώνεται σε μια άλλη ασπρόμαυρη φωτογραφία…
Αυτή απεικόνιζε μια παραλία, κάποιο σούρουπο, κι εκείνη να είναι κουρνιασμένη στην αγκαλιά ενός άντρα που την κρατούσε τρυφερά στην αγκαλιά του με τα παχουλά, αφράτα χέρια του, όπως ένας πατέρας αγκαλιάζει τη μοναχοκόρη του.
Μόνο που αυτός δεν ήταν ο πατέρας της – τα δικά της αχνά γράμματα με μολύβι είχαν στο πίσω μέρος της φωτογραφίας γράψει το όνομά του, Θείος Σάκης, υπογραμμίζοντας μια υποτιθέμενη υπόσταση της σχέσης τους. Εντέλει κι αυτή ψευδής.
Δεν ήταν, ασφαλώς, η κόρη του, δεν ήταν ανιψιά του.
Ήταν η κόρη της Λεώνης, που είχε μείνει χήρα στα είκοσι τρία της. Μ’ ένα μωρό στην κοιλιά κι ένα μέλλον αδιευκρίνιστο ακόμη…
Χήρα με παιδί… Ήταν… Και έμεινε.
Κι ο θείος Σάκης ακρωτηριασμένος σε μια παλιά ασπρόμαυρη φωτογραφία, ήρθε κι έφυγε, αφήνοντας ένα –λειψό κι αυτό– αφράτο παχουλό χέρι.
Τα ψαλίδια ανοίγουν δρόμους στη λήθη.
Η λήθη πάντα θα αντιπαλεύεται τη μνήμη.
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
28-01-22
14:35
Η ΜΑΓΕΙΑ ΤΟΥ ΤΙΠΟΤΑ
Η ζωή φορές μας κοιτάζει απ' το παράθυρο
Σχολαστικά τη μοίρα καθαρίζει από τις μελανιές της
Εικόνες μαζεύοντας σιωπής έως την επόμενη έκρηξη.
Καθώς αυξάνονται τα ελαφρυντικά στη χώρα της αυταπάτης
Το ελάχιστο συλλέγουμε άπειρο πριν αυτομολήσει.
Κοιμόμαστε μέσα στον άνεμο έχοντας την αγάπη στρώμα
Στο ταξίδι της αναγκαίας για την πορεία του μυαλού συμφιλίωσης.
Αιμόφυρτοι στην προσπάθεια ν' αντέξουμε τη δυστοπία
Όσο κι αν πάντα ερχόμαστε δεύτεροι στον επιτόπιο βηματισμό
Ρώγες μαζεύουμε και ψέματα στων ματιών τις διάτρητες κόρες.
Πόσο εδώδιμο αντέχει ακόμη διάνυσμα η καμπύλη της σκέψης;
Βαραίνει η πληρωμή όταν στηρίγματα αναζητά προσώρας
Το όλον γεννιέται για να χαθεί
Κι ο χρόνος εξανεμίζεται
Γιατί δεν υπάρχει.
Νίκος Μυλόπουλος - "ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΗΣ ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ", εκδ. Κοράλλι, 2021.
Η ζωή φορές μας κοιτάζει απ' το παράθυρο
Σχολαστικά τη μοίρα καθαρίζει από τις μελανιές της
Εικόνες μαζεύοντας σιωπής έως την επόμενη έκρηξη.
Καθώς αυξάνονται τα ελαφρυντικά στη χώρα της αυταπάτης
Το ελάχιστο συλλέγουμε άπειρο πριν αυτομολήσει.
Κοιμόμαστε μέσα στον άνεμο έχοντας την αγάπη στρώμα
Στο ταξίδι της αναγκαίας για την πορεία του μυαλού συμφιλίωσης.
Αιμόφυρτοι στην προσπάθεια ν' αντέξουμε τη δυστοπία
Όσο κι αν πάντα ερχόμαστε δεύτεροι στον επιτόπιο βηματισμό
Ρώγες μαζεύουμε και ψέματα στων ματιών τις διάτρητες κόρες.
Πόσο εδώδιμο αντέχει ακόμη διάνυσμα η καμπύλη της σκέψης;
Βαραίνει η πληρωμή όταν στηρίγματα αναζητά προσώρας
Το όλον γεννιέται για να χαθεί
Κι ο χρόνος εξανεμίζεται
Γιατί δεν υπάρχει.
Νίκος Μυλόπουλος - "ΕΡΑΣΙΤΕΧΝΗΣ ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ", εκδ. Κοράλλι, 2021.
EvanescenceQ
Επιφανές μέλος
Η EvanescenceQ αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 29 ετών. Έχει γράψει 14,181 μηνύματα.
28-01-22
14:40
«Συνωμοσία» της Έλενας Πολυγένη
Είναι η εποχή που σκέφτομαι πολύ ψύχραιμα και λογικά. Οι συλλογισμοί μου είναι διαδοχικοί, ένα, δύο, τρία. Καταλαβαίνω αμέσως τις διαθέσεις των άλλων. Όχι από ένστικτο. Είναι ζήτημα μαθηματικής εξίσωσης, αίτιο-αιτιατό. Γι’ αυτό κανένας δεν μπορεί να με ξεγελάσει πως τάχα κάνει ό,τι κάνει από την πολλή αγάπη, ή από φόβο ή επειδή σκέφτεται πρώτα εμένα. Ακριβώς τότε με πιάνει μανία να διαβάζω επιστημονικά βιβλία. Διαβάζω την Αλίκη στη Χώρα των Κβάντων, διαβάζω για τη γάτα του Σρέντινγκερ. Για τον Μαξ Πλανκ, τα παιδιά του, για τον γιο του που πήρε μέρος στη συνωμοσία εναντίον του Χίτλερ και εκτελέστηκε. Για τα φράκταλ.
Μια μέρα, χτυπάει το κουδούνι μου. Ανοίγω και βλέπω μπροστά μου έναν άντρα με τέσσερα παιδιά, δυο αγοράκια και δυο κοριτσάκια. Είναι καλοντυμένοι όλοι, περιποιημένοι. Σε λίγα λεπτά βρισκόμαστε στο σαλόνι μου, εγώ με τα παιδιά καθόμαστε στον καναπέ και ο άντρας μόνος του, λίγο παράμερα. Μοιάζει σαν να γερνάει απότομα και γρήγορα, μοιάζει σαν να πεθαίνει αργά. Τα παιδιά όμως μου εκμυστηρεύονται κάτι συγκλονιστικό. Είναι δικά μου παιδιά. Ήρθαν να με βρουν μετά από χρόνια. Αρχίζουν να με λένε μαμά κι εγώ δακρύζω. Αγγίζω τα χέρια τους, είναι αληθινά. Δεν θυμάμαι τίποτα, δεν θυμάμαι καθόλου γέννες και τέτοια, τίποτα απολύτως. Δεν πειράζει, σκέφτομαι, δεν έχει καμιά σημασία. Μετά μιλάει το μεσαίο αγοράκι. Είναι ένα πανέμορφο, καταπληκτικό παιδί, πολύ ώριμο για την ηλικία του. Αν δεν μας θέλεις δεν πειράζει, μου λέει, το καταλαβαίνουμε, ήρθαμε έτσι ξαφνικά, δεν μπορούμε στα καλά καθούμενα να εισβάλλουμε στη ζωή σου. Εμένα στο πρόσωπό μου πια τρέχουν ασταμάτητα δάκρυα, δεν μπορώ να ηρεμήσω, σκέφτομαι την γκαρσονιέρα μου, σκέφτομαι τη γάτα μου που δεν αντέχει την πολυκοσμία, σκέφτομαι τα πέντε ευρώ που έχω μέσα στο πορτοφόλι μου και ότι δεν ξέρω να μαγειρεύω τίποτα εκτός από πατάτες τηγανητές. Συγγνώμη, προφέρω ανάμεσα στους λυγμούς μου, συγγνώμη.
Το αγοράκι μού δίνει το χέρι του. Είναι σοβαρό πολύ, τα μάτια του λάμπουν. Μέσα στα δάχτυλά του το πιστόλι ανοίγει σαν κυκλάμινο, η σφαίρα με βρίσκει κατευθείαν στην καρδιά.
Είναι η εποχή που σκέφτομαι πολύ ψύχραιμα και λογικά. Οι συλλογισμοί μου είναι διαδοχικοί, ένα, δύο, τρία. Καταλαβαίνω αμέσως τις διαθέσεις των άλλων. Όχι από ένστικτο. Είναι ζήτημα μαθηματικής εξίσωσης, αίτιο-αιτιατό. Γι’ αυτό κανένας δεν μπορεί να με ξεγελάσει πως τάχα κάνει ό,τι κάνει από την πολλή αγάπη, ή από φόβο ή επειδή σκέφτεται πρώτα εμένα. Ακριβώς τότε με πιάνει μανία να διαβάζω επιστημονικά βιβλία. Διαβάζω την Αλίκη στη Χώρα των Κβάντων, διαβάζω για τη γάτα του Σρέντινγκερ. Για τον Μαξ Πλανκ, τα παιδιά του, για τον γιο του που πήρε μέρος στη συνωμοσία εναντίον του Χίτλερ και εκτελέστηκε. Για τα φράκταλ.
Μια μέρα, χτυπάει το κουδούνι μου. Ανοίγω και βλέπω μπροστά μου έναν άντρα με τέσσερα παιδιά, δυο αγοράκια και δυο κοριτσάκια. Είναι καλοντυμένοι όλοι, περιποιημένοι. Σε λίγα λεπτά βρισκόμαστε στο σαλόνι μου, εγώ με τα παιδιά καθόμαστε στον καναπέ και ο άντρας μόνος του, λίγο παράμερα. Μοιάζει σαν να γερνάει απότομα και γρήγορα, μοιάζει σαν να πεθαίνει αργά. Τα παιδιά όμως μου εκμυστηρεύονται κάτι συγκλονιστικό. Είναι δικά μου παιδιά. Ήρθαν να με βρουν μετά από χρόνια. Αρχίζουν να με λένε μαμά κι εγώ δακρύζω. Αγγίζω τα χέρια τους, είναι αληθινά. Δεν θυμάμαι τίποτα, δεν θυμάμαι καθόλου γέννες και τέτοια, τίποτα απολύτως. Δεν πειράζει, σκέφτομαι, δεν έχει καμιά σημασία. Μετά μιλάει το μεσαίο αγοράκι. Είναι ένα πανέμορφο, καταπληκτικό παιδί, πολύ ώριμο για την ηλικία του. Αν δεν μας θέλεις δεν πειράζει, μου λέει, το καταλαβαίνουμε, ήρθαμε έτσι ξαφνικά, δεν μπορούμε στα καλά καθούμενα να εισβάλλουμε στη ζωή σου. Εμένα στο πρόσωπό μου πια τρέχουν ασταμάτητα δάκρυα, δεν μπορώ να ηρεμήσω, σκέφτομαι την γκαρσονιέρα μου, σκέφτομαι τη γάτα μου που δεν αντέχει την πολυκοσμία, σκέφτομαι τα πέντε ευρώ που έχω μέσα στο πορτοφόλι μου και ότι δεν ξέρω να μαγειρεύω τίποτα εκτός από πατάτες τηγανητές. Συγγνώμη, προφέρω ανάμεσα στους λυγμούς μου, συγγνώμη.
Το αγοράκι μού δίνει το χέρι του. Είναι σοβαρό πολύ, τα μάτια του λάμπουν. Μέσα στα δάχτυλά του το πιστόλι ανοίγει σαν κυκλάμινο, η σφαίρα με βρίσκει κατευθείαν στην καρδιά.
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
29-01-22
11:04
Στη μέση της νύχτας θα ξύπναγε από κάποιο κορνάρισμα, θα άνοιγε τα μάτια κι εκείνη ακριβώς τη στιγμή τα φώτα του αυτοκινήτου από το δρόμο θα ταξίδευαν φευγαλέα στο ταβάνι. Θα σηκωνόταν χωρίς να κάνει θόρυβο και θα έβγαινε στο μπαλκόνι, θα έπαιρνε βαθιά ανάσα, θα μύριζε την Αθήνα, θα σκεφτόταν διάφορα σαχλά πράγματα, θα έλεγε μέσα της έναν ανόητο μονόλογο, θα γύριζε να κοιμηθεί χωρίς να διακόψει την ελαφρά ξελιγωμένη φωνή κάτω από το μαξιλάρι. Αν ήταν 1983, θα είχε ανέβει μαζί της χωρίς να την ρωτήσει κι όταν τελείωναν όπως όπως θα γύριζε από την άλλη μεριά, θα προλάβαινε και θα γύριζε από την άλλη μεριά. Όλη τη νύχτα θα είχαν γυρισμένες τις πλάτες και μόνο το πρωί θα γύριζαν πέντε λεπτά πριν σηκωθούν, θα την αγκάλιαζε και μετά θα της έλεγε πως έχει μια δουλειά. Μέσα σε είκοσι χρόνια κατάφεραν να γυρίζουν πολύ άνετα από την άλλη μεριά, αυτό ήταν το πιο μεγάλο κατόρθωμα στην ιστορία της ανθρωπότητας, οι ελεύθερες σχέσεις, ο σεβασμός της προσωπικότητας, η ισότητα των δυο φύλων, το έλεγαν όλα τα περιοδικά, το βροντοφώναζαν οι πανεπιστημιακές αναλύσεις, το υποστήριζαν οι διαδηλωτές στους δρόμους, το πρότειναν τα τραγούδια, το έβλεπαν στις ταινίες, το έγραφαν στα βιβλία, να του γυρίζεις την πλάτη, να της γυρίζεις την πλάτη, το πρωί να έχετε μια δουλειά. Μέσα σε είκοσι χρόνια όλοι βρέθηκαν ξαφνικά να έχουν μια δουλειά, στις δέκα και μισή έπρεπε να βρίσκονται κάπου. Μέσα σε είκοσι χρόνια είσαι ελεύθερος να δεχτείς όλες τις δοκιμασίες νομίζοντας ότι είναι ξαφνικές ευλογίες που έρχονται από το πουθενά, σταλμένες από την τυχαία πλοκή, κληροδοτημένες από το τίποτα .
Η γραμμή του ορίζοντος.
Χρήστος Βακαλόπουλος
17 Ιανουαρίου 1956 - 29 Ιανουαρίου 1993
Η γραμμή του ορίζοντος.
Χρήστος Βακαλόπουλος
17 Ιανουαρίου 1956 - 29 Ιανουαρίου 1993
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
01-02-22
13:03
Καράσκο: “Αν εσύ είσαι τρελός, εγώ δε θα σ΄ αφήσω να τρελάνεις κι εμάς. Τη ζωή πρέπει να τη βλέπουμε όπως είναι πραγματικά”
Θερβάντες: “Όπως πραγματικά είναι… Ξέρεις πόσα χρόνια περιπλανιέμαι στην πραγματικότητά σας; Ξέρεις πόσες φορές έχω δει τη ζωή όπως είναι πραγματικά; Τόσες όσες δεν μπορείς να φανταστείς. Πόνος, εξαθλίωση, πείνα και απίστευτη σκληρότητα. Είδα ανθρώπους να ταπεινώνονται τόσο, που να αναρωτιούνται γιατί γεννήθηκαν. Είδα φίλους μου να πεθαίνουν μέσα στην απελπισία. Ξέρεις τι έβλεπα στο βλέμμα τους την τελευταία τους στιγμή; Σύγχυση. Μια τεράστια απορία πλανιόταν στα μάτια τους. Γιατί; Δεν νομίζω ότι ρωτούσαν γιατί πεθαίνουν, αλλά γιατί έχουν ζήσει…
Όταν η ίδια η ζωή είναι τόσο παράλογη, ποιος μπορεί να πει τι είναι τρέλα και τι είναι λογική; Ίσως τρέλα μπορεί να είναι το να εγκαταλείπουμε τα όνειρά μας. Να γινόμαστε πρακτικοί, νομίζοντας ότι μπορούμε να δούμε την “πραγματικότητα”. Ίσως αυτό να είναι τρέλα. Να ψάχνουμε θησαυρούς εκεί που σωρεύονται σκουπίδια. Ίσως η πολλή λογική να είναι τρέλα. Και τι μεγαλύτερη τρέλα απ’ όλες, να βλέπεις τη ζωή όπως είναι και όχι όπως θα έπρεπε να είναι“
Απόσπασμα από το βιβλίο Δον Κιχώτης
Θερβάντες: “Όπως πραγματικά είναι… Ξέρεις πόσα χρόνια περιπλανιέμαι στην πραγματικότητά σας; Ξέρεις πόσες φορές έχω δει τη ζωή όπως είναι πραγματικά; Τόσες όσες δεν μπορείς να φανταστείς. Πόνος, εξαθλίωση, πείνα και απίστευτη σκληρότητα. Είδα ανθρώπους να ταπεινώνονται τόσο, που να αναρωτιούνται γιατί γεννήθηκαν. Είδα φίλους μου να πεθαίνουν μέσα στην απελπισία. Ξέρεις τι έβλεπα στο βλέμμα τους την τελευταία τους στιγμή; Σύγχυση. Μια τεράστια απορία πλανιόταν στα μάτια τους. Γιατί; Δεν νομίζω ότι ρωτούσαν γιατί πεθαίνουν, αλλά γιατί έχουν ζήσει…
Όταν η ίδια η ζωή είναι τόσο παράλογη, ποιος μπορεί να πει τι είναι τρέλα και τι είναι λογική; Ίσως τρέλα μπορεί να είναι το να εγκαταλείπουμε τα όνειρά μας. Να γινόμαστε πρακτικοί, νομίζοντας ότι μπορούμε να δούμε την “πραγματικότητα”. Ίσως αυτό να είναι τρέλα. Να ψάχνουμε θησαυρούς εκεί που σωρεύονται σκουπίδια. Ίσως η πολλή λογική να είναι τρέλα. Και τι μεγαλύτερη τρέλα απ’ όλες, να βλέπεις τη ζωή όπως είναι και όχι όπως θα έπρεπε να είναι“
Απόσπασμα από το βιβλίο Δον Κιχώτης
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
02-02-22
04:04
"Λες έχω αμπέλια και χωράφια και σπίτια και γης. Κουράδες έχεις. Κανένας άνθρωπος δεν έχει γη. Η γης έχει εμάς και σπάει κέφι μαζί μας, άσε που την ενοχλάμε κάθε λίγο σαν κοτόψειρες. Δύναμη; Μπούρδες. Ίδρωσες να κάνεις μια πολυκατοικία 46 διαμερίσματα και πλακώνει ένας σεισμός και στην κάνει λιάδα. Πήρες παρασήματα και χειροκροτήματα και ζήτω και έρχεται αδερφάκι μου ένα τόσο δα μικρόβιο από συνάχι και σε κάνει μια πτωματάρα χωρίς να το καταλάβεις. Έβαλες παρά στην μπάντα και διέταξες κόσμο κάντε έτσι ρε μερμήγκια ασήμαντα, και σε πιάνει ένα κόψιμο και είσαι ρεζίλης στην λεκάνη του καμπινέ. Κάνεις το δυνατό κι έτσι και πιάσει μια παγωνιά τρέμεις σαν παλιόσκυλο και από την άλλη μεριά, μια μολόχα, ένα χορταράκι ασήμαντο, κάθεται όλη νύχτα και τρώει τους αέρηδες και το χιονιά και το πρωί είναι φρέσκο και δεν τούγινε τίποτα. Πούν’ η δύναμή σου ρε φιόγκο κάτου από τούτο εδώ το Σύμπαν που μας πλακώνει με το βάρος του; Πούναι τα μεγαλεία σου και το τουπέ σου; Μια ανάποδη να πάρουνε τα πράματα, στα λεφτά, στα πολιτικά, στην υγεία, στα όλα που την βασίζεις, πας, ξεγράφτηκες και μήτε που θέλουνε να σε θυμούνται οι άλλοι. Πέθανες και περάσανε πενήντα χρόνια και μήτε κανένας ξέρει αν υπήρξες και αν έκανες και σε φοβηθήκανε και σε λογαριάσανε."
Νίκος Τσιφόρος
Τα παιδιά της πιάτσας
Νίκος Τσιφόρος
Τα παιδιά της πιάτσας
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει από Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,320 μηνύματα.
02-02-22
10:47
Guest 709611
Επισκέπτης
αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμέν. Δεν έχει γράψει κανένα μήνυμα.
02-02-22
10:48
Όμως τώρα δεν προσπαθώ να σας πω για τη μελαγχολία της Ιστανμπούλ, αλλά για την θλίψη στην οποία βλέπουμε τον εαυτό μας, που της έχουμε διάσταση πνευματική και τη μοιραζόμαστε όλοι σαν μια κοινωνία. Θλίψη είναι το σημείο όπου συναντιούνται η ίδια η πόλη και οι αναμνήσεις από τις εικόνες της πόλης. Εννοώ τα βράδια που έρχονται νωρίς, τους πατεράδες που κάτω από τα φώτα των δρόμων γυρίζουν στα σπίτια τους στους πίσω μαχαλάδες με μια σακούλα στα χέρια.
Τους γερασμένους βιβλιοπώλες που έπειτα από κάθε οικονομική κρίση περιμένουν τρέμοντας από το κρύο στο μαγαζί τους όλη μέρα πελάτη, τους μπαρμπέρηδες που έπειτα από την κρίση παραπονιούνται ότι ο κόσμος ξυρίζεται λιγότερο συχνά, τους ναύτες καθώς πλένουν, μ’ έναν κουβά στο χέρι, τα δεμένα στις άδεις αποβάθρες παλιά βαπόρια του Βοσπόρου, ρίχνουν ματιές στη μικρή ασπρόμαυρη τηλεόραση κάπου παρακάτω, και που σε λίγο θα πέσουν να κοιμηθούν στο βαπόρι που πλένουν, τα παιδιά που παίζουν ποδόσφαιρο στους στενούς λιθόστρωτους δρόμους ανάμεσα στα αυτοκίνητα, τις μαντιλοδεμένες γυναίκες με τις πλαστικές σακούλες στα χέρια, που περιμένουν στις απόμερες στάσεις των λεωφορείων, χωρίς να μιλάνε μεταξύ τους, το λεωφορείο που δεν έρχεται ποτέ, τους άδειους καϊκχανέδες των παλιών γιαλί, τους τσαϊχανέδες που γεμάτοι με άνεργους, τους υπομονετικούς μαστροπούς που τα καλοκαιρινά βράδια περπατάνε πέρα-δώθε στα πεζοδρόμια της πιο μεγάλης πλατείας της πόλης με την ελπίδα να βρούνε κάνα μεθυσμένο τουρίστα, τον κόσμο που τα χειμωνιάτικα βράδια τρέχει να προλάβει τα βαπόρια, τις γυναίκες που περιμένουν τους καθυστερημένους άντρες τους να γυρίσουν στο σπίτι τα βράδια, παραμερίζουν τις κουρτίνες να ρίξουν μια ματιά στον δρόμο, τους γέρους με τους τακέδες, τους μικρούς σκούφους, που στις αυλές των τζαμιών πουλάνε θρησκευτικά βιβλιαράκια, κομπολόγια, αγιασμούς, τις εισόδους χιλιάδων πολυκατοικιών που όλες μοιάζουν μεταξύ τους, τα ξύλινα κτίρια που από μικρά αρχοντικά έχουν μετατραπεί σε δημαρχεία και που τα ξύλινα πατώματα τους βογκάνε σε κάθε βήμα, τις σπασμένες τραμπάλες στις άδειες παιδικές χαρές, τις σφυρίχτρες των βαποριών στην ομίχλη, τα ερειπωμένα βυζαντινά τείχη της πόλης, τις αγορές που αδειάζουν όταν βραδιάζει, τα χαλάσματα που είναι ό,τι έχει απομείνει από τους παλιούς τεκέδες, τις προσόψεις των δεκάδων χιλιάδων πολυκατοικιών που από τη βρόμα, τη σκουριά, την κάπνα και τη σκόνη έχουν χάσει το χρώμα τους, τους γλάρους που στέκονται ακίνητοι, κάτω από την βροχή, πάνω στις σημαδούρες που είναι γεμάτες μύδια και φύκια, τα τεράστια αιωνόβια αρχοντικά που τις πιο κρύες μέρες του χρόνου ένας καπνός, κι αυτός λεπτός και σχεδόν αόρατος, βγαίνει από την μοναδική καμινάδα τους, τους άντρες που ψαρεύουν στη γέφυρα του Γαλατά, τις κρύες αίθουσες των βιβλιοθηκών…
Απόσπασμα : Θλίψη και μελαγχολία στην Πόλη (Ορχάν Παμούκ...)
Τους γερασμένους βιβλιοπώλες που έπειτα από κάθε οικονομική κρίση περιμένουν τρέμοντας από το κρύο στο μαγαζί τους όλη μέρα πελάτη, τους μπαρμπέρηδες που έπειτα από την κρίση παραπονιούνται ότι ο κόσμος ξυρίζεται λιγότερο συχνά, τους ναύτες καθώς πλένουν, μ’ έναν κουβά στο χέρι, τα δεμένα στις άδεις αποβάθρες παλιά βαπόρια του Βοσπόρου, ρίχνουν ματιές στη μικρή ασπρόμαυρη τηλεόραση κάπου παρακάτω, και που σε λίγο θα πέσουν να κοιμηθούν στο βαπόρι που πλένουν, τα παιδιά που παίζουν ποδόσφαιρο στους στενούς λιθόστρωτους δρόμους ανάμεσα στα αυτοκίνητα, τις μαντιλοδεμένες γυναίκες με τις πλαστικές σακούλες στα χέρια, που περιμένουν στις απόμερες στάσεις των λεωφορείων, χωρίς να μιλάνε μεταξύ τους, το λεωφορείο που δεν έρχεται ποτέ, τους άδειους καϊκχανέδες των παλιών γιαλί, τους τσαϊχανέδες που γεμάτοι με άνεργους, τους υπομονετικούς μαστροπούς που τα καλοκαιρινά βράδια περπατάνε πέρα-δώθε στα πεζοδρόμια της πιο μεγάλης πλατείας της πόλης με την ελπίδα να βρούνε κάνα μεθυσμένο τουρίστα, τον κόσμο που τα χειμωνιάτικα βράδια τρέχει να προλάβει τα βαπόρια, τις γυναίκες που περιμένουν τους καθυστερημένους άντρες τους να γυρίσουν στο σπίτι τα βράδια, παραμερίζουν τις κουρτίνες να ρίξουν μια ματιά στον δρόμο, τους γέρους με τους τακέδες, τους μικρούς σκούφους, που στις αυλές των τζαμιών πουλάνε θρησκευτικά βιβλιαράκια, κομπολόγια, αγιασμούς, τις εισόδους χιλιάδων πολυκατοικιών που όλες μοιάζουν μεταξύ τους, τα ξύλινα κτίρια που από μικρά αρχοντικά έχουν μετατραπεί σε δημαρχεία και που τα ξύλινα πατώματα τους βογκάνε σε κάθε βήμα, τις σπασμένες τραμπάλες στις άδειες παιδικές χαρές, τις σφυρίχτρες των βαποριών στην ομίχλη, τα ερειπωμένα βυζαντινά τείχη της πόλης, τις αγορές που αδειάζουν όταν βραδιάζει, τα χαλάσματα που είναι ό,τι έχει απομείνει από τους παλιούς τεκέδες, τις προσόψεις των δεκάδων χιλιάδων πολυκατοικιών που από τη βρόμα, τη σκουριά, την κάπνα και τη σκόνη έχουν χάσει το χρώμα τους, τους γλάρους που στέκονται ακίνητοι, κάτω από την βροχή, πάνω στις σημαδούρες που είναι γεμάτες μύδια και φύκια, τα τεράστια αιωνόβια αρχοντικά που τις πιο κρύες μέρες του χρόνου ένας καπνός, κι αυτός λεπτός και σχεδόν αόρατος, βγαίνει από την μοναδική καμινάδα τους, τους άντρες που ψαρεύουν στη γέφυρα του Γαλατά, τις κρύες αίθουσες των βιβλιοθηκών…
Απόσπασμα : Θλίψη και μελαγχολία στην Πόλη (Ορχάν Παμούκ...)
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
04-02-22
13:10
«Ὁ ἄνθρωπος δὲν εἶναι ἁπλῶς μιὰ ἐξέλιξη. Εἶναι μιὰ ἐπανάσταση. Τὸ ὅτι ἔχει σπονδυλικὴ στήλη ἢ ἄλλα μέλη ἀνάλογα μὲ αὐτὰ τῶν πτηνῶν καὶ τῶν ψαριῶν εἶναι ὁλοφάνερο, ὅ,τι καὶ ἂν σημαίνει αὐτό. Ἂν ὅμως προσπαθήσουμε νὰ δοῦμε τὸν ἄνθρωπο σὰν λόγου χάρη ἕνα τετράποδο ποὺ στάθηκε στὰ πίσω πόδια του, τότε θὰ βροῦμε πὼς ὅσα ἐπακολούθησαν, εἶναι ἀκόμα πιὸ ἐντυπωσιακὰ καὶ ἀνατρεπτικὰ ἀπὸ τὸ νὰ στεκόταν στὸ κεφάλι του».
Gilbert Keith Chesterton, «Ὁ αἰώνιος ἄνθρωπος»
μτφρ. Γιάννης Δ. Ἰωαννίδης
Gilbert Keith Chesterton, «Ὁ αἰώνιος ἄνθρωπος»
μτφρ. Γιάννης Δ. Ἰωαννίδης
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
07-02-22
12:29
"Οπότε τι είναι η αμαρτία, το Κακό;" ρώτησε.
"Θα πρέπει να απαντήσω στην ερώτησή σου με μιαν άλλη. Πώς θα ένιωθες αν τα τριαντάφυλλα του κήπου σου άρχιζαν να τραγουδάνε ένα παράξενο τραγούδι; Θα σε κυρίευε φρίκη, βεβαίως. Θα έχανες τα λογικά σου. Κι αν υποθέσουμε ότι οι πέτρες στον δρόμο άρχιζαν ξαφνικά να μεγαλώνουν μπροστά στα μάτια σου; Αυτά τα παραδείγματα αρκούν για να σου δείξουν τι είναι στ' αλήθεια το Κακό. Θα σου πώ κάτι όμως: οι υψηλότερες αισθήσεις μας, αυτές που αντιλαμβάνονται τις υψηλότερες συχνότητες, είναι τόσο αμβλυμένες, είμαστε τόσο εμποτισμένοι από τον υλισμό, ώστε πιθανότατα δεν θα αναγνωρίζαμε το αληθινό Κακό αν το συναντούσαμε..."
"Μα δεν θα νιώθαμε τη φρίκη, το δέος που υπαινίχτηκες, απλώς και μόνο με την παρουσία ενός Κακού ανθρώπου";
"Θα νιώθαμε, αν ήμασταν αυθεντικοί. Μόνο οι γυναίκες και τα παιδιά μερικές φορές μπορούν να νιώσουν αυτή τη φρίκη. Οι περισσότεροι από εμάς, τους άντρες, έχουμε χάσει τη Φυσική Λογική μας: η συμβατικότητα, η εκπαίδευση, ο πολιτισμός, την έχουν τυφλώσει. Την έχουν καταπνίξει. Και, το Κακό είναι πάντοτε ασυνείδητο. Είναι σαν την αγιότητα, ή την ευφυία. Είναι μια μέθη της ψυχής, μια έκσταση, μια προσπάθεια να ξεπεραστούν τα δεσμά που μας καθηλώνουν...
Το αληθινό Κακό δεν έχει καμία σχέση με την κοινωνική ζωή και τους νόμους της κοινωνίας. Αλλά κι αν έχει μερικές φορές, αυτή η σχέση είναι συμπτωματική, περιστασιακή. Το Κακό είναι ένα μοναχικό πάθος της ψυχής, ή ένα πάθος της μοναχικής ψυχής - όποιο απ' τα δύο προτιμάς."
Arthur Machen
Οι Λευκοί Άνθρωποι
"Θα πρέπει να απαντήσω στην ερώτησή σου με μιαν άλλη. Πώς θα ένιωθες αν τα τριαντάφυλλα του κήπου σου άρχιζαν να τραγουδάνε ένα παράξενο τραγούδι; Θα σε κυρίευε φρίκη, βεβαίως. Θα έχανες τα λογικά σου. Κι αν υποθέσουμε ότι οι πέτρες στον δρόμο άρχιζαν ξαφνικά να μεγαλώνουν μπροστά στα μάτια σου; Αυτά τα παραδείγματα αρκούν για να σου δείξουν τι είναι στ' αλήθεια το Κακό. Θα σου πώ κάτι όμως: οι υψηλότερες αισθήσεις μας, αυτές που αντιλαμβάνονται τις υψηλότερες συχνότητες, είναι τόσο αμβλυμένες, είμαστε τόσο εμποτισμένοι από τον υλισμό, ώστε πιθανότατα δεν θα αναγνωρίζαμε το αληθινό Κακό αν το συναντούσαμε..."
"Μα δεν θα νιώθαμε τη φρίκη, το δέος που υπαινίχτηκες, απλώς και μόνο με την παρουσία ενός Κακού ανθρώπου";
"Θα νιώθαμε, αν ήμασταν αυθεντικοί. Μόνο οι γυναίκες και τα παιδιά μερικές φορές μπορούν να νιώσουν αυτή τη φρίκη. Οι περισσότεροι από εμάς, τους άντρες, έχουμε χάσει τη Φυσική Λογική μας: η συμβατικότητα, η εκπαίδευση, ο πολιτισμός, την έχουν τυφλώσει. Την έχουν καταπνίξει. Και, το Κακό είναι πάντοτε ασυνείδητο. Είναι σαν την αγιότητα, ή την ευφυία. Είναι μια μέθη της ψυχής, μια έκσταση, μια προσπάθεια να ξεπεραστούν τα δεσμά που μας καθηλώνουν...
Το αληθινό Κακό δεν έχει καμία σχέση με την κοινωνική ζωή και τους νόμους της κοινωνίας. Αλλά κι αν έχει μερικές φορές, αυτή η σχέση είναι συμπτωματική, περιστασιακή. Το Κακό είναι ένα μοναχικό πάθος της ψυχής, ή ένα πάθος της μοναχικής ψυχής - όποιο απ' τα δύο προτιμάς."
Arthur Machen
Οι Λευκοί Άνθρωποι
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει από Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,320 μηνύματα.
10-02-22
08:56
Κανένας καλλιτέχνης δεν είναι καλλιτέχνης και τις είκοσι τέσσερις ώρες της καθημερινότητάς του. Το ουσιαστικό του έργο, αυτό που μένει, ολοκληρώνεται πάντοτε κατά τη διάρκεια των λιγοστών και σπάνιων στιγμών της έμπνευσης. Το ίδιο συμβαίνει και με την ιστορία, τη μεγαλύτερη ποιήτρια και καλλιτέχνιδα όλων των εποχών, τη σπουδαιότερη δημιουργό. Ακόμα κι εκεί, στο “μυστικό εργαστήρι του Θεού”, όπως με δέος την αποκαλεί ο Γκαίτε, συμβαίνουν πολλά καθημερινά και ασήμαντα. Κι εκεί είναι σπάνιες οι στιγμές της έξαρσης, όπως και στην τέχνη, όπως και στη ζωή.
Τις περισσότερες φορές, ακούραστη κι επίμονη, η ιστορία δένει τον ένα κρίκο μετά τον άλλο, στην ατέλειωτη αλυσίδα των αιώνων. Το ένα γεγονός μετά το άλλο στην ακολουθία των χιλιετιών. Γιατί καθετί σπουδαίο χρειάζεται προετοιμασία. Χρόνο. Εξέλιξη. Και κάθε φορά απαιτούνται εκατομμύρια άνθρωποι κοινοί και συνηθισμένοι για να έρθει στο κόσμο και μια μεγαλοφυΐα. Κάθε φορά πρέπει να περάσουν εκατομμύρια μονότονες ώρες, πριν σημάνει η αληθινή, η μεγάλη στιγμή. Αν όμως γεννηθεί κάποιος μεγαλοφυής καλλιτέχνης, τότε ξεπερνά την εποχή του και το έργο του ζει για πάντα. Κι όταν σημαίνει η μεγάλη ιστορική στιγμή, τότε χαράσσεται η μελλοντική πορεία της ανθρωπότητας για δεκαετίες ή για αιώνες. Όπως ο ηλεκτρισμός της ατμόσφαιρας μαζεύεται στην άκρη του αλεξικέραυνου, έτσι και οι συνέπειες απειράριθμων γεγονότων συμπυκνώνονται στο μικρό διάστημα λίγων ωρών ή λίγων ημερών. Πράγματα που κανονικά θα χρειάζονταν μέρες και μήνες για να γίνουν, ολοκληρώνονται σε λίγες μόνο στιγμές που καθορίζουν τα πάντα. Ένα ναι. Ένα όχι. Μια στιγμή όλη κι όλη, που αποφασίζει για τη μοίρα και τη ζωή των μελλοντικών γενεών, προδιαγράφοντας τη ζωή ενός ανθρώπου, ενός λαού, ή ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Τις περισσότερες φορές, ακούραστη κι επίμονη, η ιστορία δένει τον ένα κρίκο μετά τον άλλο, στην ατέλειωτη αλυσίδα των αιώνων. Το ένα γεγονός μετά το άλλο στην ακολουθία των χιλιετιών. Γιατί καθετί σπουδαίο χρειάζεται προετοιμασία. Χρόνο. Εξέλιξη. Και κάθε φορά απαιτούνται εκατομμύρια άνθρωποι κοινοί και συνηθισμένοι για να έρθει στο κόσμο και μια μεγαλοφυΐα. Κάθε φορά πρέπει να περάσουν εκατομμύρια μονότονες ώρες, πριν σημάνει η αληθινή, η μεγάλη στιγμή. Αν όμως γεννηθεί κάποιος μεγαλοφυής καλλιτέχνης, τότε ξεπερνά την εποχή του και το έργο του ζει για πάντα. Κι όταν σημαίνει η μεγάλη ιστορική στιγμή, τότε χαράσσεται η μελλοντική πορεία της ανθρωπότητας για δεκαετίες ή για αιώνες. Όπως ο ηλεκτρισμός της ατμόσφαιρας μαζεύεται στην άκρη του αλεξικέραυνου, έτσι και οι συνέπειες απειράριθμων γεγονότων συμπυκνώνονται στο μικρό διάστημα λίγων ωρών ή λίγων ημερών. Πράγματα που κανονικά θα χρειάζονταν μέρες και μήνες για να γίνουν, ολοκληρώνονται σε λίγες μόνο στιγμές που καθορίζουν τα πάντα. Ένα ναι. Ένα όχι. Μια στιγμή όλη κι όλη, που αποφασίζει για τη μοίρα και τη ζωή των μελλοντικών γενεών, προδιαγράφοντας τη ζωή ενός ανθρώπου, ενός λαού, ή ολόκληρης της ανθρωπότητας.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Στέφαν Τσβάιχ, Οι μεγάλες στιγμές της ανθρωπότητας
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
11-02-22
13:14
"Ένας σωρός σπασμένων εικόνων στον χτύπο του ήλιου
το νεκρό δέντρο που δεν δίνει καταφύγιο
ούτε ο γρύλος παρηγοριά ούτε η στυγνή πέτρα ήχο νερού
έλα στον ίσκιο αυτού του βράχου
δεν θα σου δείξω τη σκιά σου που βαδίζει πίσω σου το πρωί
ούτε τη σκιά σου που μακραίνει στο σούρουπο για να σε συναντήσει
θα δεις τον φόβο σε μια χούφτα σκόνη"
T. S. Eliot
The Waste Land
το νεκρό δέντρο που δεν δίνει καταφύγιο
ούτε ο γρύλος παρηγοριά ούτε η στυγνή πέτρα ήχο νερού
έλα στον ίσκιο αυτού του βράχου
δεν θα σου δείξω τη σκιά σου που βαδίζει πίσω σου το πρωί
ούτε τη σκιά σου που μακραίνει στο σούρουπο για να σε συναντήσει
θα δεις τον φόβο σε μια χούφτα σκόνη"
T. S. Eliot
The Waste Land
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
15-02-22
12:54
"Μου έχουν πει ότι μοιάζω σαν άγγελος στο πλάι των αυτοκινητοδρόμων."
"Ω, είμαι σίγουρος ότι είσαι μια όμορφη εξαίρεση στον κανόνα. Όμως γιατί; Γιατί να κάνεις όλον αυτό τον κόπο; Ταξιδεύεις όλη σου τη ζωή χωρίς κανένα προορισμό. Κινείσαι αλλά δεν έχεις καμία κατεύθυνση."
"Ποια είναι η 'κατεύθυνση' της Γης στο ταξίδι της; Που 'πάνε' τα άτομα όταν περιδινίζονται;... Έχω αποδείξει ότι οι άνθρωποι δεν είναι δέντρα, και επομένως είναι λάθος να μιλούν για ρίζες."
"Εντελώς άστοχο."
"Καθόλου άστοχο. Απλώς οι δικοί μου στόχοι είναι διαφορετικοί από των περισσότερων ανθρώπων. Σίγουρα, στους δρόμους κυκλοφορούν πολλοί που δεν έχουν κανένα σκοπό. Άνθρωποι που πηγαίνουν από το ένα μέρος στο άλλο κάνοντας ωτοστόπ, ψάχνοντας να 'τη βρουν' πότε εδώ και πότε εκεί, άνθρωποι ανήσυχοι που ψάχνουν για κάτι, ψάχνουν για την Αμερική, όπως είχε πει ο Τζακ Κέρουακ, ή ψάχνουν για τον εαυτό τους, ή ψάχνουν για κάποια σχέση ανάμεσα στην Αμερική και τον εαυτό τους. Όμως εγώ δεν ψάχνω για τίποτα. Εγώ έχω βρει κάτι".
"Τι έχεις βρει;"
"Το ίδιο το ωτοστόπ."
Τομ Ρόμπινς
Ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν
"Ω, είμαι σίγουρος ότι είσαι μια όμορφη εξαίρεση στον κανόνα. Όμως γιατί; Γιατί να κάνεις όλον αυτό τον κόπο; Ταξιδεύεις όλη σου τη ζωή χωρίς κανένα προορισμό. Κινείσαι αλλά δεν έχεις καμία κατεύθυνση."
"Ποια είναι η 'κατεύθυνση' της Γης στο ταξίδι της; Που 'πάνε' τα άτομα όταν περιδινίζονται;... Έχω αποδείξει ότι οι άνθρωποι δεν είναι δέντρα, και επομένως είναι λάθος να μιλούν για ρίζες."
"Εντελώς άστοχο."
"Καθόλου άστοχο. Απλώς οι δικοί μου στόχοι είναι διαφορετικοί από των περισσότερων ανθρώπων. Σίγουρα, στους δρόμους κυκλοφορούν πολλοί που δεν έχουν κανένα σκοπό. Άνθρωποι που πηγαίνουν από το ένα μέρος στο άλλο κάνοντας ωτοστόπ, ψάχνοντας να 'τη βρουν' πότε εδώ και πότε εκεί, άνθρωποι ανήσυχοι που ψάχνουν για κάτι, ψάχνουν για την Αμερική, όπως είχε πει ο Τζακ Κέρουακ, ή ψάχνουν για τον εαυτό τους, ή ψάχνουν για κάποια σχέση ανάμεσα στην Αμερική και τον εαυτό τους. Όμως εγώ δεν ψάχνω για τίποτα. Εγώ έχω βρει κάτι".
"Τι έχεις βρει;"
"Το ίδιο το ωτοστόπ."
Τομ Ρόμπινς
Ακόμα και οι καουμπόισσες μελαγχολούν
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
16-02-22
13:12
Η ΜΕΛΑΓΧΟΛΙΑ, έλεγε ο Λί Πό, είν' έν' ασήμαντο λουλούδι, σχεδόν άχρωμο, αλλά με άρωμα τόσο μοναδικό, τόσο υπέροχο που, ακόμα κι όταν βρίσκεται μονάχο του, σε κήπο απέραντο, χαμένο ανάμεσα σε αναρίθμητα, εκρηκτικά χαράς λουλούδια, είναι αυτό μονάχα που αναζητά ο επισκέπτης, αυτό που τελικά θ' αποκομίσει φεύγοντας, αυτό που θα καρφώσει στα μαλλιά του ή στο πέτο του ή στην καρδιά του.
Αργύρης Χιόνης
- Εσωτικά τοπία
Αργύρης Χιόνης
- Εσωτικά τοπία
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,878 μηνύματα.
20-02-22
10:29
«Να λοιπόν τι δε μπορεί ν’ ανεχτεί κανείς (εκτός από αυτούς που δεν ζουν, θέλω να πω: τους εγκρατείς). Η μόνη άμυνα βρίσκεται στην κακεντρέχεια. Οι άνθρωποι λοιπόν σπεύδουν να κρίνουν για να μην κριθούν οι ίδιοι. Τι τα θέλετε; Η πλέον φυσική ιδέα στον άνθρωπο, αυτή που του έρχεται αυθόρμητα, σαν από τα βάθη της φύσης του, είναι η ιδέα της αθωότητάς του….
Το ουσιώδες είναι να μείνουν αθώοι, να μην μπορούν να τεθούν υπό αμφισβήτησιν οι έμφυτες αρετές τους, και τα σφάλματά τους, αποκυήματα μιας παροδικής δυστυχίας, να είναι πάντοτε προσωρινά. Σας το ‘πα, το ζήτημα είναι να γλιτώσεις απ? την κρίση. Επειδή είναι δύσκολο να της γλιτώσεις και απαιτεί μεγάλη επιδεξιότητα να καταφέρεις να θαυμάζουν και να συγχωρούν ταυτόχρονα τη φύση σου, επιδιώκουν όλοι να’ ναι πλούσιοι.
Γιατί; Αναρωτιέστε;
Για τη δύναμη, φυσικά. Κυρίως όμως γιατί ο πλούτος απαλλάσσει από την άμεση κρίση, σε τραβάει από το πλήθος του μετρό για να σε κλείσει σ? ένα νικέλινο αμάξι, σε απομονώνει σε απέραντα φυλαγμένα πάρκα, σε βαγκόνλι, σε καμπίνες πολυτελείας.
Ο πλούτος, αγαπητέ μου φίλε, δεν είναι ακόμα η αθώωση, αλλά η αναστολή που ‘ναι πάντα καλό να παίρνεις…»
Η πτώση
Αλμπέρ Καμύ
Το ουσιώδες είναι να μείνουν αθώοι, να μην μπορούν να τεθούν υπό αμφισβήτησιν οι έμφυτες αρετές τους, και τα σφάλματά τους, αποκυήματα μιας παροδικής δυστυχίας, να είναι πάντοτε προσωρινά. Σας το ‘πα, το ζήτημα είναι να γλιτώσεις απ? την κρίση. Επειδή είναι δύσκολο να της γλιτώσεις και απαιτεί μεγάλη επιδεξιότητα να καταφέρεις να θαυμάζουν και να συγχωρούν ταυτόχρονα τη φύση σου, επιδιώκουν όλοι να’ ναι πλούσιοι.
Γιατί; Αναρωτιέστε;
Για τη δύναμη, φυσικά. Κυρίως όμως γιατί ο πλούτος απαλλάσσει από την άμεση κρίση, σε τραβάει από το πλήθος του μετρό για να σε κλείσει σ? ένα νικέλινο αμάξι, σε απομονώνει σε απέραντα φυλαγμένα πάρκα, σε βαγκόνλι, σε καμπίνες πολυτελείας.
Ο πλούτος, αγαπητέ μου φίλε, δεν είναι ακόμα η αθώωση, αλλά η αναστολή που ‘ναι πάντα καλό να παίρνεις…»
Η πτώση
Αλμπέρ Καμύ
H|M
Διάσημο μέλος
Ο Κανένας αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Φυσιοθεραπευτής. Έχει γράψει 3,467 μηνύματα.
20-02-22
22:57
Πόσο θα 'θελα τώρα να φεύγαμε μαζί. Εσύ να οδηγείς κι εγώ να σε χαζεύω. Να είσαι προσηλωμένος στον δρόμο κι εγώ τεμπέλικα να μισοκλείνω τα μάτια μου και να σε σκανάρω από πάνω μέχρι κάτω. Το πρόσωπό σου, το προφίλ σου, τα χείλη σου και από τα χείλη σου να γκρεμίζομαι στο στήθος σου. Να γυρνάς, να με κοιτάς για δευτερόλεπτα και να αναρωτιέσαι τι σκέφτομαι.
Ποτέ δεν φανταζόμουν πόσο πολύτιμο είναι να παρατηρείς κάποιον. Όχι να τον συναντάς και να του μιλάς, απλώς να τον κοιτάζεις... με την άνεσή σου. Να αφεθείς στην εικόνα του και να μπορείς να αφιερώσεις ώρες να τον χαζεύεις. Να δεις όλες εκείνες τις μικρές λεπτομέρειες σε κάθε χιλιοστό που υπάρχει πάνω του. Αυτό θέλω. Αυτή τη θέα. Μπορώ; Μπορούν να σε χαρούν τα μάτια μου για ώρες; Δεν θα κάνω τίποτα. Δεν θα σ' αγγίζω, δεν θα μιλώ. Μόνο θα κοιτώ. Να φυλακίσω κάθε λεπτομέρεια στο μυαλό μου. Αυτή τη θέα θέλω! Και θέλω να έχει και μουσική. Από εκείνες που σε κάνουν να κλαις. Και θέλω να έχει κι άρωμα. Το δικό σου άρωμα. Και μετά θα μπορώ να κλείσω τα μάτια μου χωρίς καμία έγνοια γιατί θα σ' έχω πλάι μου και θα έχω μάθει όλες εκείνες τις απαντήσεις που θέλω να μάθω. Και δε θα πονάω ούτε θα φοβάμαι γιατί θα σ' έχω πλάι μου. Αναρωτιέμαι μέχρι που φτάνουν οι αντοχές. Αυτή τη θέα όμως θέλω να τη δω.
Απόσπασμα απ' το βιβλίο της Μαρίας Στύλου με τίτλο «Να σε χαζεύω».
Ποτέ δεν φανταζόμουν πόσο πολύτιμο είναι να παρατηρείς κάποιον. Όχι να τον συναντάς και να του μιλάς, απλώς να τον κοιτάζεις... με την άνεσή σου. Να αφεθείς στην εικόνα του και να μπορείς να αφιερώσεις ώρες να τον χαζεύεις. Να δεις όλες εκείνες τις μικρές λεπτομέρειες σε κάθε χιλιοστό που υπάρχει πάνω του. Αυτό θέλω. Αυτή τη θέα. Μπορώ; Μπορούν να σε χαρούν τα μάτια μου για ώρες; Δεν θα κάνω τίποτα. Δεν θα σ' αγγίζω, δεν θα μιλώ. Μόνο θα κοιτώ. Να φυλακίσω κάθε λεπτομέρεια στο μυαλό μου. Αυτή τη θέα θέλω! Και θέλω να έχει και μουσική. Από εκείνες που σε κάνουν να κλαις. Και θέλω να έχει κι άρωμα. Το δικό σου άρωμα. Και μετά θα μπορώ να κλείσω τα μάτια μου χωρίς καμία έγνοια γιατί θα σ' έχω πλάι μου και θα έχω μάθει όλες εκείνες τις απαντήσεις που θέλω να μάθω. Και δε θα πονάω ούτε θα φοβάμαι γιατί θα σ' έχω πλάι μου. Αναρωτιέμαι μέχρι που φτάνουν οι αντοχές. Αυτή τη θέα όμως θέλω να τη δω.
Απόσπασμα απ' το βιβλίο της Μαρίας Στύλου με τίτλο «Να σε χαζεύω».
Χρήστες Βρείτε παρόμοια
-
Τα παρακάτω 0 μέλη και 0 επισκέπτες διαβάζουν μαζί με εσάς αυτό το θέμα:Tα παρακάτω 83 μέλη διάβασαν αυτό το θέμα:
-
Φορτώνει...
-
Το forum μας χρησιμοποιεί cookies για να βελτιστοποιήσει την εμπειρία σας.
Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, συναινείτε στη χρήση cookies στον περιηγητή σας.