Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
04-02-22
13:38
Γλώσσα σαν ψίθυροι τρέχον μυρίζει λαχάνιασμα
αργυρή σάρωση
Αφήσαν την Οδό Αράβων πρότυπα του συρμού
Ημιδιαφανή διάμεσα από κάτι σαν πιπιλίζω το μυαλό σου ένα μέρος
το κενό ενός σιωπηλού πανικού ξεχασμένο σωροί κόκκινης ιλύος
οξεία συλλαβή ιχθύος πού είναι τώρα; απήλθε δριμύτερος όπως το νερό
δολοφόνοι γελάνε και πίνουν πιάστηκε διαβάζει
έχει παραβιάσει τα πρότυπα σάρωσης στο ζωλογικό κήπο από πόδια
λέξεις αυγής βασιλεύουν λόγια του αέρα ο ρευστός δακτυλογράφος φτύνει αίμα
όπου η σάρκα νέμεται έδραμε προς τη σάρκα του κόκκινου λυκόφωτος γέλιο
μοβ βράγχια που σαλεύουν νεκροσφυρίχτρα σταμάτα Ισπανία και οδός 42
είναι σαν καλαμιά στη μάπα νέμεται φτάνοντας στο ύψος των σκοτεινών υπεκφυγών
όπου η ταυτότητα της σάρκας λέξεις αυγής βασιλεύουν αργοσαλεύουν
βράγχια μοβ ύπνου πιάστηκε στο ζωολογικό κήπο δεν πρόκειται για θάνατο
όπου η σάρκα νέμεται απιστία κοιτάζοντας μέσα από το δέρμα της αυγής
https://el.wikipedia.org/wiki/Γουίλιαμ_Μπάροουζ
William S. Burroughs (USA), WSB061 Untitled, ca. 1990. Paint on Cadillac paper
Eνα από τα σημαντικά σπάνια αρχεία μουσικής του Γουίλιαμ Μπάροουζ.( Επειδή μου άρεσε και ήθελα να το παραθέσω )
αργυρή σάρωση
Αφήσαν την Οδό Αράβων πρότυπα του συρμού
Ημιδιαφανή διάμεσα από κάτι σαν πιπιλίζω το μυαλό σου ένα μέρος
το κενό ενός σιωπηλού πανικού ξεχασμένο σωροί κόκκινης ιλύος
οξεία συλλαβή ιχθύος πού είναι τώρα; απήλθε δριμύτερος όπως το νερό
δολοφόνοι γελάνε και πίνουν πιάστηκε διαβάζει
έχει παραβιάσει τα πρότυπα σάρωσης στο ζωλογικό κήπο από πόδια
λέξεις αυγής βασιλεύουν λόγια του αέρα ο ρευστός δακτυλογράφος φτύνει αίμα
όπου η σάρκα νέμεται έδραμε προς τη σάρκα του κόκκινου λυκόφωτος γέλιο
μοβ βράγχια που σαλεύουν νεκροσφυρίχτρα σταμάτα Ισπανία και οδός 42
είναι σαν καλαμιά στη μάπα νέμεται φτάνοντας στο ύψος των σκοτεινών υπεκφυγών
όπου η ταυτότητα της σάρκας λέξεις αυγής βασιλεύουν αργοσαλεύουν
βράγχια μοβ ύπνου πιάστηκε στο ζωολογικό κήπο δεν πρόκειται για θάνατο
όπου η σάρκα νέμεται απιστία κοιτάζοντας μέσα από το δέρμα της αυγής
Ισπανία & Οδός 42
Γουίλιαμ Μπάροουζ
https://el.wikipedia.org/wiki/Γουίλιαμ_Μπάροουζ
Eνα από τα σημαντικά σπάνια αρχεία μουσικής του Γουίλιαμ Μπάροουζ.( Επειδή μου άρεσε και ήθελα να το παραθέσω )
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει από Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,313 μηνύματα.
07-02-22
21:11
Είναι η ζωή σου
Η ζωή σου είναι η δική σου ζωή
μην την αφήσεις να τσακιστεί σε μια φτηνή υποταγή.
Να παραφυλάς.
Υπάρχουν τρόποι να ξεφύγεις.
Και κάπου υπάρχει και ένα φως.
Μπορεί να μην είναι πολύ δυνατό αλλά διώχνει σκοτάδι.
Να παραφυλάς.
Οι θεοί θα σου προσφέρουν ευκαιρίες.
Να τις μάθεις.
Να τις αρπάξεις.
Να παραφυλάς.
Να θυμάσαι πως δεν μπορείς ποτέ να νικήσεις
το θάνατο
μα καμιά φορά μπορείς να νικήσεις το θάνατο της ζωής.
Και όσο πιο συχνά το κάνεις τόσο περισσότερο φως θα υπάρχει.
Η ζωή σου είναι η δική σου ζωή.
Κατάλαβέ το όσο την έχεις.
Είσαι υπέροχος.
Οι θεοί προσμένουν μεγάλη ευχαρίστηση από σένα.
Τσαρλς Μπουκόφσκι
Η ζωή σου είναι η δική σου ζωή
μην την αφήσεις να τσακιστεί σε μια φτηνή υποταγή.
Να παραφυλάς.
Υπάρχουν τρόποι να ξεφύγεις.
Και κάπου υπάρχει και ένα φως.
Μπορεί να μην είναι πολύ δυνατό αλλά διώχνει σκοτάδι.
Να παραφυλάς.
Οι θεοί θα σου προσφέρουν ευκαιρίες.
Να τις μάθεις.
Να τις αρπάξεις.
Να παραφυλάς.
Να θυμάσαι πως δεν μπορείς ποτέ να νικήσεις
το θάνατο
μα καμιά φορά μπορείς να νικήσεις το θάνατο της ζωής.
Και όσο πιο συχνά το κάνεις τόσο περισσότερο φως θα υπάρχει.
Η ζωή σου είναι η δική σου ζωή.
Κατάλαβέ το όσο την έχεις.
Είσαι υπέροχος.
Οι θεοί προσμένουν μεγάλη ευχαρίστηση από σένα.
Τσαρλς Μπουκόφσκι
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
09-02-22
13:34
Σε παρακαλώ γύρισε και να είσαι όλο κέφι
--------------------------
Φτιάχτηκα απόψε στο παράθυρο στο διαμέρισμά μου
στις 3 το πρωί καθισμένος
κοιτώντας γαλαζωπούς πυρσούς να φλέγονται
ο δρόμος κάτω φωτισμένος
πηχτές σκιές να αχνοφαίνονται στο καινουριοστρωμένο πλακόστρωτο
-την περασμένη βδομάδα μεσαιωνικοί ραβίνοι
πέρασαν σερνάμενοι την καφετιά σκόνη
αναποδογυρισμένη λέρα – ξύλα
& κονσερβοκούτια
και αποκαμωμένες κυράδες να κάθονται σε σπανιόλικους
σκουπιδοτενεκέδες – στη θανάσιμη ζέστη
-πριν ένα μήνα
ανάβλυζαν οι πυροσβεστικοί κρουνοί-
σήμερα στις 3 το απόγεμα ο ήλιος μέσα στην αχλύ-
τώρα έξω όλα σκοτεινά, μια γάτα διασχίζει
το δρόμο σιωπηλά – νιαουρίζω
και κοιτάζει ψηλά, και συνεχίζει περνώντας
ένα σωρό γαρμπίλι, τραβώντας
για τον αστραφτερό χρυσό σκουπιδοντενεκέ
(φώσφορο μέσα στη νύχτα
& μπόχα στο στενορύμι)
(ή ο ντενεκεδένιος πολτός στην πόρτα)
-Σκέφτομαι ότι η Αμερική είναι ένα χάος
οι αστυνομικοί έχουν γεμίσει τους δρόμους με το άγχος τους,
το περιπολικό στριγγλίζει & σταματάει:
Σήμερα μια γυναίκα, στα 20, χαστούκισε τον αδελφό της
που παίζει με τους παιδικούς του κύβους-
που παίζει με έναν τεράστιο βράχο-
«Σταμάτα αμέσως! Έρχονται οι μπάτσοι! Οι μπάτσοι!»
Και δεν υπήρχε κανένας μπάτσος-
κοίταξα γύρω –
ένας σωρός σκατά απέναντί μου.
Δακρυγόνα! Δυναμίτης! Μουστάκια!
Θα αφήσω γένια και θα κουβαλάω όμορφες
μπόμπες,
Θα καταστρέψω τον κόσμο, θα γλιστρήσω μέσα
από τις χαραμάδες του θανάτου
Και θα αλλάξω το σύμπαν – Χα!
Το ξέρω το μυστικό εγώ, κουβαλάω
σαλάμι, ανατρεπτικού περιεχομένου
στον κουρελιασμένο μου χαρτοφύλακα
«Σκόρδο, Φτώχεια, διαθήκη για τα Ουράνια»,
ένα παράξενο όνειρο μέσα στο κρέας μου:
Ακτινοβόλα σύννεφα, έχω ακούσει τη φωνή του Θεού στον
ύπνο μου, του Μπλέικ στον ξύπνιο μου, ή τη δική μου ή
το όνειρο ενός αλλαντοπωλείου με γελάδες να ρουθουνίζουν
και γουρούνια να τσιρίζουν-
Το χτύπημα ενός μαχαιριού
ένα κομμένο δάχτυλο στο μυαλό μου-
οι λίγοι θάνατοι που ξέρω-
Ω αδέλφια της Δάφνης
Είναι αληθινός ο κόσμος;
Η Δάφνη
είναι ένα καλαμπούρι ή αγκάθινο στεφάνι;-
Γρήγορα όλο
ψηλά τον κώλο
Κατέβα μια φορά
έρχεται συμφορά
-Ο κόσμος έξω
εγώ να κατασκοπεύω τη Νέα Υόρκη
Το σκοτεινό καμιόνι περνάει με βρυχηθμούς &
δονείται βαθιά-
Τι
Θα έλεγες
αν οι
κόσμοι
ήταν
μια
σειρά
σκαλοπάτια
Τι
θα έλεγες
αν τα
σκαλοπάτια
οδηγούσαν
ξανά
πίσω στο Περιθώριο
Αφήνοντάς μας να πετούμε σαν τα πουλιά μέσα στο Χρόνο
-Τα μάτια και φώτα αυτοκινήτων-
ή οι αισθήσεις – Η συρρίκνωση του κενού
μέσα στο Νεφέλωμα
Αυτοί οι Γαλαξίες διασταυρώνονται όπως τα βεγγαλικά & χάνονται
όπως οι μπούρδες-
Τι δάση γεννιούνται.
Allen Ginsberg
--------------------------
Φτιάχτηκα απόψε στο παράθυρο στο διαμέρισμά μου
στις 3 το πρωί καθισμένος
κοιτώντας γαλαζωπούς πυρσούς να φλέγονται
ο δρόμος κάτω φωτισμένος
πηχτές σκιές να αχνοφαίνονται στο καινουριοστρωμένο πλακόστρωτο
-την περασμένη βδομάδα μεσαιωνικοί ραβίνοι
πέρασαν σερνάμενοι την καφετιά σκόνη
αναποδογυρισμένη λέρα – ξύλα
& κονσερβοκούτια
και αποκαμωμένες κυράδες να κάθονται σε σπανιόλικους
σκουπιδοτενεκέδες – στη θανάσιμη ζέστη
-πριν ένα μήνα
ανάβλυζαν οι πυροσβεστικοί κρουνοί-
σήμερα στις 3 το απόγεμα ο ήλιος μέσα στην αχλύ-
τώρα έξω όλα σκοτεινά, μια γάτα διασχίζει
το δρόμο σιωπηλά – νιαουρίζω
και κοιτάζει ψηλά, και συνεχίζει περνώντας
ένα σωρό γαρμπίλι, τραβώντας
για τον αστραφτερό χρυσό σκουπιδοντενεκέ
(φώσφορο μέσα στη νύχτα
& μπόχα στο στενορύμι)
(ή ο ντενεκεδένιος πολτός στην πόρτα)
-Σκέφτομαι ότι η Αμερική είναι ένα χάος
οι αστυνομικοί έχουν γεμίσει τους δρόμους με το άγχος τους,
το περιπολικό στριγγλίζει & σταματάει:
Σήμερα μια γυναίκα, στα 20, χαστούκισε τον αδελφό της
που παίζει με τους παιδικούς του κύβους-
που παίζει με έναν τεράστιο βράχο-
«Σταμάτα αμέσως! Έρχονται οι μπάτσοι! Οι μπάτσοι!»
Και δεν υπήρχε κανένας μπάτσος-
κοίταξα γύρω –
ένας σωρός σκατά απέναντί μου.
Δακρυγόνα! Δυναμίτης! Μουστάκια!
Θα αφήσω γένια και θα κουβαλάω όμορφες
μπόμπες,
Θα καταστρέψω τον κόσμο, θα γλιστρήσω μέσα
από τις χαραμάδες του θανάτου
Και θα αλλάξω το σύμπαν – Χα!
Το ξέρω το μυστικό εγώ, κουβαλάω
σαλάμι, ανατρεπτικού περιεχομένου
στον κουρελιασμένο μου χαρτοφύλακα
«Σκόρδο, Φτώχεια, διαθήκη για τα Ουράνια»,
ένα παράξενο όνειρο μέσα στο κρέας μου:
Ακτινοβόλα σύννεφα, έχω ακούσει τη φωνή του Θεού στον
ύπνο μου, του Μπλέικ στον ξύπνιο μου, ή τη δική μου ή
το όνειρο ενός αλλαντοπωλείου με γελάδες να ρουθουνίζουν
και γουρούνια να τσιρίζουν-
Το χτύπημα ενός μαχαιριού
ένα κομμένο δάχτυλο στο μυαλό μου-
οι λίγοι θάνατοι που ξέρω-
Ω αδέλφια της Δάφνης
Είναι αληθινός ο κόσμος;
Η Δάφνη
είναι ένα καλαμπούρι ή αγκάθινο στεφάνι;-
Γρήγορα όλο
ψηλά τον κώλο
Κατέβα μια φορά
έρχεται συμφορά
-Ο κόσμος έξω
εγώ να κατασκοπεύω τη Νέα Υόρκη
Το σκοτεινό καμιόνι περνάει με βρυχηθμούς &
δονείται βαθιά-
Τι
Θα έλεγες
αν οι
κόσμοι
ήταν
μια
σειρά
σκαλοπάτια
Τι
θα έλεγες
αν τα
σκαλοπάτια
οδηγούσαν
ξανά
πίσω στο Περιθώριο
Αφήνοντάς μας να πετούμε σαν τα πουλιά μέσα στο Χρόνο
-Τα μάτια και φώτα αυτοκινήτων-
ή οι αισθήσεις – Η συρρίκνωση του κενού
μέσα στο Νεφέλωμα
Αυτοί οι Γαλαξίες διασταυρώνονται όπως τα βεγγαλικά & χάνονται
όπως οι μπούρδες-
Τι δάση γεννιούνται.
Allen Ginsberg
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
10-02-22
13:20
Ούτε που ξέρω πόσες μπύρες
έχω κατεβάσει
περιμένοντας να γίνει
κάτι της προκοπής.
Ούτε που ξέρω πόσο κρασί, πόσο ουίσκι,
πόση μπύρα
– μπύρα ιδίως –
έχω κατεβάσει.
Χωρίζοντας με γυναίκες,
περιμένοντας το χτύπημα του τηλεφώνου,
περιμένοντας τον ήχο βημάτων·
και το τηλέφωνο να μη χτυπά
παρά μονάχα όταν είναι πια αργά
και τα βήματα να μη φτάνουν
παρά μονάχα όταν είναι πια αργά.
Όταν κοντεύει το στομάχι να μου βγει
από το στόμα,
έρχονται, φρέσκιες-φρέσκιες, σαν ανοιξιάτικα λουλούδια:
“Μα τι στο διάολο έχεις πάθει;
Έτσι που έγινες θα κάνεις
τρεις μέρες να με γαμήσεις!”
Τα θηλυκά κρατιούνται καλά.
Ζουν επτάμισι χρόνια παραπάνω
από τ’ αρσενικά και πίνουν ελάχιστη μπύρα
μιας και ξέρουν πως κάνει κακό
στη σιλουέτα.
Την ώρα που εμείς τρελαινόμαστε,
εκείνες γυρίζουν,
γελώντας, χορεύοντας
με σκληροτράχηλους καμπόυδες.
Πάει καλά! Υπάρχει και η μπύρα.
Κάργα σακούλες μ’ άδεια μπουκάλια,
κι όταν τραβήξεις κανένα,
τ’ άλλα πέφτουν απ’ το βρεγμένο πάτο
της χαρτοσακούλας,
κατρακυλώντας,
χτυπώντας,
αδειάζοντας γκρίζες στάχτες, νοτισμένες,
κι αποπίματα.
Ή πάνε και πέφτουν στις 4 το πρωί,
κάνοντας το μόνον ήχο
της ζωής σου.
Μπύρα.
Θάλασσες, ποτάμια μπύρα.
Μπύρα, μπύρα, μπύρα.
Το ράδιο παίζει ερωτικά
τραγουδάκια
καθώς το τηλέφωνο σιωπαίνει ακόμα,
πάνω-κάτω
και παντού
μονάχα μπύρα
ΜΠΥΡΑ Τσάρλς Μπουκόφσκι
έχω κατεβάσει
περιμένοντας να γίνει
κάτι της προκοπής.
Ούτε που ξέρω πόσο κρασί, πόσο ουίσκι,
πόση μπύρα
– μπύρα ιδίως –
έχω κατεβάσει.
Χωρίζοντας με γυναίκες,
περιμένοντας το χτύπημα του τηλεφώνου,
περιμένοντας τον ήχο βημάτων·
και το τηλέφωνο να μη χτυπά
παρά μονάχα όταν είναι πια αργά
και τα βήματα να μη φτάνουν
παρά μονάχα όταν είναι πια αργά.
Όταν κοντεύει το στομάχι να μου βγει
από το στόμα,
έρχονται, φρέσκιες-φρέσκιες, σαν ανοιξιάτικα λουλούδια:
“Μα τι στο διάολο έχεις πάθει;
Έτσι που έγινες θα κάνεις
τρεις μέρες να με γαμήσεις!”
Τα θηλυκά κρατιούνται καλά.
Ζουν επτάμισι χρόνια παραπάνω
από τ’ αρσενικά και πίνουν ελάχιστη μπύρα
μιας και ξέρουν πως κάνει κακό
στη σιλουέτα.
Την ώρα που εμείς τρελαινόμαστε,
εκείνες γυρίζουν,
γελώντας, χορεύοντας
με σκληροτράχηλους καμπόυδες.
Πάει καλά! Υπάρχει και η μπύρα.
Κάργα σακούλες μ’ άδεια μπουκάλια,
κι όταν τραβήξεις κανένα,
τ’ άλλα πέφτουν απ’ το βρεγμένο πάτο
της χαρτοσακούλας,
κατρακυλώντας,
χτυπώντας,
αδειάζοντας γκρίζες στάχτες, νοτισμένες,
κι αποπίματα.
Ή πάνε και πέφτουν στις 4 το πρωί,
κάνοντας το μόνον ήχο
της ζωής σου.
Μπύρα.
Θάλασσες, ποτάμια μπύρα.
Μπύρα, μπύρα, μπύρα.
Το ράδιο παίζει ερωτικά
τραγουδάκια
καθώς το τηλέφωνο σιωπαίνει ακόμα,
πάνω-κάτω
και παντού
μονάχα μπύρα
ΜΠΥΡΑ Τσάρλς Μπουκόφσκι
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
11-02-22
14:42
πολλά στόματα και π@@@οι,
κάτω από τον κόσμο υπάρχει πολύ τελείωμα, και πολύ σάλιο στάζει
σαν ρυάκι,
Υπάρχουν πολλά Σκατά κάτω από τον κόσμο, που κυλάνε κάτω από πόλεις
μες στα ποτάμια, πολύ κατρουλιό πλημμυρίζει κάτω από τον κόσμο,
Πολύ μύξα στου κόσμου τα βιομηχανικά ρουθούνια, βρισιές κάτω απ’ του κόσμου
το σιδερένιο μπράτσο, αίμα
διαχέεται έξω απ’ του κόσμου τα στήθη,
ατέλειωτες λίμνες δακρύων, θάλασσες από αηδιαστικά ξερατά ορμούν μεταξύ
των ημισφαιρίων πλημμυρίζουν προς το Sargasso, παλιά λαδωμένα κουρέλια
και υγρά φρένων, ανθρώπινη βενζίνη-
Κάτω από τον κόσμο υπάρχει πόνος, σπασμένοι μηροί, βόμβες νάπαλμ φλέγονται
σε μαύρα μαλλιά, φώσφορος τρώει αγκώνες μέχρι κόκαλο
εντομοκτόνα μολύνουν τις παλίρροιες των ωκεανών, πλαστικές κούκλες ξεβρασμένες
στον Ατλαντικό, παιχνίδια στρατιωτάκια συνωστισμένα στον Ειρηνικό,
Β-52 βομβαρδιστικά πνίγουν τον αέρα ζούγκλα με αναθυμιάσεις και θαυμάσιες λάμψεις
Ρομπότ με βόμβο γέρνουν πάνω σε ορυζώνες πετώντας σωρούς χειροβομβίδων,
πλαστικές σφαίρες ψεκάζονται στη σάρκα, ορυχεία με δόντια δράκων &
ζελένιες φωτιές πάνω σε αχυρένιες σκεπές και σε νεροβούβαλους,
διάτρητες χωριάτικες καλύβες από αιχμηρά βλήματα, χαρακώματα γεμάτα με αέρια-
δηλητηριώδεις εκρηκτικές σκόνες –
Κάτω από τον κόσμο υπάρχουν σπασμένα κρανία, συνθλιμένα πόδια, βγαλμένοι βολβοί,
άκαμπτα δάχτυλα, ανοιγμένα σαγόνια,
Δυσεντερία• εκατομμύρια άστεγοι, βασανισμένες καρδιές, άδειες ψυχές.
Απρίλιος 1973 *Κάτω απο τον κόσμο υπάρχουν πολλοί κώλοι
Άλλεν Γκίνσμπεργκ
Κολάζ του Charles Henri Ford με τον Άλλεν Γκίνσμπεργκ ως βασικό θέμα (πηγή: Residu 1-1, Spring ’65)
κάτω από τον κόσμο υπάρχει πολύ τελείωμα, και πολύ σάλιο στάζει
σαν ρυάκι,
Υπάρχουν πολλά Σκατά κάτω από τον κόσμο, που κυλάνε κάτω από πόλεις
μες στα ποτάμια, πολύ κατρουλιό πλημμυρίζει κάτω από τον κόσμο,
Πολύ μύξα στου κόσμου τα βιομηχανικά ρουθούνια, βρισιές κάτω απ’ του κόσμου
το σιδερένιο μπράτσο, αίμα
διαχέεται έξω απ’ του κόσμου τα στήθη,
ατέλειωτες λίμνες δακρύων, θάλασσες από αηδιαστικά ξερατά ορμούν μεταξύ
των ημισφαιρίων πλημμυρίζουν προς το Sargasso, παλιά λαδωμένα κουρέλια
και υγρά φρένων, ανθρώπινη βενζίνη-
Κάτω από τον κόσμο υπάρχει πόνος, σπασμένοι μηροί, βόμβες νάπαλμ φλέγονται
σε μαύρα μαλλιά, φώσφορος τρώει αγκώνες μέχρι κόκαλο
εντομοκτόνα μολύνουν τις παλίρροιες των ωκεανών, πλαστικές κούκλες ξεβρασμένες
στον Ατλαντικό, παιχνίδια στρατιωτάκια συνωστισμένα στον Ειρηνικό,
Β-52 βομβαρδιστικά πνίγουν τον αέρα ζούγκλα με αναθυμιάσεις και θαυμάσιες λάμψεις
Ρομπότ με βόμβο γέρνουν πάνω σε ορυζώνες πετώντας σωρούς χειροβομβίδων,
πλαστικές σφαίρες ψεκάζονται στη σάρκα, ορυχεία με δόντια δράκων &
ζελένιες φωτιές πάνω σε αχυρένιες σκεπές και σε νεροβούβαλους,
διάτρητες χωριάτικες καλύβες από αιχμηρά βλήματα, χαρακώματα γεμάτα με αέρια-
δηλητηριώδεις εκρηκτικές σκόνες –
Κάτω από τον κόσμο υπάρχουν σπασμένα κρανία, συνθλιμένα πόδια, βγαλμένοι βολβοί,
άκαμπτα δάχτυλα, ανοιγμένα σαγόνια,
Δυσεντερία• εκατομμύρια άστεγοι, βασανισμένες καρδιές, άδειες ψυχές.
Απρίλιος 1973 *Κάτω απο τον κόσμο υπάρχουν πολλοί κώλοι
Άλλεν Γκίνσμπεργκ
Κολάζ του Charles Henri Ford με τον Άλλεν Γκίνσμπεργκ ως βασικό θέμα (πηγή: Residu 1-1, Spring ’65)
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
15-02-22
13:22
Τα Λευκά Μου Άμφια
Άλλεν Γκίνσμπεργκ
Τώρα που σπατάλησα
πέντε χρόνια στο Μανχάταν
με μια ζωή φθαρμένη
και το ταλέντο νούλα
μιλώντας ασυνάρτητα
ασθενής και ψυχασθενημένος
λογαριθμικός κανόνας κι αριθμο-
μηχανή πάνω σε γραφείο
αντίγραφο ιδιόχειρο εις τριπλούν
σύνοψη και φόροι
ευπειθής και ακριβής
και κακοπληρωμένος
παρέμεινα στην αγορά
νιότη των είκοσί μου χρόνων
λιποθύμησα σε γραφεία
έκλαψα σε γραφομηχανές
εξαπατημένα πλήθη
σε τεράστιες συνομωσίες
αποσμητικά θωρηκτά
σοβαρή βιομηχανία μπίζνες
κάθε έξι εβδομάδες όποιος
ήπιε τη τράπεζα αίματός μου
αθώος δαιμονισμένος τώρα
μέρος του οργανισμού μου
πέντε χρόνια δυστυχισμένος μόχθος
απ’ τα 22 ως τα 27 δούλευα
ούτε δεκάρα στην τράπεζα
έτσι για μπούγιο
η αυγή χαράζει δεν είναι παρά ήλιος
η Ανατολή καπνίζει ω κρεβατοκάμαρά μου
η καταδίκη μου είναι κόλαση ποιο
ξυπνητήρι χτυπάει
Νέα Υόρκη 1953
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
16-02-22
14:19
Gregory Corso
Ανθρωπότητα
Τι καθαρό βάθος
τι βαθιά απλότητα
να κάθεσαι ανάμεσα στα δέντρα
και ν’ ανασαίνεις μαζί τους
στην κελαρυστή δροσερή αύρα!
Και πώς μπορώ να πιστέψω αυτούς
που λερώνουν τον ουρανό με παραδείσους
και τη Γη με κόλαση!
Λοιπόν, ανθρώπινο γένος,
κομμάτι σου είμαι,
όπως κι ο γιος μου,
μα κανένας μας δεν θα πιστέψει
το μεγάλο θλιβερό σου ψέμα.
Gregory Corso, Self-Portrait, c. 1990, Collection of Zachary Wollard
Ανθρωπότητα
Τι καθαρό βάθος
τι βαθιά απλότητα
να κάθεσαι ανάμεσα στα δέντρα
και ν’ ανασαίνεις μαζί τους
στην κελαρυστή δροσερή αύρα!
Και πώς μπορώ να πιστέψω αυτούς
που λερώνουν τον ουρανό με παραδείσους
και τη Γη με κόλαση!
Λοιπόν, ανθρώπινο γένος,
κομμάτι σου είμαι,
όπως κι ο γιος μου,
μα κανένας μας δεν θα πιστέψει
το μεγάλο θλιβερό σου ψέμα.
Gregory Corso, Self-Portrait, c. 1990, Collection of Zachary Wollard
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει από Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,313 μηνύματα.
19-02-22
18:59
Γκάρυ Σνάϊντερ (Gary Snyder, Σαν Φραντσίσκο, 8 Μαϊου 1930 - )
Αμερικανός ποιητής, κάποτε συνδεδεμένος με την «γενιά Μπητ», μεταφραστής και δοκιμιογράφος, ακτιβιστής της «Οικολογίας Βάθους» («Deep Ecology») και επί δεκαετίες ασχοληθείς με το Ζεν και την πνευματικότητα της Φύσης.
«Για τα παιδιά» (1974)
Οι ψηλοί λόφοι, οι πλαγιές,
των στατιστικών
στέκουν μπροστά μας.
Το κάθετο σκαρφάλωμα
των πάντων, που ανεβαίνουν,
ανεβαίνουν, καθώς όλοι εμείς
κατεβαίνουμε.
Στον επόμενο αιώνα
ή σ’ εκείνον που ακολουθεί,
λένε,
πως υπάρχουν κοιλάδες, λιβάδια,
και εκεί μπορούμε ειρηνικά ν’ απαντηθούμε
αν τα καταφέρουμε.
Για ν’ ανεβείτε τις ερχόμενες κορφές
ένας λόγος για σας,
για εσάς και τα παιδιά σας:
μείνετε μαζί
μάθετε τα λουλούδια
ελαφρώστε / γίνετε φως.
«Ένα ανάθεμα προς τους ανθρώπους του Πενταγώνου» (1967)
Καθώς δολοφονείτε τις μικρές βιετναμέζες
και τους χωρικούς μες στα ίδια τα χωράφια τους
καίγοντας και ξεκοιλιάζοντας
δηλητηριάζοντας και αφανίζοντας
τόσο πιο συστηματικά κυνηγάω βαθιά στην καρδιά μου
τον «αμερικανό» εαυτό μου.
Δεν θα τον αφήσω να ζήσει, τον «αμερικανό».
Θα τον αφανίσω, Ο κύριος «Χ»
είναι ήδη προ πολλού νεκρός.
Δεν θα αφήσω να περάσει και στα παιδιά μου
μα θα τους δώσω αντίθετα τον Αρχηγό Γιοζέφ,
τις αγέλες των βουβάλων, τον Iσί,
το γεράκι και τα έλατα,
τον Βούδα, τα ίδια τα γυμνά κορμιά τους,
για να κολυμπήσουν, να χορέψουν
και να τραγουδήσουνε.
Καθώς σκοτώνω μέσα μου τον άσπρο εαυτό μου,
τον «αμερικανό»,
και χορεύω τον Χορό των Πνευμάτων,
να φέρω πίσω σε τούτη την ήπειρο
το χόρτο και τα ποτάμια της,
να συνθλίψω τα λαρύγγια σας ενώ κοιμάστε.
Τούτη την μαγεία απεργάζομαι,
τούτη την αγάπη προσφέρω,
που τα δικά μου παιδιά ίσως θα εξαπλώσουν
και τα δικά σας μάλλον μήτε καν θα καταλάβουν!
Hi niswa vita ki ni! (θα ζήσουμε ξανά!)
Αμερικανός ποιητής, κάποτε συνδεδεμένος με την «γενιά Μπητ», μεταφραστής και δοκιμιογράφος, ακτιβιστής της «Οικολογίας Βάθους» («Deep Ecology») και επί δεκαετίες ασχοληθείς με το Ζεν και την πνευματικότητα της Φύσης.
«Για τα παιδιά» (1974)
Οι ψηλοί λόφοι, οι πλαγιές,
των στατιστικών
στέκουν μπροστά μας.
Το κάθετο σκαρφάλωμα
των πάντων, που ανεβαίνουν,
ανεβαίνουν, καθώς όλοι εμείς
κατεβαίνουμε.
Στον επόμενο αιώνα
ή σ’ εκείνον που ακολουθεί,
λένε,
πως υπάρχουν κοιλάδες, λιβάδια,
και εκεί μπορούμε ειρηνικά ν’ απαντηθούμε
αν τα καταφέρουμε.
Για ν’ ανεβείτε τις ερχόμενες κορφές
ένας λόγος για σας,
για εσάς και τα παιδιά σας:
μείνετε μαζί
μάθετε τα λουλούδια
ελαφρώστε / γίνετε φως.
«Ένα ανάθεμα προς τους ανθρώπους του Πενταγώνου» (1967)
Καθώς δολοφονείτε τις μικρές βιετναμέζες
και τους χωρικούς μες στα ίδια τα χωράφια τους
καίγοντας και ξεκοιλιάζοντας
δηλητηριάζοντας και αφανίζοντας
τόσο πιο συστηματικά κυνηγάω βαθιά στην καρδιά μου
τον «αμερικανό» εαυτό μου.
Δεν θα τον αφήσω να ζήσει, τον «αμερικανό».
Θα τον αφανίσω, Ο κύριος «Χ»
είναι ήδη προ πολλού νεκρός.
Δεν θα αφήσω να περάσει και στα παιδιά μου
μα θα τους δώσω αντίθετα τον Αρχηγό Γιοζέφ,
τις αγέλες των βουβάλων, τον Iσί,
το γεράκι και τα έλατα,
τον Βούδα, τα ίδια τα γυμνά κορμιά τους,
για να κολυμπήσουν, να χορέψουν
και να τραγουδήσουνε.
Καθώς σκοτώνω μέσα μου τον άσπρο εαυτό μου,
τον «αμερικανό»,
και χορεύω τον Χορό των Πνευμάτων,
να φέρω πίσω σε τούτη την ήπειρο
το χόρτο και τα ποτάμια της,
να συνθλίψω τα λαρύγγια σας ενώ κοιμάστε.
Τούτη την μαγεία απεργάζομαι,
τούτη την αγάπη προσφέρω,
που τα δικά μου παιδιά ίσως θα εξαπλώσουν
και τα δικά σας μάλλον μήτε καν θα καταλάβουν!
Hi niswa vita ki ni! (θα ζήσουμε ξανά!)
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
22-02-22
14:33
6 ΕΦΙΑΛΤΕΣ
Diane Di Prima
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 2
Έχοντας καθαρότερο σπίτι απ’ ό,τι συνήθως έπλυνα τα τα πιάτα. Μάζεψα εκείνα τα
μακριά γλοιώδη σκουλήκια, τα μπαγιάτικα μακαρόνια, και τα έριξα από το νεροχύτη στον
κάδο όταν ένα κύλησε στο πάτωμα και έμεινε εκεί μειδιώντας.
Αχ είπα μα έχοντας καθαρότερο πάτωμα απ’ ό,τι συνήθως προσπάθησα να το μαζέψω,
μα εκείνο ξεγλίστρησε και μειδιούσε πάλι. Έπειτα από δέκα λεπτά
καταδίωξης με πιο βρόμικα χέρια απ’ ό,τι συνήθως παραιτήθηκα.
Ω καλά είπα κάτω από τη βρύση απόψε θα σκληρύνει το
αναθεματισμένο και θα το μαζέψω ξεραμένο.
Τότε κοιτάζοντας κάτω πάλι είδα μια γραμμή από καλοζωισμένες κατσαρίδες
με συντονισμένο βήμα να μεταφέρουν το σκουλήκι και να τραγουδούν Εμπρός Χριστιανές Κατσαρίδες.
Η φασαρία ήταν ανυπόφορη κι εγώ παρέμεινα τρομοκρατημένη στο σημείο μέχρι που μια
ελαφρώς μεγαλύτερη κατσαρίδα, προφανώς ο αρχηγός τους, σκούντηξε κι εμένα για να δει αν μπορούσα επίσης
να μεταφερθώ.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 6
Πάρε τον κομμένο σου λαιμό απ’ το μαχαίρι μου.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 7
Μια μέρα ξέχασα την περιβολή μου και η καρδιά μου καρφιτσωμένη στο χέρι μου
έκαιγε μια τρύπα εκεί.
Βρήκα στην τσέπη μου πενήντα σεντς όχι παραπάνω˙ στην 42η Οδό έψαξα για καμιά
ευχάριστη ταινία.
Μέχρι που ο πιο όμορφος θεός ερχόταν νομίζω προς το μέρος μου με μάγκικο βήμα και
χαμογελούσε γνωρίζοντας τα πάντα και ύστερα γνωρίζοντας.
Είσαι απασχολημένη είπε και γέλασα διότι τίποτα δε μετρούσε περισσότερο
απ’ την όψη του και το ήξερε.
Και γέλασε γνωρίζοντας τα πάντα και ομολογώντας απλά ναι έτσι είναι
υπάρχει επιδεικτικότητα και πόνος μα όχι εμείς.
Και περπατήσαμε και οι τρεις αυτός και εγώ και τα χέρια μας ανάμεσα και είχε ένα
δωμάτιο όπου το ταβάνι χόρευε για μένα χόρευε όλη νύχτα.
Ώσπου το πρωί ξύπνησε και με βρόμικα δόντια όπως χασμουριόταν είπε λοιπόν μωρό μου
πόσα παίρνεις;
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 9
Κουνήσου είπε ο μπάτσος. Το πάρκο κλείνει στις εννιά κουνήσου
γαμώτο. Αναθεματισμένα νομίζετε πως σας ανήκει το πάρκο.
Δε μιλάς ε δεν κουνιέσαι; Θα το δούμε. Θα μπεις υπό
επιτήρηση μια εβδομάδα ηλεκτροσόκ θα σε στρώσει πάω στοίχημα.
Και φύσηξε τη σφυρίχτρα του.
Τότε σταμάτησε ένα λευκό αυτοκίνητο,
λευκοφορεμένοι
που καταπιάνονται με τη δουλειά τους χωρίς συναισθηματισμούς.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που έβλεπαν ένα δέντρο κατατονικό.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 12
Πήγα στην κλινική. Στραμπούλιξα το πόδι μου είπα.
Όνομα ρώτησαν και ηλικία και πόσα βγάζω και
ποιος είναι ο οικογενειακός μας γιατρός.
Τους είπα και μου ζήτησαν να περιμένω και περίμενα και είπαν έλα
μέσα και πήγα.
Άνοιξε το μάτι σου είπε ο γιατρός κάτι έχει μέσα.
Βάρεσα το πόδι μου είπα.
Άνοιξε το μάτι σου είπε και το έκανα και έβγαλε το ένα μάτι και το ξέπλυνε
σε μια λεκάνη.
Να είπε και το ξαναέβαλε τώρα δεν είναι καλύτερα.
Υποθέτω είπα. Είναι όλα μαύρα δεν ξέρω. Βάρεσα το πόδι μου είπα.
Θα μπορούσες να τρεμοπαίξεις τα βλέφαρα είπε η μια σου βλεφαρίδα είναι χαλαρή.
Νομίζω είπα κάτι δεν πάει καλά με το πόδι μου.
Ω είπε. Ενδεχομένως έχεις δίκιο. Θα το κόψουμε.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 13
Πονάει να σε δολοφονούν.
https://en.wikipedia.org/wiki/Diane_di_Prima
Diane Di Prima
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 2
Έχοντας καθαρότερο σπίτι απ’ ό,τι συνήθως έπλυνα τα τα πιάτα. Μάζεψα εκείνα τα
μακριά γλοιώδη σκουλήκια, τα μπαγιάτικα μακαρόνια, και τα έριξα από το νεροχύτη στον
κάδο όταν ένα κύλησε στο πάτωμα και έμεινε εκεί μειδιώντας.
Αχ είπα μα έχοντας καθαρότερο πάτωμα απ’ ό,τι συνήθως προσπάθησα να το μαζέψω,
μα εκείνο ξεγλίστρησε και μειδιούσε πάλι. Έπειτα από δέκα λεπτά
καταδίωξης με πιο βρόμικα χέρια απ’ ό,τι συνήθως παραιτήθηκα.
Ω καλά είπα κάτω από τη βρύση απόψε θα σκληρύνει το
αναθεματισμένο και θα το μαζέψω ξεραμένο.
Τότε κοιτάζοντας κάτω πάλι είδα μια γραμμή από καλοζωισμένες κατσαρίδες
με συντονισμένο βήμα να μεταφέρουν το σκουλήκι και να τραγουδούν Εμπρός Χριστιανές Κατσαρίδες.
Η φασαρία ήταν ανυπόφορη κι εγώ παρέμεινα τρομοκρατημένη στο σημείο μέχρι που μια
ελαφρώς μεγαλύτερη κατσαρίδα, προφανώς ο αρχηγός τους, σκούντηξε κι εμένα για να δει αν μπορούσα επίσης
να μεταφερθώ.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 6
Πάρε τον κομμένο σου λαιμό απ’ το μαχαίρι μου.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 7
Μια μέρα ξέχασα την περιβολή μου και η καρδιά μου καρφιτσωμένη στο χέρι μου
έκαιγε μια τρύπα εκεί.
Βρήκα στην τσέπη μου πενήντα σεντς όχι παραπάνω˙ στην 42η Οδό έψαξα για καμιά
ευχάριστη ταινία.
Μέχρι που ο πιο όμορφος θεός ερχόταν νομίζω προς το μέρος μου με μάγκικο βήμα και
χαμογελούσε γνωρίζοντας τα πάντα και ύστερα γνωρίζοντας.
Είσαι απασχολημένη είπε και γέλασα διότι τίποτα δε μετρούσε περισσότερο
απ’ την όψη του και το ήξερε.
Και γέλασε γνωρίζοντας τα πάντα και ομολογώντας απλά ναι έτσι είναι
υπάρχει επιδεικτικότητα και πόνος μα όχι εμείς.
Και περπατήσαμε και οι τρεις αυτός και εγώ και τα χέρια μας ανάμεσα και είχε ένα
δωμάτιο όπου το ταβάνι χόρευε για μένα χόρευε όλη νύχτα.
Ώσπου το πρωί ξύπνησε και με βρόμικα δόντια όπως χασμουριόταν είπε λοιπόν μωρό μου
πόσα παίρνεις;
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 9
Κουνήσου είπε ο μπάτσος. Το πάρκο κλείνει στις εννιά κουνήσου
γαμώτο. Αναθεματισμένα νομίζετε πως σας ανήκει το πάρκο.
Δε μιλάς ε δεν κουνιέσαι; Θα το δούμε. Θα μπεις υπό
επιτήρηση μια εβδομάδα ηλεκτροσόκ θα σε στρώσει πάω στοίχημα.
Και φύσηξε τη σφυρίχτρα του.
Τότε σταμάτησε ένα λευκό αυτοκίνητο,
λευκοφορεμένοι
που καταπιάνονται με τη δουλειά τους χωρίς συναισθηματισμούς.
Δεν ήταν η πρώτη φορά που έβλεπαν ένα δέντρο κατατονικό.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ 12
Πήγα στην κλινική. Στραμπούλιξα το πόδι μου είπα.
Όνομα ρώτησαν και ηλικία και πόσα βγάζω και
ποιος είναι ο οικογενειακός μας γιατρός.
Τους είπα και μου ζήτησαν να περιμένω και περίμενα και είπαν έλα
μέσα και πήγα.
Άνοιξε το μάτι σου είπε ο γιατρός κάτι έχει μέσα.
Βάρεσα το πόδι μου είπα.
Άνοιξε το μάτι σου είπε και το έκανα και έβγαλε το ένα μάτι και το ξέπλυνε
σε μια λεκάνη.
Να είπε και το ξαναέβαλε τώρα δεν είναι καλύτερα.
Υποθέτω είπα. Είναι όλα μαύρα δεν ξέρω. Βάρεσα το πόδι μου είπα.
Θα μπορούσες να τρεμοπαίξεις τα βλέφαρα είπε η μια σου βλεφαρίδα είναι χαλαρή.
Νομίζω είπα κάτι δεν πάει καλά με το πόδι μου.
Ω είπε. Ενδεχομένως έχεις δίκιο. Θα το κόψουμε.
Πονάει να σε δολοφονούν.
https://en.wikipedia.org/wiki/Diane_di_Prima
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
26-02-22
13:37
"Αλλά είναι εκείνη η φορά, η μία, που συναντάς μια γυναίκα ανθισμένη, ένα κορίτσι που ξεχειλίζει, μια παρουσία ταυτισμένη με το φύλο της, αληθινά σέξυ, ένα πεπρωμένο, το τέλος του κόσμου."
"Εκείνη... Εκείνη είναι μεγαλειώδες γαμ@σ@. Το στόμα της διψάει, το μου@@ της είναι απαλό και σφιχτό και τον παίρνει λες κι είναι μαχαίρι που την σκοτώνει."
"Κάθε μαλάκας μπορεί να κυνηγήσει ένα φουστάνι. Ελάχιστοι όμως έχουν την πειθαρχία που χρειάζεται η τέχνη."
"Τα πάντα είναι χάσιμο χρόνου εκτός απ' το πλησίασμα εκείνης της ευτυχίας από μια στοιχειωτική αγάπη, και την δημιουργία στην τέχνη."
"Αν είναι να κάνεις κάτι αληθινό, κάνε το απολύτως. Διαφορετικά μην ξεκινήσεις καν. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι μπορεί να χάσεις πολλά. Ακόμα και το μυαλό σου."
Charles Bukowski
“Roll the Dice” by Charles Bukowski
If you’re going to try, go all the way
otherwise, don’t even start.
If you’re going to try, go all the way
this could mean losing girlfriends, wives, relatives, jobs and maybe your mind.
Go all the way.
It could mean not eating for 3 or 4 days.
It could mean freezing on a park bench.
It could mean jail.
It could mean derision, mockery, isolation.
Isolation is the gift, all the others are a test of your
endurance, of how much you really want to do it.
And you’ll do it despite rejection and the worst odds
and it will be better than anything else you can imagine.
If you’re going to try, go all the way.
There is no other feeling like that.
You will be alone with the gods and the nights will flame with
fire.
Do it, do it, do it !
Do it !
All the way !
All the way !
You will ride life straight to perfect laughter,
it's the only good fight there is.
"Εκείνη... Εκείνη είναι μεγαλειώδες γαμ@σ@. Το στόμα της διψάει, το μου@@ της είναι απαλό και σφιχτό και τον παίρνει λες κι είναι μαχαίρι που την σκοτώνει."
"Κάθε μαλάκας μπορεί να κυνηγήσει ένα φουστάνι. Ελάχιστοι όμως έχουν την πειθαρχία που χρειάζεται η τέχνη."
"Τα πάντα είναι χάσιμο χρόνου εκτός απ' το πλησίασμα εκείνης της ευτυχίας από μια στοιχειωτική αγάπη, και την δημιουργία στην τέχνη."
"Αν είναι να κάνεις κάτι αληθινό, κάνε το απολύτως. Διαφορετικά μην ξεκινήσεις καν. Αυτό βέβαια σημαίνει ότι μπορεί να χάσεις πολλά. Ακόμα και το μυαλό σου."
Charles Bukowski
“Roll the Dice” by Charles Bukowski
If you’re going to try, go all the way
otherwise, don’t even start.
If you’re going to try, go all the way
this could mean losing girlfriends, wives, relatives, jobs and maybe your mind.
Go all the way.
It could mean not eating for 3 or 4 days.
It could mean freezing on a park bench.
It could mean jail.
It could mean derision, mockery, isolation.
Isolation is the gift, all the others are a test of your
endurance, of how much you really want to do it.
And you’ll do it despite rejection and the worst odds
and it will be better than anything else you can imagine.
If you’re going to try, go all the way.
There is no other feeling like that.
You will be alone with the gods and the nights will flame with
fire.
Do it, do it, do it !
Do it !
All the way !
All the way !
You will ride life straight to perfect laughter,
it's the only good fight there is.
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
04-03-22
14:04
Η Μεγάλη Απόδραση
Τσαρλς Μπουκόβσκι
άκου, είπε, έχεις δει ποτέ σου ένα μάτσο καβούρια στριμωγμένα
στον κουβά;
όχι, απάντησα.
λοιπόν, αυτό που συμβαίνει είναι ότι κάθε τόσο κάποιο καβούρι
σκαρφαλώνει πάνω στα άλλα
και αρχίζει να αναρριχάται προς το στόμιο του κουβά,
τότε, με το που είναι έτοιμο να ξεφύγει
ένα άλλο καβούρι το αρπάζει και το σπρώχνει πίσω
στον πάτο.
σοβαρά; ρώτησα.
σοβαρά, αποκρίθηκε, έτσι γίνεται όπως στα λέω, κανένα
από τα άλλα καβούρια δεν αφήνει κάποιο να την κοπανήσει από
εκεί. είναι ακριβώς το ίδιο που συμβαίνει
στην ταχυδρομική υπηρεσία!
σε πιστεύω, είπα.
εκείνη την στιγμή ο προϊστάμενος προχώρησε προς το μέρος μας και είπε:
κύριοι συνομιλούσατε.
δεν επιτρέπονται οι συζητήσεις στον
χώρο εργασίας.
δούλευα εκεί εντεκάμιση
χρόνια.
σηκώθηκα απ’ το σκαμνί μου και καβάλησα ίσα πάνω στον
προϊστάμενο
κι έπειτα σηκώθηκα κι έφυγα από εκεί αμέσως.
έγινε τόσο εύκολα που έμοιαζε απίστευτο.
όμως κανείς από τους υπόλοιπους δεν με ακολούθησε.
και μετά απ’ αυτό, κάθε που τύχαινε να τρώω καβουροπόδαρα
σκεφτόμουν αυτό το μέρος.
πρέπει να σκέφτηκα αυτό το μέρος
περίπου 5 ή 6 φορές
προτού το γυρίσω στον αστακό.
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει από Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,313 μηνύματα.
11-03-22
09:19
Η ΜΕΤΕΜΨΥΧΩΣΗ
Jack Hirschman
Ήθελα να ξέρεις,
Εσύ το ευγενικό
Φως της αγάπης σου με στήριξε
Εκείνες τις χειμωνιάτικες νύχτες μπουμπουκιάζοντας
Μέσα στην ανοιξιάτικη νίκη μια θύμησης
Που είναι το μέλλον
μάταιο, βέβαια, όπως κάθε σκοπός ή κάθε δόγμα
μέσα στο άνεμο και τη βροχή, κάτω απʼ τον ήλιο
της ιπτάμενης ακινοβολίας του
ή ματαιότητα, όπως πάντα
πέρα απʼ τη σιωπή της καλοσύνης μας,
που είναι το παν,
είναι μάταια και αμφισβητούμενα
κάτω απʼ το φεγγάρι
που πάντα μουρμουρίζει,-
ο τόσος χρόνος που ήμουν μαζί σου στο βορρά
με βοήθησε, ακόμα και στου γκρεμού το χείλος
μου έσωσε να καταλάβω
όσο μεταμψυχωνόσουν κάθε φορά
και πιο λατρεμένα λές και το χέρι μου ανήκε πάντα
σʼ εκείνα τα μέρη πάνω και μέσα σου
που τυγχάνει να βρίσκει τον εαυτό του,
σαν να μην υπήρξαν όλα όσα υπήρχαν,
που κι έτσι πιο φίνο ήταν
για εκείνο το ξεχείλισμα
τα άφρισμα
τη διάχυση
του εαυτού παντού
μαζί όπου βρισκόμαστε,
πιο άναρχα και από το χάος στʼ αλήθεια
πιότερα με γουργουρίσματα παρά με μουγκρητό
τώρα βρέχει, ξημερώματα, στο Σαν Φραγκίσκο.
Τα νέα, τα νέα του κόσμου, της νίκης στο Βιετνάμ,
Με ταράζουν φέρνοντάς μου παλιά γεγονότα, αγώνες
Φωτιές και μανιασμένες μέρες που άφησα πίσω μου
Μακριά απʼ το παρόν μου εδώ
Που κάθομαι και γράφω με τα πάντα
Σχεδόν αδιάφορα
Εκτός από σένα
Που κοιμάσαι δίπλα, τη βροχή,
Του μολυβιού τον ήχο στο χαρτί,
Και τον Έρνεστ , στο πάνω πάτωμα, τον άκουω
Να κλείνει το παράθυρο,-
Και το μυαλό μου γέμισε απόψε με ζωές προηγούμενες:
Ήρθαν με τα καλά νέα – τους βλέπω, γυναίκα, γιο
Και κόρη στο νότο, ή στον φτερωμένο βορρά
Τους συντρόφους που με μάζεψαν για λίγο
Στην πορεία μου, ποιητές και ζωγράφους , ψυχές
Μανιασμένες, ερωμένες, συζύγους, φίλους σε βορρά
Και νότο, φίλους στʼ ανατολικά, ακριβά αμάξια
Γαλήνιες κραυγές μες στην αναθυμίαση τούτης της στιγμής
Αδελφές κι αδελφούς, συντρόφους
Μοιάζει τα χέρια μου να ζητούν
Γιατί δεν ασχολούμαι με τον άλλον, εκείνον
Που τόσον καιρό πίστευα πως ήταν
Ο εχθρός μου;
Για να κοπιάζω για το τίποτα
Πηγαίνοντας πίσω στο πουθενά,
Γιατί γράφω τόσο προδηλά σʼ εσένα,
Ποια είναι η ποίησή μου,
Η μετεμψύχωση της γέννησής μου
Σε ειρήνη με την φύση;
Αφού κι αυτό ακόμα συμβαίνει, αφού η καλύτερη σκέψη
Δεν είναι η καλύτερη,
Είναι η νύχτα μιας άλλης μέρας,
Είναι ένα λευκό φρύδι και μια μαύρη κουκκίδα
Είναι αυτό που πρέπει να συνεχίσει
Πάνω στο χαρτί
Με κάποιον τρόπο
Αυτό που βλέπεις ακόμα και για μένα
Στιγμή μονάχα, τόσο έντονα και εντονότερα
Ετούτο πρέπει να βγαίνει απʼ την ανάσα σου
Πιότερο από
Κάθε άλλο
Κάλεσμα
Να είναι ανεκτίμητος
Λωτός
Που μέσα του
Κοιμίζω εγείρω
Ντροπαλός
Στη σάρκα σου
Την αίσθηση
Των πάντων.
μετάφραση: Γιάννης Λειβαδάς
Jack Hirschman
Ήθελα να ξέρεις,
Εσύ το ευγενικό
Φως της αγάπης σου με στήριξε
Εκείνες τις χειμωνιάτικες νύχτες μπουμπουκιάζοντας
Μέσα στην ανοιξιάτικη νίκη μια θύμησης
Που είναι το μέλλον
μάταιο, βέβαια, όπως κάθε σκοπός ή κάθε δόγμα
μέσα στο άνεμο και τη βροχή, κάτω απʼ τον ήλιο
της ιπτάμενης ακινοβολίας του
ή ματαιότητα, όπως πάντα
πέρα απʼ τη σιωπή της καλοσύνης μας,
που είναι το παν,
είναι μάταια και αμφισβητούμενα
κάτω απʼ το φεγγάρι
που πάντα μουρμουρίζει,-
ο τόσος χρόνος που ήμουν μαζί σου στο βορρά
με βοήθησε, ακόμα και στου γκρεμού το χείλος
μου έσωσε να καταλάβω
όσο μεταμψυχωνόσουν κάθε φορά
και πιο λατρεμένα λές και το χέρι μου ανήκε πάντα
σʼ εκείνα τα μέρη πάνω και μέσα σου
που τυγχάνει να βρίσκει τον εαυτό του,
σαν να μην υπήρξαν όλα όσα υπήρχαν,
που κι έτσι πιο φίνο ήταν
για εκείνο το ξεχείλισμα
τα άφρισμα
τη διάχυση
του εαυτού παντού
μαζί όπου βρισκόμαστε,
πιο άναρχα και από το χάος στʼ αλήθεια
πιότερα με γουργουρίσματα παρά με μουγκρητό
τώρα βρέχει, ξημερώματα, στο Σαν Φραγκίσκο.
Τα νέα, τα νέα του κόσμου, της νίκης στο Βιετνάμ,
Με ταράζουν φέρνοντάς μου παλιά γεγονότα, αγώνες
Φωτιές και μανιασμένες μέρες που άφησα πίσω μου
Μακριά απʼ το παρόν μου εδώ
Που κάθομαι και γράφω με τα πάντα
Σχεδόν αδιάφορα
Εκτός από σένα
Που κοιμάσαι δίπλα, τη βροχή,
Του μολυβιού τον ήχο στο χαρτί,
Και τον Έρνεστ , στο πάνω πάτωμα, τον άκουω
Να κλείνει το παράθυρο,-
Και το μυαλό μου γέμισε απόψε με ζωές προηγούμενες:
Ήρθαν με τα καλά νέα – τους βλέπω, γυναίκα, γιο
Και κόρη στο νότο, ή στον φτερωμένο βορρά
Τους συντρόφους που με μάζεψαν για λίγο
Στην πορεία μου, ποιητές και ζωγράφους , ψυχές
Μανιασμένες, ερωμένες, συζύγους, φίλους σε βορρά
Και νότο, φίλους στʼ ανατολικά, ακριβά αμάξια
Γαλήνιες κραυγές μες στην αναθυμίαση τούτης της στιγμής
Αδελφές κι αδελφούς, συντρόφους
Μοιάζει τα χέρια μου να ζητούν
Γιατί δεν ασχολούμαι με τον άλλον, εκείνον
Που τόσον καιρό πίστευα πως ήταν
Ο εχθρός μου;
Για να κοπιάζω για το τίποτα
Πηγαίνοντας πίσω στο πουθενά,
Γιατί γράφω τόσο προδηλά σʼ εσένα,
Ποια είναι η ποίησή μου,
Η μετεμψύχωση της γέννησής μου
Σε ειρήνη με την φύση;
Αφού κι αυτό ακόμα συμβαίνει, αφού η καλύτερη σκέψη
Δεν είναι η καλύτερη,
Είναι η νύχτα μιας άλλης μέρας,
Είναι ένα λευκό φρύδι και μια μαύρη κουκκίδα
Είναι αυτό που πρέπει να συνεχίσει
Πάνω στο χαρτί
Με κάποιον τρόπο
Αυτό που βλέπεις ακόμα και για μένα
Στιγμή μονάχα, τόσο έντονα και εντονότερα
Ετούτο πρέπει να βγαίνει απʼ την ανάσα σου
Πιότερο από
Κάθε άλλο
Κάλεσμα
Να είναι ανεκτίμητος
Λωτός
Που μέσα του
Κοιμίζω εγείρω
Ντροπαλός
Στη σάρκα σου
Την αίσθηση
Των πάντων.
μετάφραση: Γιάννης Λειβαδάς
Τζακ Χίρσμαν: «Ποτέ δεν αναφέρομαι σε μένα ως ποιητή χωρίς να λέω ότι είμαι κομμουνιστής»
Αυτόματη ένωση συνεχόμενων μηνυμάτων:
Diane di Prima - Wikipedia
en.wikipedia.org
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
12-03-22
10:22
"Λαμόγια του Κόσμου, υπάρχει ένα σημάδι που δεν μπορείτε να νικήσετε: το Εσωτερικό Σημάδι."
William S. Burroughs
photo : W. Burroughs
William S. Burroughs
photo : W. Burroughs
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
17-03-22
11:12
Μα Εγώ Δεν Έχω Ανάγκη Την Ευγένεια
Γκρέγκορι Κόρσο
Έχω γνωρίσει τις παράξενες νοσοκόμες της Ευγενείαςτις έχω δει να φιλούν τον άρρωστο,
να προσέχουν τον γέρο,
να δίνουν καραμέλες στον τρελό!
Τις έχω προσέξει, σκοτεινές, θλιμμένες να σπρώχνουν
Αναπηρικές καρέκλες πλάι στη θάλασσα, μέσα στη νύχτα!
Έχω γνωρίσει τους χοντρούς Πάπες της Ευγενείας,
τις μικροκαμωμένες γηραιές, γκριζομάλλες κυρίες,
τον παπά της ενορίας,
τον διάσημο ποιητή,
τη μητέρα
τους έχω γνωρίσει όλους!
Τους έχω προσέξει, σκοτεινούς και θλιμμένους
μέσα στη νύχτα,
να κολλούν αφίσες ελέους
στους πίνακες ανακοινώσεων της απελπισίας.
Έχω γνωρίσει την Παντοδύναμη Ευγένεια
Αυτοπροσώπως!
Έχω κάτσει πλάι στ’ αγνά λευκά της πόδια,
κερδίζοντας την εμπιστοσύνη της!
Δεν μιλήσαμε για τίποτα αγροίκο,
όμως μια νύχτα με βασάνισαν εκείνες οι παράξενες
νοσοκόμες,
εκείνοι οι χοντροί Πάπες.
Η μικροκαμωμένη γηραιά κυρία πέρασε πάνω απ’ το
κεφάλι μου μ’ ένα δρεπανηφόρο άρμα!
Ο παπάς μου έσκισε το στομάχι, έβαλε τα χέρια του
μέσα μου
και ούρλιαξε: Που είναι η ψυχή σου; Που είναι
η ψυχή σου;
Ο διάσημος ποιητής με σήκωσε πάνω
και με πέταξε απ’ το παράθυρο!
Η μητέρα με εγκατέλειψε!
Έτρεξα στην Ευγένεια, μπήκα με φόρα στα δώματά της
Και βλαστίμησα!
Μ’ ένα μαχαίρι ακατανόμαστο, χίλιες πληγές της άνοιξα
και τις μαγάρισα!
Την κουβάλησα μακριά, στους ώμους μου, σαν στοιχειό,
μέσα στη χαλικόστρωτη νύχτα!
Σκυλιά γαύγισαν! Γάτες έφυγαν τρομαγμένες!
Όλα τα παράθυρα κλειστά!
Την ανέβασα δέκα ορόφους!
Την άφησα στο πάτωμα του μικρού μου δωματίου
και γονατίζοντας πλάι της έκλαψα, έκλαψα.
Μα τι είναι Ευγένεια; Τη σκότωσα
μα τι είναι;
Είσαι ευγενής επειδή ζεις μια ζωή ευγενή.
Ο Αγ. Φραγκίσκος ήταν ευγενής.
Ο σπιτονοικοκύρης είναι ευγενής.
Ένας τενεκές είναι ευγενής.
Μπορούμε να πούμε πως οι άνθρωποι που κάθονται
στα πάρκα είναι ευγενέστεροι;
Μετάφραση: Γιώργος Μπλάνας
photo 1 : Gregory in Paris 1957 Photo © by Harold Chapman
photo 2 : Gregory Corso at an One World Poetry festival, Amsterdam, early 1980s. Photo © Eddie Woods
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει από Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,313 μηνύματα.
24-03-22
22:26
Δύο ποιήματα του Ρόμπερτ Κρίλι (Robert Creeley)
Ο ρυθμός
Όλα είναι ένας ρυθμός,
από το κλείσιμο
μιας πόρτας ως το άνοιγμα
ενός παραθύρου.
οι εποχές, το φως
του ήλιου, η σελήνη,
οι ωκεανοί, το μεγάλωμα
των πραγμάτων,
ο νους ο ατομικός των ανθρώπων,
, που επιστρέφει σ’ αυτούς
γι’ άλλη μια φορά,
πιστεύοντας ότι το τέλος
δεν είναι το τέλος, που γυρνά
πίσω στο χρόνο,
ενώ αυτοί είναι νεκροί
με κάποιον που πρόκειται να φτάσει.
Αν είμαι νεκρός μέσα στο θάνατο,
μες στη ζωή επίσης
πεθαίνω, πεθαίνω...
Κι οι γυναίκες κλαίνε και πεθαίνουν.
Τα παιδιά μεγαλώνουν
μέχρι να είναι μόνο γέροι.
Η νομή ξηραίνεται,
η δύναμη φεύγει.
Αλλά συναντιέται κάποιος με μια άλλη
που επιστρέφει, όχι η δική μου,
όχι η δική μου, και
στην ώρα του πεθαίνει.
Ο ρυθμός που επεκτείνεται
από τον εαυτό του αρχίζει
να τα λυγίζει όλα
από το παράθυρο ως την πόρτα
από τη στέγη ως το διαμέρισμα,
φως που ξανοίγεται,
σκοτεινιά που κλείνεται
Παρακαλώ
για τον James Broughton
Ω, θεέ, πάμε.
Αυτό είναι ένα ποίημα για τον Κένεθ Πάτσεν.
Σκότωσαν κόσμο και κόσμο σε όλα τα μέρη.
Κόσμο κόσμο κόσμο κόσμο.
Αυτό είναι ένα ποίημα για τον Άλεν Γκίνσμπεργκ.
Θέλω να βρεθώ σε άλλο τόπο, σε άλλο τόπο.
Αυτό είναι ένα ποίημα για ένα άλογο που κατάληξε να είναι κουρασμένο.
Φτωχό, Γέρικο. Κουρασμένο. Άλογο.
Θέλω να πάω στο σπίτι.
Θέλω κι εσύ να πας στο σπίτι.
Αυτό είναι ένα ποίημα που αφηγείται μια ιστορία,
που είναι η ιστορία.
Δεν ξέρω. Χάνομαι.
Αν ήταν ήρεμοι και μου έλεγαν.
Αν είσαι ευτυχισμένος, θλιμμένος, όχι ευτυχισμένος, γύρνα σε παρακαλώ.
Αυτό είναι ένα ποίημα για όλους.
Ο ρυθμός
Όλα είναι ένας ρυθμός,
από το κλείσιμο
μιας πόρτας ως το άνοιγμα
ενός παραθύρου.
οι εποχές, το φως
του ήλιου, η σελήνη,
οι ωκεανοί, το μεγάλωμα
των πραγμάτων,
ο νους ο ατομικός των ανθρώπων,
, που επιστρέφει σ’ αυτούς
γι’ άλλη μια φορά,
πιστεύοντας ότι το τέλος
δεν είναι το τέλος, που γυρνά
πίσω στο χρόνο,
ενώ αυτοί είναι νεκροί
με κάποιον που πρόκειται να φτάσει.
Αν είμαι νεκρός μέσα στο θάνατο,
μες στη ζωή επίσης
πεθαίνω, πεθαίνω...
Κι οι γυναίκες κλαίνε και πεθαίνουν.
Τα παιδιά μεγαλώνουν
μέχρι να είναι μόνο γέροι.
Η νομή ξηραίνεται,
η δύναμη φεύγει.
Αλλά συναντιέται κάποιος με μια άλλη
που επιστρέφει, όχι η δική μου,
όχι η δική μου, και
στην ώρα του πεθαίνει.
Ο ρυθμός που επεκτείνεται
από τον εαυτό του αρχίζει
να τα λυγίζει όλα
από το παράθυρο ως την πόρτα
από τη στέγη ως το διαμέρισμα,
φως που ξανοίγεται,
σκοτεινιά που κλείνεται
Παρακαλώ
για τον James Broughton
Ω, θεέ, πάμε.
Αυτό είναι ένα ποίημα για τον Κένεθ Πάτσεν.
Σκότωσαν κόσμο και κόσμο σε όλα τα μέρη.
Κόσμο κόσμο κόσμο κόσμο.
Αυτό είναι ένα ποίημα για τον Άλεν Γκίνσμπεργκ.
Θέλω να βρεθώ σε άλλο τόπο, σε άλλο τόπο.
Αυτό είναι ένα ποίημα για ένα άλογο που κατάληξε να είναι κουρασμένο.
Φτωχό, Γέρικο. Κουρασμένο. Άλογο.
Θέλω να πάω στο σπίτι.
Θέλω κι εσύ να πας στο σπίτι.
Αυτό είναι ένα ποίημα που αφηγείται μια ιστορία,
που είναι η ιστορία.
Δεν ξέρω. Χάνομαι.
Αν ήταν ήρεμοι και μου έλεγαν.
Αν είσαι ευτυχισμένος, θλιμμένος, όχι ευτυχισμένος, γύρνα σε παρακαλώ.
Αυτό είναι ένα ποίημα για όλους.
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει από Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,313 μηνύματα.
27-03-22
11:32
Στο Μαντείο των Δελφών
Lawrence Ferlinghetti
Μέγα Μαντείον, γιατί με περιεργάζεσαι;
μήπως είμαι ένα αίνιγμα για σένα, μήπως σου προκαλώ απελπισία;
Εγώ «Αμέρικος», ο Αμερικάνος,
φτιαγμένος προ πολλού από το σκοτάδι μέσα στη μητέρα μου,
το σκοτάδι της αρχαίας Ευρώπης –
Γιατί με περιεργάζεσαι τώρα
στο λυκόφως του πολιτισμού μας –
Γιατί με περιεργάζεσαι
σαν να 'μουνα η ίδια η Αμερική
η καινούργια Αυτοκρατορία
πιο τεράστια από όποια άλλη στις αρχαίες εποχές,
με τις ηλεκτρονικές εθνικές οδούς της
να κουβαλάν τη συνεταιρική της «μονο-κουλτούρα»
ολόγυρα σε όλη την υφήλιο
Με τα Αγγλικά, τα Λατινικά των ημερών μας
Μέγα Μαντείον, εσύ που κοιμάσαι ανά τους αιώνες,
Επιτέλους ξύπνα πια
Και πες μας πώς να σωθούμε απ' τον εαυτό μας
και πώς να επιζήσουμε των δικών μας κυβερνητών
που θα 'θελαν να κάνουν την δημοκρατία μας πλουτοκρατία
στο Μεγάλο Χάσμα
μεταξύ πλούσιων και φτωχών,
εκεί όπου ο Ουόλτ Ουίτμαν άκουγε την Αμερική να τραγουδάει
Ω, ατελείωτα σιωπηλή Σίβυλλα,
εσύ των φτερωτών ονείρων,
Μίλα καθαρά μεσ' απ' τον δικό σου ναό του φωτός
καθώς οι σοβαροί αστερισμοί
με τα Ελληνικά ονόματα
μας κοιτάζουν ακόμα από ψηλά,
καθώς ένας φάρος κουνάει το μεγάφωνό του
παν' από τη θάλασσα
Μίλα καθαρά και λάμψε πάνω μας
το θαλάσσιο φως της Ελλάδας
το διαμαντένιο φως της Ελλάδας
Μακροθωρούσα Σίβυλλα, παντοτινά κρυμμένη,
Επιτέλους βγες από την σπηλιά σου
Να μας μιλήσεις με την φωνή του ποιητή,
φωνή σε τέταρτο ενικό πρόσωπο
φωνή ανεξιχνίαστου μέλλοντος
φωνή λαού ανάκατη
με άγριο και συνάμα μαλακό γέλιο –
Και να μας δώσεις νέα όνειρα να ονειρευτούμε,
Να μας δώσεις νέους μύθους για να ζήσουμε πια μ' αυτούς!
O Φερλινγκέτι σε ανάγνωση ποίησης
Lawrence Ferlinghetti
Μέγα Μαντείον, γιατί με περιεργάζεσαι;
μήπως είμαι ένα αίνιγμα για σένα, μήπως σου προκαλώ απελπισία;
Εγώ «Αμέρικος», ο Αμερικάνος,
φτιαγμένος προ πολλού από το σκοτάδι μέσα στη μητέρα μου,
το σκοτάδι της αρχαίας Ευρώπης –
Γιατί με περιεργάζεσαι τώρα
στο λυκόφως του πολιτισμού μας –
Γιατί με περιεργάζεσαι
σαν να 'μουνα η ίδια η Αμερική
η καινούργια Αυτοκρατορία
πιο τεράστια από όποια άλλη στις αρχαίες εποχές,
με τις ηλεκτρονικές εθνικές οδούς της
να κουβαλάν τη συνεταιρική της «μονο-κουλτούρα»
ολόγυρα σε όλη την υφήλιο
Με τα Αγγλικά, τα Λατινικά των ημερών μας
Μέγα Μαντείον, εσύ που κοιμάσαι ανά τους αιώνες,
Επιτέλους ξύπνα πια
Και πες μας πώς να σωθούμε απ' τον εαυτό μας
και πώς να επιζήσουμε των δικών μας κυβερνητών
που θα 'θελαν να κάνουν την δημοκρατία μας πλουτοκρατία
στο Μεγάλο Χάσμα
μεταξύ πλούσιων και φτωχών,
εκεί όπου ο Ουόλτ Ουίτμαν άκουγε την Αμερική να τραγουδάει
Ω, ατελείωτα σιωπηλή Σίβυλλα,
εσύ των φτερωτών ονείρων,
Μίλα καθαρά μεσ' απ' τον δικό σου ναό του φωτός
καθώς οι σοβαροί αστερισμοί
με τα Ελληνικά ονόματα
μας κοιτάζουν ακόμα από ψηλά,
καθώς ένας φάρος κουνάει το μεγάφωνό του
παν' από τη θάλασσα
Μίλα καθαρά και λάμψε πάνω μας
το θαλάσσιο φως της Ελλάδας
το διαμαντένιο φως της Ελλάδας
Μακροθωρούσα Σίβυλλα, παντοτινά κρυμμένη,
Επιτέλους βγες από την σπηλιά σου
Να μας μιλήσεις με την φωνή του ποιητή,
φωνή σε τέταρτο ενικό πρόσωπο
φωνή ανεξιχνίαστου μέλλοντος
φωνή λαού ανάκατη
με άγριο και συνάμα μαλακό γέλιο –
Και να μας δώσεις νέα όνειρα να ονειρευτούμε,
Να μας δώσεις νέους μύθους για να ζήσουμε πια μ' αυτούς!
O Φερλινγκέτι σε ανάγνωση ποίησης
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
14-04-22
13:34
μια φορά
όταν ήμουν 14
οι δημιουργοί μού έφεραν
το μοναδικό που είχα ποτέ αίσθημα
τύχης.
στον πατέρα μου δεν άρεσαν
τα βιβλία ούτε
στη μητέρα μου άρεσαν
τα βιβλία (επειδή στον πατέρα μου
δεν άρεσαν τα βιβλία)
ιδίως εκείνα που έφερνα σπίτι
απ’ τη βιβλιοθήκη:
Ντ. Χ. Λόρενς
Ντοστογιέβσκι
Τουργκένιεφ
Γκόρκι
Α. Χάξλεϋ
Σίνκλερ Λούις
κι άλλους.
είχα το δικό μου υπνοδωμάτιο
μα στις 8 μ.μ.
όλοι μας έπρεπε να πάμε για ύπνο:
«Θέλεις πλούτη και τιμή;
Μην κοιμάσαι την αυγή»
έλεγε ο πατέρας μου.
«ΦΩΤΑ ΣΒΗΣΤΑ!» φώναζε.
ύστερα έπαιρνα το πορτατίφ
το έβαζα κάτω απ’ τα σκεπάσματα
και με τη ζέστη και το κρυφό φως
συνέχιζα να διαβάζω:
Ίψεν
Σαίξπηρ
Τσέχοφ
Τζέφερς
Θέρμπερ
Κόνραντ Έικεν
κι άλλους.
μου έφεραν τύχη και ελπίδα και
συναίσθημα σ’ ένα μέρος χωρίς τύχη
χωρίς ελπίδα, χωρίς συναίσθημα.
το πάλευα.
ζεσταινόμουν κάτω απ’ τα σκεπάσματα.
κάποιες φορές το φωτιστικό άρχιζε να καπνίζει
ή τα σεντόνια – θα έπιαναν
φωτιά·
τότε έσβηνα το φωτιστικό,
το κρατούσα απέξω να
κρυώσει.
χωρίς εκείνα τα βιβλία
δεν είμαι και πολύ σίγουρος
πώς θα είχα
καταντήσει:
να παραληρώ· ο
φονιάς του πατέρα·
βλαμμένος· καθυστερημένος·
σε μουντή απελπισία.
όταν ο πατέρας μου φώναζε
«ΦΩΤΑ ΣΒΗΣΤΑ!»
είμαι σίγουρος πως φοβόταν
τoν καλογραμμένο λόγο
που εμφανιζόταν με ευγένεια
και φρόνηση
στην καλύτερη και
πιο ενδιαφέρουσα
λογοτεχνία μας.
κι ήταν εκεί
κοντά μου
κάτω απ’ τα σκεπάσματα
πιο γυναίκα από γυναίκα
πιο άντρας από άντρα.
τα είχα όλα
και
τα πήρα.
«Για τον έρωτα», Τσαρλς Μπουκόβσκι, μτφρ.: Γιώργος Λαμπράκος, Εκδόσεις Πατάκη
Το ποίημα «ο πρώτος έρωτας» του Τσαρλς Μπουκόβσκι βρέθηκε στα χειρόγραφά του, είχε ημερομηνία 21 Ιουλίου 1974 και εκδόθηκε στη μεταθανάτια συλλογή «Bone Palace Ballet» (1997). Συμπεριλαμβάνεται στην ανθολογία με τα καλύτερα ερωτικά ποιήματά του «Για τον έρωτα» (εκδόσεις Πατάκη, 2018), μια έκδοση εμπλουτισμένη με αυθεντικά σκίτσα του.
όταν ήμουν 14
οι δημιουργοί μού έφεραν
το μοναδικό που είχα ποτέ αίσθημα
τύχης.
στον πατέρα μου δεν άρεσαν
τα βιβλία ούτε
στη μητέρα μου άρεσαν
τα βιβλία (επειδή στον πατέρα μου
δεν άρεσαν τα βιβλία)
ιδίως εκείνα που έφερνα σπίτι
απ’ τη βιβλιοθήκη:
Ντ. Χ. Λόρενς
Ντοστογιέβσκι
Τουργκένιεφ
Γκόρκι
Α. Χάξλεϋ
Σίνκλερ Λούις
κι άλλους.
είχα το δικό μου υπνοδωμάτιο
μα στις 8 μ.μ.
όλοι μας έπρεπε να πάμε για ύπνο:
«Θέλεις πλούτη και τιμή;
Μην κοιμάσαι την αυγή»
έλεγε ο πατέρας μου.
«ΦΩΤΑ ΣΒΗΣΤΑ!» φώναζε.
ύστερα έπαιρνα το πορτατίφ
το έβαζα κάτω απ’ τα σκεπάσματα
και με τη ζέστη και το κρυφό φως
συνέχιζα να διαβάζω:
Ίψεν
Σαίξπηρ
Τσέχοφ
Τζέφερς
Θέρμπερ
Κόνραντ Έικεν
κι άλλους.
μου έφεραν τύχη και ελπίδα και
συναίσθημα σ’ ένα μέρος χωρίς τύχη
χωρίς ελπίδα, χωρίς συναίσθημα.
το πάλευα.
ζεσταινόμουν κάτω απ’ τα σκεπάσματα.
κάποιες φορές το φωτιστικό άρχιζε να καπνίζει
ή τα σεντόνια – θα έπιαναν
φωτιά·
τότε έσβηνα το φωτιστικό,
το κρατούσα απέξω να
κρυώσει.
χωρίς εκείνα τα βιβλία
δεν είμαι και πολύ σίγουρος
πώς θα είχα
καταντήσει:
να παραληρώ· ο
φονιάς του πατέρα·
βλαμμένος· καθυστερημένος·
σε μουντή απελπισία.
όταν ο πατέρας μου φώναζε
«ΦΩΤΑ ΣΒΗΣΤΑ!»
είμαι σίγουρος πως φοβόταν
τoν καλογραμμένο λόγο
που εμφανιζόταν με ευγένεια
και φρόνηση
στην καλύτερη και
πιο ενδιαφέρουσα
λογοτεχνία μας.
κι ήταν εκεί
κοντά μου
κάτω απ’ τα σκεπάσματα
πιο γυναίκα από γυναίκα
πιο άντρας από άντρα.
τα είχα όλα
και
τα πήρα.
«Για τον έρωτα», Τσαρλς Μπουκόβσκι, μτφρ.: Γιώργος Λαμπράκος, Εκδόσεις Πατάκη
Το ποίημα «ο πρώτος έρωτας» του Τσαρλς Μπουκόβσκι βρέθηκε στα χειρόγραφά του, είχε ημερομηνία 21 Ιουλίου 1974 και εκδόθηκε στη μεταθανάτια συλλογή «Bone Palace Ballet» (1997). Συμπεριλαμβάνεται στην ανθολογία με τα καλύτερα ερωτικά ποιήματά του «Για τον έρωτα» (εκδόσεις Πατάκη, 2018), μια έκδοση εμπλουτισμένη με αυθεντικά σκίτσα του.
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει από Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,313 μηνύματα.
14-04-22
22:50
ΜΑΛΛΟΝ ΠΟΙΗΜΑ ΕΡΩΤΙΚΟ
Τόσο μεγάλο το διάστημα στους δυο μας ανάμεσα
Όταν φιλιόμαστε φιλάμε τους πλανήτες
Καμία εγγύτητα ποτέ δεν αποκόβει
Τόσο μεγάλο Διάστημα στους δυο μας ανάμεσα
Όταν φιλιόμαστε φιλάμε τους πλανήτες
Κι όλος ο αιθέρας γνωρίζει το χέρι σου
Και η σκόνη απ' τον Κρόνο ανατρέπει τη γλώσσα μου
Μας χαϊδεύει τόσο το μαύρο φως
Καμιά εγγύτητα ποτέ δε μας αποκόβει
Εκτός το στόμα απ' τον ώμο, ο μηρός απ' το μηρό
Εκρηκτικός αέρας χαλαρώνει τον έρωτά μας
Έτσι παραμένει η απόσταση, ο έρωτας είναι ασφαλής
Ντάιαν ντι Πρίμα
Η Ντάιαν Ντι Πρίμα διαβάζει ποιήματά της στο Gas Light Cafe (28-07-1959)
Τόσο μεγάλο το διάστημα στους δυο μας ανάμεσα
Όταν φιλιόμαστε φιλάμε τους πλανήτες
Καμία εγγύτητα ποτέ δεν αποκόβει
Τόσο μεγάλο Διάστημα στους δυο μας ανάμεσα
Όταν φιλιόμαστε φιλάμε τους πλανήτες
Κι όλος ο αιθέρας γνωρίζει το χέρι σου
Και η σκόνη απ' τον Κρόνο ανατρέπει τη γλώσσα μου
Μας χαϊδεύει τόσο το μαύρο φως
Καμιά εγγύτητα ποτέ δε μας αποκόβει
Εκτός το στόμα απ' τον ώμο, ο μηρός απ' το μηρό
Εκρηκτικός αέρας χαλαρώνει τον έρωτά μας
Έτσι παραμένει η απόσταση, ο έρωτας είναι ασφαλής
Ντάιαν ντι Πρίμα
Η Ντάιαν Ντι Πρίμα διαβάζει ποιήματά της στο Gas Light Cafe (28-07-1959)
Nascentes morimur
Διάσημο μέλος
Η Nascentes morimur αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 2,875 μηνύματα.
16-04-22
12:44
Πετρώσαμε
Βάλε τις παλάμες στους ώμους μου
αγκάλιασέ με,
μόνο τα χείλη σου ανασαίνουν στα δικά μου
μόνο η θάλασσα στην πλάτη μας παφλάζει.
Οι πλάτες μας σα φεγγαρίσια όστρακα
που πίσω μας σφαλίσαν τώρα.
Ακούμε τεντωμένοι
ακουμπισμένοι.
Εμείς - ένα διαφορούμενο σχήμα ζωής.
Στον αέρα του τσίρκου του κόσμου
σκεπάζουμε με τους δικούς μας ώμους
ό,τι γεννιέται ανάμεσά μας
όπως οι φούχτες τη φλόγα φυλάνε.
Αν στ' αλήθεια κάθε κύτταρο έχει ψυχή
άνοιξε τους φεγγίτες σου εσύ
και στους δικούς μου πόρους
πετροχελίδονα φυλακισμένα
οι ψυχές σου θα φτερουγίζουν μέσα σε μένα!
Τα κρυφά κάποτε γίνονται φανερά.
Μ' άραγε σε τι καταρράχτη από φωνές πουλιών
τ' αγκάλιασμα θα στερηθούμε, θα μαραθούμε
σαν τα όστρακα τα βουβά;
Αλλά ώς τότε, ανάφτρα, ξαπλώσου
στο κέλυφος της πλάτης σου το ελαστικό.
Ετσι εσύ σε μένα κι εγώ σε σε θα βυθιστώ.
Κοιμηθήκαμε.
Ποίημα από την έκδοση Σύγχρονη ποίηση - Αντρέι Βοζνισιένσκι, Μπουκουμάνης 1974
εισ.-μτφρ.: Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ
Γεννημένος στη Μόσχα πριν από 77 χρόνια*, πέθανε στο σπίτι του, στο Περεντέλκινο. Με μέντορα τον Μπορίς Πάστερνακ, επηρεάστηκε από τον Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι και τον Πάμπλο Νερούντα και διέπρεψε στις μεγάλες δημόσιες αναγνώσεις ποιημάτων. Ο Νικίτα Χρουστσόφ, παρά την κριτική που άσκησε στον σταλινισμό, το 1964, στη Συνάντηση Νέων Καλλιτεχνών, κατήγγειλε ότι η ποίησή του έχει επηρεαστεί από την αμερικανική μπιτ. Πάντα αιρετικός ο Βοζνισιένσκι, δεν δίστασε να γράψει ένα ποίημα αφιερωμένο στον Τσετσένο αντάρτη που σκοτώθηκε από τον ρωσικό στρατό, έχοντας στην τσέπη του δικά του ποιήματα. Είχε επισκεφθεί τη Θεσσαλονίκη, το 1997, στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας. Στα ελληνικά κυκλοφόρησε, το 1974, μια ανθολογία ποιημάτων του, από την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ («Μπουκουμάνης»).
*(12 Μαΐου 1933, Μόσχα - 1 Ιουνίου 2010)
Φώτο Λονδίνο 1965. Από αριστερά, στην πίσω σειρά: Ernst Jandl, Allen Ginsberg, Αντρέι Βοζνεσένσκι, Ted Hughes, Gregory Corso. Στην μπροστινή σειρά: Marcus Field, Anselm Hollo
Η φώτο απο το παρακάτω άρθρο
https://www.lifo.gr/culture/vivlio/...ei-boznesenski-rok-stin-proin-sobietia-kai-oi
Ο μονόλογος ενός μπίτνικ
Η εξέγερση των μηχανών
Τρέξτε – σπίτι σας, στην Αίτή, στους καθολικούς ναούς, στους απόπατους,
στην Αίγυπτο –
Τρέξτε !
Ουρλιάζοντας και νιαουρίζοντας, οι ορδές τον μηχανών αχνίζουν:
«Κρέας!»
Οι μηχανές μας μαύρισαν,
Γίναμε σαν τον Μπάτι.
Στα δικαστήρια τους οι ξετσίπωτοι συκοφάντες,
Πίνοντας βενζίνη με τα ποτηράκια τους,
Λογαριάζουν: ποιος στην Αγγλία
Διέταξε την εξέγερση των μηχανών;
Ας τρέξουμε! …
Και τη νύχτα, αναθαρρώντας,
Λέει το ρομπότ
Στον δημιουργό του:
«Βρες μου, – λέει, σύζυγο!
Έχω αδυναμία, λέει, στις μελαχρινές. –
Μʼ αρέσουν οι τριαντάρες.
Βρες μου με το καλό! …»
Ω, αρπακτικά πράγματα του αιώνα!
Έθεσαν βέτο στην ψυχή.
Κρυβόμαστε στα όρη και στις γενειάδες,
Βουτάμε γυμνοί στα νερά,
Μα τα ποτάμια στερεύουν, γιατί
Στις θάλασσες τα ψάρια ξεψυχούν…
Οι γυναίκες γεννούν Ρολς Ρόις …
Ραδιενέργεια !
… Ψυχή μου, θεριό μου,
Μέσα στα παρασκήνια της πόλης
Σα σκύλος δεμένος με σχοινί,
Κυκλοφορείς και σκούζεις.
Η εποχή όμως σφυρίζει όμορφα
Πάνω από το φλεγόμενο Τεννεσί
Μυστηριώδης, σα σειρήνα,
Με σασί από ντουραλουμίνιο.
https://el.wikipedia.org/wiki/Αντρέι_Βοζνεσένσκι
1987
10
Μα τι ’ναι αυτό; Δες! Πετά από πάνω σου.
Αρχίζεις απ’ το δέκα και τελειώνεις με το ένα;
Επτά, έξι, πέντε, τέσσερα, τρία, δύο...
Ξεκινάμε; Εκτόξευση;
9
Στρέφεται πίσω η Βηθλεέμ;
Και το πάθος – γίνεται σκόνη;
Εννιά, οκτώ, εφτά, έξι, τέσσερα, τρία...
Ξεκινάμε; Εκτόξευση;
8
Η αντίστροφη μέτρηση ξεκινά απ’ το δέκα...
Ανάβεις τον αντιστροφομετρητή.
Φόρμαν, Πούσκιν, Βούδας, Ζεν.
Μπήκαμε στην εποχή των πιθήκων;
7
Στάλιν. Πέτρος. Κι αντιστρόφως.
Το ταξίμετρο γράφει.
Μέχρι να εκχριστιανιστεί η Ρωσία
με τη θέλησή της: ένας χρόνος.
6
Κάποιος στο «Σύννεφο με παντελόνια» –
παλαιομοδίτης∙ και μετρά:«Οκτώ, εννιά, δέκα».
Μέτρα σωστά! «Εννιά, οκτώ, εφτά».
Όπως στην εκτόξευση.
5
Μαυσωλεία – οι αρχαίοι Έλληνες ήταν ξύπνιοι.
Ο Νίτσε λέει: «Στον Θεό που πιστεύουμε!»
Ποιος ξεκινά;
Ποιος εκτοξεύεται;
4
Χάθα Γιόγκα. Αναλγητικά.
Δεν υπάρχει αλληλογραφία.
Μόνο «Γκαίτε-Έκκερμαν»
και «Αστάφιεβ-Έιντελμαν».
3
Τρόμος το «Αν» στον ουρανό∙
πετά και προσπερνάει.
Μέτρα αντίστροφα: εννιά, οκτώ, εφτά
έξι, πέντε, τέσσερα. Ξεκινάμε; Εκτόξευση;
2
Συγγνώμη για το ανόητο πνεύμα μας –
εποχή της εικόνας και των βίντεο-κλιπ.
Συγγνώμη για τα παιδιά
των δέκα, εννιά, οκτώ, επτά.
1
Εκτοξεύουμε ό,τι απαγορεύουν∙
όπως τον «Ζιβάγκο»: συναρπαστικό!
Υπάρχουν πολλά ονόματα διαθέσιμα;
Εννιά... Οκτώ... Εφτά... Πέντε... Τέσσερα...
0
Αργά, μες στο χαμό,
στη θύελλα, η ελευθερία προχωράει –
σαν πινακίδα∙ στον δρόμο, δεξιά:
«9», «8», «7» κ.λπ.
1
Γιατί έχουμε Κίττυ, Λέβιν,
Μαρξ, Βούδα-Ζεν, Χριστό;
Μέτρα: εννιά, οκτώ, εφτά...
Τελειώνεις με μηδέν, αρχίζεις απ’ το δέκα...
Μετάφραση: Μιχάλης Παπαντωνόπουλος. Εφημερίδα “Αυγή”, φ. 14/3/2010.
Βάλε τις παλάμες στους ώμους μου
αγκάλιασέ με,
μόνο τα χείλη σου ανασαίνουν στα δικά μου
μόνο η θάλασσα στην πλάτη μας παφλάζει.
Οι πλάτες μας σα φεγγαρίσια όστρακα
που πίσω μας σφαλίσαν τώρα.
Ακούμε τεντωμένοι
ακουμπισμένοι.
Εμείς - ένα διαφορούμενο σχήμα ζωής.
Στον αέρα του τσίρκου του κόσμου
σκεπάζουμε με τους δικούς μας ώμους
ό,τι γεννιέται ανάμεσά μας
όπως οι φούχτες τη φλόγα φυλάνε.
Αν στ' αλήθεια κάθε κύτταρο έχει ψυχή
άνοιξε τους φεγγίτες σου εσύ
και στους δικούς μου πόρους
πετροχελίδονα φυλακισμένα
οι ψυχές σου θα φτερουγίζουν μέσα σε μένα!
Τα κρυφά κάποτε γίνονται φανερά.
Μ' άραγε σε τι καταρράχτη από φωνές πουλιών
τ' αγκάλιασμα θα στερηθούμε, θα μαραθούμε
σαν τα όστρακα τα βουβά;
Αλλά ώς τότε, ανάφτρα, ξαπλώσου
στο κέλυφος της πλάτης σου το ελαστικό.
Ετσι εσύ σε μένα κι εγώ σε σε θα βυθιστώ.
Κοιμηθήκαμε.
Ποίημα από την έκδοση Σύγχρονη ποίηση - Αντρέι Βοζνισιένσκι, Μπουκουμάνης 1974
εισ.-μτφρ.: Κατερίνα Αγγελάκη Ρουκ
Andrei Voznesensky
Αντρέι Βοζνεσένσκι ή βοζνισιενσκι
-όπως έχει αποδοθεί το όνομά του στα ελληνικά- χαρακτηρίστηκε ο Γκίνσμπεργκ της Ρωσίας.Γεννημένος στη Μόσχα πριν από 77 χρόνια*, πέθανε στο σπίτι του, στο Περεντέλκινο. Με μέντορα τον Μπορίς Πάστερνακ, επηρεάστηκε από τον Βλαντιμίρ Μαγιακόφσκι και τον Πάμπλο Νερούντα και διέπρεψε στις μεγάλες δημόσιες αναγνώσεις ποιημάτων. Ο Νικίτα Χρουστσόφ, παρά την κριτική που άσκησε στον σταλινισμό, το 1964, στη Συνάντηση Νέων Καλλιτεχνών, κατήγγειλε ότι η ποίησή του έχει επηρεαστεί από την αμερικανική μπιτ. Πάντα αιρετικός ο Βοζνισιένσκι, δεν δίστασε να γράψει ένα ποίημα αφιερωμένο στον Τσετσένο αντάρτη που σκοτώθηκε από τον ρωσικό στρατό, έχοντας στην τσέπη του δικά του ποιήματα. Είχε επισκεφθεί τη Θεσσαλονίκη, το 1997, στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας. Στα ελληνικά κυκλοφόρησε, το 1974, μια ανθολογία ποιημάτων του, από την Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ («Μπουκουμάνης»).
*(12 Μαΐου 1933, Μόσχα - 1 Ιουνίου 2010)
Φώτο Λονδίνο 1965. Από αριστερά, στην πίσω σειρά: Ernst Jandl, Allen Ginsberg, Αντρέι Βοζνεσένσκι, Ted Hughes, Gregory Corso. Στην μπροστινή σειρά: Marcus Field, Anselm Hollo
Η φώτο απο το παρακάτω άρθρο
https://www.lifo.gr/culture/vivlio/...ei-boznesenski-rok-stin-proin-sobietia-kai-oi
Ο μονόλογος ενός μπίτνικ
Η εξέγερση των μηχανών
Τρέξτε – σπίτι σας, στην Αίτή, στους καθολικούς ναούς, στους απόπατους,
στην Αίγυπτο –
Τρέξτε !
Ουρλιάζοντας και νιαουρίζοντας, οι ορδές τον μηχανών αχνίζουν:
«Κρέας!»
Οι μηχανές μας μαύρισαν,
Γίναμε σαν τον Μπάτι.
Στα δικαστήρια τους οι ξετσίπωτοι συκοφάντες,
Πίνοντας βενζίνη με τα ποτηράκια τους,
Λογαριάζουν: ποιος στην Αγγλία
Διέταξε την εξέγερση των μηχανών;
Ας τρέξουμε! …
Και τη νύχτα, αναθαρρώντας,
Λέει το ρομπότ
Στον δημιουργό του:
«Βρες μου, – λέει, σύζυγο!
Έχω αδυναμία, λέει, στις μελαχρινές. –
Μʼ αρέσουν οι τριαντάρες.
Βρες μου με το καλό! …»
Ω, αρπακτικά πράγματα του αιώνα!
Έθεσαν βέτο στην ψυχή.
Κρυβόμαστε στα όρη και στις γενειάδες,
Βουτάμε γυμνοί στα νερά,
Μα τα ποτάμια στερεύουν, γιατί
Στις θάλασσες τα ψάρια ξεψυχούν…
Οι γυναίκες γεννούν Ρολς Ρόις …
Ραδιενέργεια !
… Ψυχή μου, θεριό μου,
Μέσα στα παρασκήνια της πόλης
Σα σκύλος δεμένος με σχοινί,
Κυκλοφορείς και σκούζεις.
Η εποχή όμως σφυρίζει όμορφα
Πάνω από το φλεγόμενο Τεννεσί
Μυστηριώδης, σα σειρήνα,
Με σασί από ντουραλουμίνιο.
https://el.wikipedia.org/wiki/Αντρέι_Βοζνεσένσκι
1987
10
Μα τι ’ναι αυτό; Δες! Πετά από πάνω σου.
Αρχίζεις απ’ το δέκα και τελειώνεις με το ένα;
Επτά, έξι, πέντε, τέσσερα, τρία, δύο...
Ξεκινάμε; Εκτόξευση;
9
Στρέφεται πίσω η Βηθλεέμ;
Και το πάθος – γίνεται σκόνη;
Εννιά, οκτώ, εφτά, έξι, τέσσερα, τρία...
Ξεκινάμε; Εκτόξευση;
8
Η αντίστροφη μέτρηση ξεκινά απ’ το δέκα...
Ανάβεις τον αντιστροφομετρητή.
Φόρμαν, Πούσκιν, Βούδας, Ζεν.
Μπήκαμε στην εποχή των πιθήκων;
7
Στάλιν. Πέτρος. Κι αντιστρόφως.
Το ταξίμετρο γράφει.
Μέχρι να εκχριστιανιστεί η Ρωσία
με τη θέλησή της: ένας χρόνος.
6
Κάποιος στο «Σύννεφο με παντελόνια» –
παλαιομοδίτης∙ και μετρά:«Οκτώ, εννιά, δέκα».
Μέτρα σωστά! «Εννιά, οκτώ, εφτά».
Όπως στην εκτόξευση.
5
Μαυσωλεία – οι αρχαίοι Έλληνες ήταν ξύπνιοι.
Ο Νίτσε λέει: «Στον Θεό που πιστεύουμε!»
Ποιος ξεκινά;
Ποιος εκτοξεύεται;
4
Χάθα Γιόγκα. Αναλγητικά.
Δεν υπάρχει αλληλογραφία.
Μόνο «Γκαίτε-Έκκερμαν»
και «Αστάφιεβ-Έιντελμαν».
3
Τρόμος το «Αν» στον ουρανό∙
πετά και προσπερνάει.
Μέτρα αντίστροφα: εννιά, οκτώ, εφτά
έξι, πέντε, τέσσερα. Ξεκινάμε; Εκτόξευση;
2
Συγγνώμη για το ανόητο πνεύμα μας –
εποχή της εικόνας και των βίντεο-κλιπ.
Συγγνώμη για τα παιδιά
των δέκα, εννιά, οκτώ, επτά.
1
Εκτοξεύουμε ό,τι απαγορεύουν∙
όπως τον «Ζιβάγκο»: συναρπαστικό!
Υπάρχουν πολλά ονόματα διαθέσιμα;
Εννιά... Οκτώ... Εφτά... Πέντε... Τέσσερα...
0
Αργά, μες στο χαμό,
στη θύελλα, η ελευθερία προχωράει –
σαν πινακίδα∙ στον δρόμο, δεξιά:
«9», «8», «7» κ.λπ.
1
Γιατί έχουμε Κίττυ, Λέβιν,
Μαρξ, Βούδα-Ζεν, Χριστό;
Μέτρα: εννιά, οκτώ, εφτά...
Τελειώνεις με μηδέν, αρχίζεις απ’ το δέκα...
Μετάφραση: Μιχάλης Παπαντωνόπουλος. Εφημερίδα “Αυγή”, φ. 14/3/2010.
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει από Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 5,313 μηνύματα.
17-04-22
20:22
Καθρέφτης
Κέννεθ Ρέξροθ (Kenneth Rexroth)
Το απόγευμα σβήνει με κόκκινες
Κηλίδες φωτός πάνω στα φύλλα
Στη βορειοανατολική πλευρά του φαραγγιού.
Η εξημερωμένη κουκουβάγια μου
Στέκει γαλήνια στο θανατικό της κλαδί.
Μια ανόητη καρακάξα σκούζει
Και ρίχνεται κατά πάνω της.
Εκείνη την αγνοεί. Χασμουριέται
Και τινάζει τα φτερά της.
Η καρακάξα πετά μακριά κράζοντας με τρομάρα.
Το βασιλικό μου φίδι κουλουριασμένο
Ακίνητο πάνω σε βιβλία και χαρτιά.
Ακόμα και η γλώσσα του είναι ακίνητη,
Μα τα κίτρινά του μάτια εποπτεύουν.
Τα ποντίκια τρέχουν χαριτωμένα
Στους τοίχους. Πέρα από τους λόφους
Το φεγγάρι είναι ψηλά, κι ο ουρανός
Γίνεται κρυστάλλινος μπρος του.
Το φαράγγι θαμπίζει στο μισόφωτο.
Ένα αόρατο παλάτι
Γυάλινο, γεμάτο διάφανους ανθρώπους
Βρίσκεται γύρω μου.
Πάνω από τον θαμπό καταρράκτη
Η έντονη υπόσχεση φωτός υψώνεται
Πάνω από του φαραγγιού το άνοιγμα.
Ένα γυμνό κορίτσι μπαίνει στην καλύβα μου,
Με πόδια λευκά, λικνίζοντας τη μέση,
Και με ευωδιαστό φύλο.
*Από το βιβλίο “Κένεθ Ρέξροθ ποιήματα”, σε μετάφραση Γιάννη Λειβαδά, εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα 2014.
Ο Κέννεθ Ρέξροθ γεννήθηκε στο Σάουθ Μπεντ της Ιντιάνα στις 23 Δεκεμβρίου του 1905. Έμεινε ορφανός στην ηλικία των δώδεκα και μεγάλωσε μόνος στο Σικάγο, όπου πέρασε όλη του την εφηβεία δουλεύοντας σαν ανταποκριτής τοπικών εφημερίδων και ζώντας ανάμεσα στους μουσικούς, τους καλλιτέχνες, τους εκκεντρικούς και τους ακτιβιστές που δημιούργησαν το γνωστό μποέμικο κλίμα της πόλης την δεκαετία του '20.
Κέννεθ Ρέξροθ (Kenneth Rexroth)
Το απόγευμα σβήνει με κόκκινες
Κηλίδες φωτός πάνω στα φύλλα
Στη βορειοανατολική πλευρά του φαραγγιού.
Η εξημερωμένη κουκουβάγια μου
Στέκει γαλήνια στο θανατικό της κλαδί.
Μια ανόητη καρακάξα σκούζει
Και ρίχνεται κατά πάνω της.
Εκείνη την αγνοεί. Χασμουριέται
Και τινάζει τα φτερά της.
Η καρακάξα πετά μακριά κράζοντας με τρομάρα.
Το βασιλικό μου φίδι κουλουριασμένο
Ακίνητο πάνω σε βιβλία και χαρτιά.
Ακόμα και η γλώσσα του είναι ακίνητη,
Μα τα κίτρινά του μάτια εποπτεύουν.
Τα ποντίκια τρέχουν χαριτωμένα
Στους τοίχους. Πέρα από τους λόφους
Το φεγγάρι είναι ψηλά, κι ο ουρανός
Γίνεται κρυστάλλινος μπρος του.
Το φαράγγι θαμπίζει στο μισόφωτο.
Ένα αόρατο παλάτι
Γυάλινο, γεμάτο διάφανους ανθρώπους
Βρίσκεται γύρω μου.
Πάνω από τον θαμπό καταρράκτη
Η έντονη υπόσχεση φωτός υψώνεται
Πάνω από του φαραγγιού το άνοιγμα.
Ένα γυμνό κορίτσι μπαίνει στην καλύβα μου,
Με πόδια λευκά, λικνίζοντας τη μέση,
Και με ευωδιαστό φύλο.
*Από το βιβλίο “Κένεθ Ρέξροθ ποιήματα”, σε μετάφραση Γιάννη Λειβαδά, εκδόσεις Ηριδανός, Αθήνα 2014.
Ο Κέννεθ Ρέξροθ γεννήθηκε στο Σάουθ Μπεντ της Ιντιάνα στις 23 Δεκεμβρίου του 1905. Έμεινε ορφανός στην ηλικία των δώδεκα και μεγάλωσε μόνος στο Σικάγο, όπου πέρασε όλη του την εφηβεία δουλεύοντας σαν ανταποκριτής τοπικών εφημερίδων και ζώντας ανάμεσα στους μουσικούς, τους καλλιτέχνες, τους εκκεντρικούς και τους ακτιβιστές που δημιούργησαν το γνωστό μποέμικο κλίμα της πόλης την δεκαετία του '20.
Χρήστες Βρείτε παρόμοια
-
Τα παρακάτω 0 μέλη και 1 επισκέπτες διαβάζουν μαζί με εσάς αυτό το θέμα:Tα παρακάτω 26 μέλη διάβασαν αυτό το θέμα:
-
Φορτώνει...
-
Το forum μας χρησιμοποιεί cookies για να βελτιστοποιήσει την εμπειρία σας.
Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, συναινείτε στη χρήση cookies στον περιηγητή σας.