Σηκώθηκε ο άλλος, πήρε το πρωινό του με μπρικ, σολωμό, ομελέτα από αυγά στρουθοκαμήλου, του βαλε η μαμά του ένα πανοφώρι, ένα κολατσιό για τη διαδρομή μες το Λέξους, σταύρωσε και το ψηφοδέλτιο, του σάλιωσε το φάκελο, και πριν ο γαλατάς μοιράσει το γάλα, μες το μαύρο ξημέρωμα, τον έστειλε να ψηφίσει Νεα Δημοκρατία.
Εγω στα παπάρια μου, έβλεπα Mayans νυχτιάτικο, ξύπνησα με την ησυχία μου, χουζούρεψα τις κάψες μου λίγο στο κρεβάτι σκεφτόμενος όλα όσα δεν τολμώ να κάνω, ήπια μια καφεδάρα, χάιδεψα τη γάτα, έχεσα τα μισά σύμπαντα, κι έβαλα το πανηγύρι των εκλογών, σαν άλλη Γιουροβίζιον να τους βλέπω οι ψεύτες να πλακώνονται στα πάνελ. Και δεν πλησίασα καν το δικαίωμά μου, ούτε αυτή τη φορά. Και βλέπουμε για την επόμενη...
Δυο διαφορετικοί άνθρωποι, δυο διαφορετικές φιλοσοφίες, δυο διαφορετικοί κόσμοι.
Ποιός είναι ο σωστός;
Ποιός ξέρει άραγε... Και έχει σημασία;
Ίσως και να χει, ίσως και να μαι λάθος. Η πρώτη φορά θα είναι;