
21-03-12

22:25
Ερωτόκριτος - Τα θλιβερά μαντάτα
Ήκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα
ο κύρης σου μ' εξόρισε στης ξενιτιάς της στράτα
Τέσσερις μέρες μοναχά μου 'δωκε να ανιμένω
και απόκει να ξενιτευτώ, πολλά μακρά να πηαίνω
Και πώς να σ' αποχωριστώ και πώς θα σου μακρύνω
και πώς θα ζήσω δίχως σου τον ξορισμόν εκείνον
Κατέχω το κι ο κύρης σου γρήγορα σε παντρεύγει
Ρηγόπουλο, αφεντόπουλο, σαν είσ' εσύ, γυρεύει
Και δε μπορείς ν' αντισταθείς στα θέλουν οι γονιοί σου
Νικούν τηνε την γνώμη σου και αλλάζει η όρεξή σου
Μια χάρη, αφέντρα μου, ζητώ κι εκείνη θέλω μόνο
και μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω
Την ώρα π' αραβωνιαστείς, να βαριαναστενάξεις
κι όντε σαν νύφη στολιστείς, σαν παντρεμένη αλλάξεις
Ν' αναδακρυώσεις και να πεις, "Ρωτόκριτε, καημένε
τα σου 'ταξα ελησμόνησα, τα 'θελες μπλιο δεν έναι"
Και κάθε μήνα μια φορά μέσα στην κάμερά σου
λόγιαζε τα 'παθα για σε, να με πονεί η καρδιά σου
Και πιάσε και τη ζωγραφιά που 'ναι στ' αρμάρι μέσα
και τα τραγούδια, που 'λεγα όπου πολύ σ' αρέσαν
και διάβαζέ τα, θώρειε τα και αναθυμού εμένα
πως με εξορίσανε για σε πολλά μακριά στα ξένα
κι όντε σου πουν κι απόθανα, λυπήσου με και κλάψε
και τα τραγούδια που 'βγαλα, μες τη φωτιά τα κάψε
όπου κι αν πάγω, κι αν βρεθώ και τον καιρό που ζήσω
τάσσω σου άλλη να μη δω, μηδέ ν' ανατρανίσω
Κι ας τάξω ο κακορίζικος πως δε σ' είδα ποτέ μου
ένα κερί αφτούμενον εκράτει κι έσβησέ μου
Καλλιά 'χω εσέ με θάνατο παρ' άλλη με ζωή μου
για σένα εγεννήθηκε στον κόσμο το κορμί μου.
Ήκουσες Αρετούσα μου τα θλιβερά μαντάτα
ο κύρης σου μ' εξόρισε στης ξενιτιάς της στράτα
Τέσσερις μέρες μοναχά μου 'δωκε να ανιμένω
και απόκει να ξενιτευτώ, πολλά μακρά να πηαίνω
Και πώς να σ' αποχωριστώ και πώς θα σου μακρύνω
και πώς θα ζήσω δίχως σου τον ξορισμόν εκείνον
Κατέχω το κι ο κύρης σου γρήγορα σε παντρεύγει
Ρηγόπουλο, αφεντόπουλο, σαν είσ' εσύ, γυρεύει
Και δε μπορείς ν' αντισταθείς στα θέλουν οι γονιοί σου
Νικούν τηνε την γνώμη σου και αλλάζει η όρεξή σου
Μια χάρη, αφέντρα μου, ζητώ κι εκείνη θέλω μόνο
και μετά κείνη ολόχαρος τη ζήση μου τελειώνω
Την ώρα π' αραβωνιαστείς, να βαριαναστενάξεις
κι όντε σαν νύφη στολιστείς, σαν παντρεμένη αλλάξεις
Ν' αναδακρυώσεις και να πεις, "Ρωτόκριτε, καημένε
τα σου 'ταξα ελησμόνησα, τα 'θελες μπλιο δεν έναι"
Και κάθε μήνα μια φορά μέσα στην κάμερά σου
λόγιαζε τα 'παθα για σε, να με πονεί η καρδιά σου
Και πιάσε και τη ζωγραφιά που 'ναι στ' αρμάρι μέσα
και τα τραγούδια, που 'λεγα όπου πολύ σ' αρέσαν
και διάβαζέ τα, θώρειε τα και αναθυμού εμένα
πως με εξορίσανε για σε πολλά μακριά στα ξένα
κι όντε σου πουν κι απόθανα, λυπήσου με και κλάψε
και τα τραγούδια που 'βγαλα, μες τη φωτιά τα κάψε
όπου κι αν πάγω, κι αν βρεθώ και τον καιρό που ζήσω
τάσσω σου άλλη να μη δω, μηδέ ν' ανατρανίσω
Κι ας τάξω ο κακορίζικος πως δε σ' είδα ποτέ μου
ένα κερί αφτούμενον εκράτει κι έσβησέ μου
Καλλιά 'χω εσέ με θάνατο παρ' άλλη με ζωή μου
για σένα εγεννήθηκε στον κόσμο το κορμί μου.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.