Μοιραζόμαστε ποιήματα

pop corn

Πολύ δραστήριο μέλος

Η pop corn αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 1,161 μηνύματα.
Βύρονος Λεοντάρη
<< Ο νεκρός της οθόνης >>

Έτσι όπως έγυρε στην τελική του πτώση
αρπάχτηκε από την οθόνη που έπεσε κι αυτή μαζί από πάνω
του
μανδύας διάτρητο σκοτάδι.
Τρέξαμε τον σηκώσαμε και στα κρυφά περάσαμε στην έξοδο
κινδύνου
έμπαζε από παντού αναφυλλητό
η νύχτα της Αθήνας ξέβραζε ναυάγια τραγουδιών και σάπια
φώτα
κι η σκάλα φρέαρ στο πουθενά.


Ίλιγγοι και στροφές η κάθοδος.
Χυμούσε από ψηλά να μας τον πάρει ο ουρανός
και κάτω μας λυσσομανούσαν υποχθόνια πνεύματα
κάθε σκαλί μάς σκαμπανέβαζε σαν κύμα
– κι η σκάλα ανέβαινε; κατέβαινε; –
μα εμείς γερά κρατούσαμε
παληοί της συντεχνίας
μανουβραδόροι σε λιμάνια και σταθμούς
σε αναχωρήσεις και αφίξεις
για τα μεγάλα βάσανα και τα βαριά τα πένθη
βαστάζοι των αβάσταχτων κι ασήκωτων του κόσμου.


… Αγέρωχος, αγαλματένιος μες στην πίκρα του
άσπρα κοράλλια οι ξεραμένοι αφροί στα χείλη του
η θάλασσα απ’ τα μάτια του φευγάτη
ολόσωμος μέσα στη νύχτα φωσφορίζων
σήματα κρυπτογραφικά απόκοσμα μηνύματα.


Όχι, θα τον αφήναμε στον έλεο του κοινού
σε ασθενοφόρους κριτικούς και περιπολικούς
δημοσιογράφους
για την των παθημάτων κάθαρση…
Aσ’ τους να ψάχνονται οι περίοπτοι θεατές στην αίθουσα
όταν ανάβουνε τα φώτα κι ασβεστώνονται οι ψυχές.
Ίσαμε εδώ η μέθεξη.
Μας παίξατε, κύριοι, στην τέχνη και μας χάσατε.


… Κι έτσι, τρεκλίζοντας, αγκαλιαστά μπουκάραμε
απρόσκλητοι
στο Poetry Bar.
Κονιάκ!… και μη μου λες εμένα “κλείνουμε” παλιορουφιάνα
Ποτήρι και στον φίλο μας… Και μακριά τα χέρια απ’ τον
συναγερμό.
Τώρα θα δεις τι θα πει μεθύσι των νεκρών.
Δεν είμαστε ποιήματα για απαγγελία και πώληση αλλά για
αυτοπυρπόληση.


Κάθε πρωί εξαφανίζουνε τις στάχτες μας.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

chrysanthi24

Νεοφερμένος

Η chrysanthi24 αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 32 ετών, επαγγέλεται Δικηγόρος και μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 21 μηνύματα.
Οδυσσέας Ελύτης «Η Μαρίνα των βράχων»
Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη - Μα πού γύριζες
Ολημερίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Αετοφόρος άνεμος γύμνωσε τους λόφους.
Γύμνωσε την επιθυμία σου ως το κόκαλο
Κι οι κόρες των ματιών σου πήρανε τη σκυτάλη της Xίμαιρας
Ριγώνοντας μ’ αφρό τη θύμηση!
Πού είναι η γνώριμη ανηφοριά του μικρού Σεπτεμβρίου
Στο κοκκινόχωμα όπου έπαιζες θωρώντας προς τα κάτω
Τους βαθιούς κυαμώνες των άλλων κοριτσιών
Τις γωνιές όπου οι φίλες σου άφηναν αγκαλιές τα δυοσμαρίνια
- Μα πού γύριζες;
Ολονυχτίς τη σκληρή ρέμβη της πέτρας και της θάλασσας
Σου ‘λεγα να μετράς μες στο γδυτό νερό τις φωτεινές του μέρες
Ανάσκελη να χαίρεσαι την αυγή των πραγμάτων
Ή πάλι να γυρνάς κίτρινους κάμπους
Μ' ένα τριφύλλι φως στο στήθος σου ηρωίδα ιάμβου.

Έχεις μια γεύση τρικυμίας στα χείλη
Κι ένα φόρεμα κόκκινο σαν το αίμα
Βαθιά μες στο χρυσάφι του καλοκαιριού
Και τ’ άρωμα των γυακίνθων - Μα πού γύριζες

Κατεβαίνοντας προς τους γιαλούς τους κόλπους με τα βότσαλα
Ήταν εκεί ένα κρύο αρμυρό θαλασσόχορτο
Μα πιο βαθιά ένα ανθρώπινο αίσθημα που μάτωνε
Κι άνοιγες μ’ έκπληξη τα χέρια σου λέγοντας τ’ όνομά του
Ανεβαίνοντας ανάλαφρα ως τη διαύγεια των βυθών
Όπου σελάγιζε ο δικός σου ο αστερίας.
Άκουσε ο λόγος είναι των στερνών η φρόνηση
Κι ο χρόνος γλύπτης των ανθρώπων παράφορος
Κι ο ήλιος στέκεται από πάνω του θηρίο ελπίδας
Κι εσύ πιο κοντά του σφίγγεις έναν έρωτα
Έχοντας μια πικρή γεύση τρικυμίας στα χείλη.
Δεν είναι για να λογαριάζεις γαλανή ως το κόκαλο
άλλο καλοκαίρι,
Για ν’ αλλάξουνε ρέμα τα ποτάμια
Και να σε πάνε πίσω στη μητέρα τους,
Για να ξαναφιλήσεις άλλες κερασιές
Ή για να πας καβάλα στο μαΐστρο.

Στυλωμένη στους βράχους δίχως χτες και αύριο,
Στους κινδύνους των βράχων με τη χτενισιά της θύελλας
Θ' αποχαιρετήσεις το αίνιγμά σου.
:(
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Ερις

Περιβόητο μέλος

Η Ερις αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Σκηνοθέτης. Έχει γράψει 4,955 μηνύματα.
Εγώ δεν είμαι μόνο αυτός που βλέπεις, αυτός που ξέρεις
δεν είμαι μόνο αυτός που θα΄πρεπε να μάθεις.
Κάθε επιφάνεια της σάρκας μου κάπου τη χρωστάω
αν σ΄αγγίξω με την άκρη του δαχτύλου μου
σ΄αγγίζουν εκατομμύρια άνθρωποι,
αν σου μιλήσει μια λέξη μου
σου μιλάνε εκατομμύρια άνθρωποι-
θ΄αναγνωρίσεις τ΄άλλα κορμιά που πλάθουν το δικό μου?
θα βρεις τις πατημασιές μου μες σε μυριάδες χνάρια?
θα ξεχωρίσεις την κίνηση μου μες τη ροή του πλήθους?
Είμαι κι ότι έχω υπάρξει και πιά δεν είμαι-
τα πεθαμένα μου κύτταρα, οι πεθαμένες
πράξεις, οι πεθαμένες σκέψεις
γυρνάν τα βράδια να ξεδιψάσουν στο αίμα μου.
Είμαι ο,τι δεν έχω γίνει ακόμα
μέσα μου σφυροκοπάει η σκαλωσιά του μέλλοντος.
Είμαι ότι πρέπει να να γίνω-
γύρω μου οι φίλοι απαιτούν, οι εχθροί απαγορεύουν
Μη με γυρέψεις αλλού
μονάχα εδώ να με γυρέψεις
μόνο σε μένα...

Τίτος Πατρίκιος.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Βλα

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Βλαδίμηρος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 29 ετών και επαγγέλεται Μεταπτυχιακός Φοιτητής/τρια. Έχει γράψει 1,637 μηνύματα.
Annabelle Lee by Edgar Allan Poe

Χρόνια πολλά περάσαν από τότε,
σ' ένα βασίλειο δίπλα στο γιαλό,
που κάποια κόρη ζούσε, τ' όνομά της
Άναμπελ Λη, θα το 'χετ' ακουστό.
Κι η κόρη αυτή μονάχην είχε σκέψη
να μ' αγαπά και να την αγαπώ.

Ήμαστ' ακόμα δυο μικρά παιδάκια,
σ' ένα βασίλειο δίπλα στο γιαλό:
Μα ήταν τρανή η αγάπη που αγαπιόμαστε-
η 'Αναμπελ Λη κι εγώ. Στον ουρανό
τα φτερωμένα Σεραφείμ, που μας ζηλεύανε,
μας κοίταζαν με μάτι φθονερό.

Κι ήταν γι' αυτό -περάσανε πια χρόνια-
που στο βασίλειο δίπλα στο γιαλό,
κατέβηκε απ' τα νέφη στην ωραία μου
Άναμπελ Λη, ψυχρό, θανατερό
τ' αγέρι κι οι μεγάλοι συγγενήδες της
τη πήραν και μ' αφήσαν μοναχό,
σ' ένα μνημούρι μέσα να τη κλείσουνε
στη χώρα τούτη δίπλα στο γιαλό.

Οι άγγελοι που δεν είχαν τη δική μας
την ευτυχία, ζηλέψαν και γι' αυτό-
Ναι! Και γι' αυτό (καθώς το ξέρουν όλοι
μες στο βασίλειο δίπλα στο γιαλό),
Τ' αγέρι από τα νέφη κάποια νύχτα
κατέβηκε ψυχρό, θανατερό
και μ' άρπαξε τον ώριο θησαυρό.

Κι από των πιο σοφών και πιο μεγάλων
η αγάπη μας τρανότερη πολύ-
κι ούτ' οι αγγέλοι πάνω στα ουράνια
κι ουτ' οι δαιμόνοι κάτω απ' το βαθύ
Ωκεανό μπορούνε τη ψυχή μου
να τη χωρίσουν διόλου απ' τη ψυχή
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.

Γιατί ποτέ δε βγαίνει το φεγγάρι
χωρίς ονείρατα γλυκά να μου κρατεί
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Και πάντα, όταν προβάλλουνε τ' αστέρια,
νιώθω και πάλι τη ματιά τη λαμπερή
της ωραίας μου 'Αναμπελ Λη.
Κι όλη τη νύχτα δίπλα μου τη νιώθω,
συντρόφισσα μου, αγάπη μου ακριβή
μέσα στον τάφο δίπλα στην ακτή
που του πελάου το κύμα αντιλαλεί.


Μετάφραση: Κ. Παπαδάκης
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Νεογέννητος

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.


Χρωστούμε σ' όσους πέρασαν,
θα 'ρθούνε, θα περάσουν,
κριτές θα μας δικάσουν,
οι αγέννητοι, οι νεκροί.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Ερις

Περιβόητο μέλος

Η Ερις αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Σκηνοθέτης. Έχει γράψει 4,955 μηνύματα.
Χόρεψε πάνω στο φτερό του καρχαρία.
Παίξε στον άνεμο τη γλώσσα σου και πέρνα
Αλλού σε λέγανε Γιουδήθ, εδώ Μαρία
Το φίδι σκίζεται στο βράχο με τη σμέρνα.

Από παιδί βιαζόμουνα μα τώρα πάω καλιά μου.
Μια τσιμινιέρα με όρισε στον κόσμο και σφυρίζει.
Το χέρι σου, που χάιδεψε τα λιγοστά μαλλιά μου,
για μια στιγμή αν με λύγισε σήμερα δε με ορίζει.

Το μετζαρόλι ράγισε και το τεσσαροχάλι.
Την τάβλα πάρε, τζόβενο, να ξαναπάμε αρόδο.
Ποιος σκύλας γιος μας μούτζωσε κι έχουμε τέτοιο χάλι,
που γέροι και μικρά παιδιά μας πήραν στο κορόιδο;

Βαμμένη. Να σε φέγγει κόκκινο φανάρι.
Γιομάτη φύκια και ροδάνθη αμφίβια Μοίρα.
Καβάλαγες ασέλωτο με δίχως χαλινάρι,
πρώτη φορά σε μια σπηλιά στην Αλταμίρα

Σαλτάρει ο γλάρος το δελφίνι να στραβώσει.
Τι με κοιτάς; Θα σου θυμίσω εγώ πού μ' είδες;
Στην άμμο πάνω σ' είχα ανάστροφα ζαβώσει
τη νύχτα που θεμέλιωναν τις Πυραμίδες

Το τείχος περπατήσαμε μαζί το Σινικό.
Κοντά σου ναύτες απ' την Ουρ πρωτόσκαρο εβιδώναν.
Ανάμεσα σε ολόγυμνα σπαθιά στο Γρανικό
έχυνες λάδι στις βαθιές πληγές του Μακεδόνα.

Βαμμένη. Να σε φέγγει φως αρρωστημένο.
Διψάς χρυσάφι. Πάρε, ψάξε, μέτρα.
Εδώ κοντά σου χρόνια ασάλευτος να μένω
ως να μου γίνεις, Μοίρα, Θάνατος και Πέτρα.

 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Mercury

Επιφανές μέλος

Ο Doctor αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Μαέστρος και μας γράφει απο Ισλανδία (Ευρώπη). Έχει γράψει 13,611 μηνύματα.

Μέσα στη βουή του δρόμου
ήταν νά 'βρω τ’ όνειρό μου,
να το βρω και να το χάσω
κι ούτε πια που θα το φτάσω.

Μια στιγμή πέρασε μπρος μου
κι ήταν η χαρά του κόσμου,
η χαρά που μας ματώνει
σαν οι πιο μεγάλοι πόνοι.

Πέρασε όπως περνούνε
όσα δε θα ξαναρθούνε –
πουλιά που 'χουν φτερουγίσει
σύννεφα μέσα στη δύση.

Κι άφησε στο πέρασμά του
- πέρασμα ζωής, θανάτου –
στην καρδιά μου σα σφραγίδα
ω...την πεθαμένη ελπίδα.

Μια ελπίδα πεθαμένη
που μας ζει και μας πεθαίνει
κι όλο μας τραβάει δω κάτου
ως την πόρτα του θανάτου.

Όνειρο γλυκό και ξένο
και παντοτινά χαμένο,
σε κρατώ στο νου μου ακόμα
σαν τριαντάφυλλο στο στόμα.

Όταν πέρασες με πήρες
κι όλες μου άνοιξες τις θύρες
με το μαγικό κλειδί σου
του χαμένου παραδείσου.


Μήτσος Παπανικολάου - Μέσα Στη Βοή Του Δρόμου

Μελοποιημένο απο τους Domenica!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

chrysanthi24

Νεοφερμένος

Η chrysanthi24 αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Είναι 32 ετών, επαγγέλεται Δικηγόρος και μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 21 μηνύματα.
To Live

We both have our hands to give
Take mine I shall lead you afar

I have lived several times my face hasw changed
With every threshold I have crossed and every hand clasped Familial springtime was reborn
Keeping for itself and for me its perishable snow
Death and the betrothed
The future with five fingers clenched and letting go

My age always gave me
New reasons for living through others
For having the blood of man other's heart in mine

Oh the lucid fellow I was and that I am
Before the pallor of frail blind girls
Lovelier than the delicate worn moon so fair
By the reflection of life's ways
A trail of moss anf trees
Of mist and morning dew
Of the young body which does not rise alone
To its place on earth
Wind cold and rain cradle it
Summer makes a man of it

Presesence is my virtue in each visible hand
Only death is solitude
From delight to fury from fury to clarity
I make myself whole through all beings
Through all weather on the earth and in the clouds
Through the passing seasons I am young
And strong for having lived
I am young my blood rises over my ruins

We have our hands to entwine Nothing can ever seduce better
Tahn our bonding to each other a forest
Returning earth to sky and the sky to night

To the night which prepares an unending day.
Paul Eluard
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

elena

Πολύ δραστήριο μέλος

Η elena αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Ζωγράφος. Έχει γράψει 888 μηνύματα.
Αργοπεθαίνει

Αργοπεθαίνει
όποιος γίνεται σκλάβος της συνήθειας,
επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές,
όποιος δεν αλλάζει το βήμα του,
όποιος δεν ρισκάρει να αλλάξει χρώμα στα ρούχα του,
όποιος δεν μιλάει σε όποιον δεν γνωρίζει.

Αργοπεθαίνει
όποιος έχει την τηλεόραση για μέντωρα του

Αργοπεθαίνει
όποιος αποφεύγει ένα πάθος,
όποιος προτιμά το μαύρο αντί του άσπρου
και τα διαλυτικά σημεία στο “ι” αντί τη δίνη της συγκίνησης
αυτήν ακριβώς που δίνει την λάμψη στα μάτια,
που μετατρέπει ένα χασμουρητό σε χαμόγελο,
που κάνει την καρδιά να κτυπά στα λάθη και στα συναισθήματα.

Αργοπεθαίνει
όποιος δεν "αναποδογυρίζει το τραπέζι" όταν δεν είναι ευτυχισμένος στη δουλειά του,
όποιος δεν ρισκάρει τη σιγουριά του, για την αβεβαιότητα του να τρέξεις πίσω απο ένα όνειρο,
όποιος δεν επιτρέπει στον εαυτό του, έστω για μια φορά στη ζωή του, να ξεγλιστρήσει απ' τις πανσοφές συμβουλές.

Αργοπεθαίνει
όποιος δεν ταξιδεύει,
όποιος δεν διαβάζει,
όποιος δεν ακούει μουσική,
όποιος δεν βρίσκει το μεγαλείο μέσα του

Αργοπεθαίνει
όποιος καταστρέφει τον έρωτά του,
όποιος δεν αφήνει να τον βοηθήσουν,
όποιος περνάει τις μέρες του παραπονούμενος για τη κακή του τύχη
ή για τη βροχή την ασταμάτητη

Αργοπεθαίνει
όποιος εγκαταλείπει την ιδέα του πριν καν την αρχίσει,
όποιος δεν ρωτά για πράγματα που δεν γνωρίζει
ή δεν απαντά όταν τον ρωτάν για όσα ξέρει

Αποφεύγουμε τον θάνατο σε μικρές δόσεις,
όταν θυμόμαστε πάντα πως για να 'σαι ζωντανός
χρειάζεται μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη
από το απλό αυτό δεδομένο της αναπνοής.

Μονάχα με μιά φλογερή υπομονή
θα κατακτήσουμε την θαυμάσια ευτυχία.


 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Νεογέννητος

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.
Η ΛΗΘΗ
Σαρλ Μπωντλέρ, Τα Άνθη του Κακού, ένα από τα 6 καταδικασμένα

Άπονη και κουφή ψυχή, ω, έλα στην καρδιά μου!
Όσο κι αν είσαι αδιάφορη, τίγρη μου λατρευτή,
θέλω εγώ τα τρεμάμενα να χώσω δάχτυλά μου,
ώρα πολλή, μες στη βαριά χαίτη σου, την πυκνή!

Πάνω στο μεσοφούστανο, απ'τη σάρκα μυρωμένο,
να θάψω το πονόγερτο κεφάλι μου βαθιά
και να μυρίσω αποξαρχής, σαν άνθος μαραμένο,
του πεθαμένου μου έρωτα την τέφρα τη γλυκιά.

Να κοιμηθώ! Να κοιμηθώ θέλω, παρά να ζήσω!
Σ'έναν, καθώς ο θάνατος, ύπνο μυστηριακό,
με δίχως τύψη τα φιλιά μου πάνω θεν' αφήσω
στ'ωραίο σου, το γυαλιστό κορμί σαν το χαλκό.

Να πνίξει τώρα τον τρανό λυγμό μου που ησυχάζει,
τι άλλο παρά η άβυσσος της κλίνης σου μπορεί;
Η Λησμοσύνη, η δυνατή, στα χείλη σου φωλιάζει,
κι η Λήθη μόνο απ'το δικό σου τρέχει το φιλί.

Στη μοίρα μου, από δω και εμπρός απόλαυσή μου μόνη,
θα υποταχτώ σαν να 'μουνα γι'αυτήν εδώ πλασμένος
και σαν υπάκουος μάρτυρας κι αθώος δικασμένος,
που ο ζήλος το μαρτύριό του τρελά το δυναμώνει,

για να νεκρώσω κάθε μνησικακία κρυμμένη,
το καλό κώνειο θα βυζάξω και το νηπενθές
από τη ρώγα τη γλυκιά και τη χαριτωμένη
του ορθού σου στήθους, που καρδιά δεν έκλεισε ποτές!
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Βλα

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Βλαδίμηρος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 29 ετών και επαγγέλεται Μεταπτυχιακός Φοιτητής/τρια. Έχει γράψει 1,637 μηνύματα.
Τάκης Σινόπουλος - Η καταγωγή

Ερχόταν ένα φως
Κι από το Μάρτη μήνα ερχόταν η άνοιξη
στην κάμαρα που μίλαγε με πείσμα ο Φίλιππος.
Το πάτωμα παλιό σανίδι σε παλιό σανίδι. Απάνου στο
τραπέζι ένα κερί. Και τα χαρτιά του σα
φτερά πουλιών.
Κοίτα να καταλάβεις φώναξε. Τίποτα δεν είχαμε.
Μήτε κρεβάτι μήτε κάθισμα. Το σπίτι ένα παλιό
σαράβαλο. Παντού αέρας φύσαγε σε θέριζε.
Η μάννα μου στα κάρβουνα. Κακό χειμώνα θάχουμε
είπε ο πατέρας, μια μαύρη συλλογή το μούτρο του.
Από την τρύπα αυτή κοιτάζαμε τον ουρανό. Και το
πρωί πηγαίναμε στα δέντρα. Εδώ γεννήθηκα.
Εδώ μεγάλωσα. Λοιπόν αυτά μου χρειάζονται
για την οργή μου καί την περηφάνια μου.
Για να κρατήσω και να κρατηθώ.
Δεν έχω θεούς. Και δε φοβάμαι.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Νεογέννητος

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.
Ὁ γκρεμιστής

Ἀκοῦστε. Ἐγὼ εἶμαι ὁ γκρεμιστής, γιατί εἶμ᾿ ἐγὼ κι ὁ κτίστης,
ὁ διαλεχτὸς τῆς ἄρνησης κι ὁ ἀκριβογιὸς τῆς πίστης.
Καὶ θέλει καὶ τὸ γκρέμισμα νοῦ καὶ καρδιὰ καὶ χέρι.
Στοῦ μίσους τὰ μεσάνυχτα τρέμει ἑνὸς πόθου ἀστέρι.
Κι ἂν εἶμαι τῆς νυχτιᾶς βλαστός, τοῦ χαλασμοῦ πατέρας,
πάντα κοιτάζω πρὸς τὸ φῶς τὸ ἀπόμακρο τῆς μέρας.
ἐγὼ ὁ σεισμὸς ὁ ἀλύπητος, ἐγὼ κι ὁ ἀνοιχτομάτης·
τοῦ μακρεμένου ἀγναντευτής, κι ὁ κλέφτης κι ὁ ἀπελάτης
καὶ μὲ τὸ καριοφίλι μου καὶ μὲ τ᾿ ἀπελατίκι
τὴν πολιτεία τὴν κάνω ἐρμιά, γῆ χέρσα τὸ χωράφι.
Κάλλιο φυτρῶστε, ἀγκριαγκαθιές, καὶ κάλλιο οὐρλιάστε, λύκοι,
κάλλιο φουσκῶστε, πόταμοι καὶ κάλλιο ἀνοῖχτε τάφοι,
καί, δυναμίτη, βρόντηξε καὶ σιγοστάλαξε αἷμα,
παρὰ σὲ πύργους ἄρχοντας καὶ σὲ ναοὺς τὸ Ψέμα.
Τῶν πρωτογέννητων καιρῶν ἡ πλάση μὲ τ᾿ ἀγρίμια
ξανάρχεται. Καλῶς νὰ ῾ρθῆ. Γκρεμίζω τὴν ἀσκήμια.
Εἶμ᾿ ἕνα ἀνήμπορο παιδὶ ποὺ σκλαβωμένο τό ῾χει
τὸ δείλιασμα κι ὅλο ρωτᾷ καὶ μήτε ναὶ μήτε ὄχι
δὲν τοῦ ἀποκρίνεται κανείς, καὶ πάει κι ὅλο προσμένει
τὸ λόγο ποὺ δὲν ἔρχεται, καὶ μία ντροπὴ τὸ δένει
Μὰ τὸ τσεκοῦρι μοναχὰ στὸ χέρι σὰν κρατήσω,
καὶ τὸ τσεκοῦρι μου ψυχὴ μ᾿ ἕνα θυμὸ περίσσο.
Τάχα ποιὸς μάγος, ποιὸ στοιχειὸ τοῦ δούλεψε τ᾿ ἀτσάλι
καὶ νιώθω φλόγα τὴν καρδιὰ καὶ βράχο τὸ κεφάλι,
καὶ θέλω νὰ τραβήξω ἐμπρὸς καὶ πλατωσιὲς ν᾿ ἀνοίξω,
καὶ μ᾿ ἕνα Ναὶ νὰ τιναχτῶ, μ᾿ ἕνα Ὄχι νὰ βροντήξω;
Καβάλα στὸ νοητάκι μου, δὲν τρέμω σας ὅποιοι εἶστε
γκρικάω, βγαίνει ἀπὸ μέσα του μιὰ προσταγή: Γκρεμίστε!


Κωστής Παλαμάς
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

parafernalia

Περιβόητο μέλος

Ο Νίκος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Επαγγέλεται Προγραμματιστής/τρια και μας γράφει απο Αθήνα (Αττική). Έχει γράψει 4,896 μηνύματα.
Συγγνώμη
Ονειρεύτηκα τα πανηγύρια που ήμουνα παιδί.
Ονειρεύτηκα δύο μεγάλα μάτια.
Ονειρεύτηκα αυτήν με την πλεξούδα.
Ονειρεύτηκα μιαν ελιά που δεν πουλιέται
και λίγα γρόσια.
Ονειρεύτηκα τ΄απόρθητα τείχη της ιστορίας σου
το μύρο της αμυγδαλιάς
που τον καημό ανάβει
στις νύχτες τις ατέλειωτες.
Ονειρεύτηκα τους δικούς μου
της αδερφής το μπράτσο που μ΄ αγκάλιαζε
μετάλλιο ανδρείας.
Ονειρεύτηκα μια νύχτα καλοκαιρινή
κι ένα καλάθι σύκα.
Ονειρεύτηκα πολλά.
πολλά ονειρεύτηκα
γι αυτό συγχώρεσέ με.

Πρόκληση
Σφίξτε μου τα σκοινιά
Απαγορέψτε μου και το τετράδιο και τα τσιγάρα,
κλείστε το στόμα μου με χώμα.
Το τραγούδι είναι το αίμα της καρδιάς
τ’ αλάτι του ψωμιού
το νερό του ματιού.
Γράφεται με τα νύχια, το λαρύγγι και τα μάτια…
Θα το λέω στο κρατητήριο
στην τουαλέτα
και στο στάβλο
με χειροπέδες, κάτω απ΄το βούρδουλα
κάτω απ΄τα δεσμά των αλυσίδων.
Πουλιά μυριάδες πάνω στης καρδιάς μου τα κλαδιά
πλάθουνε το μαχόμενο τραγούδι.


(Μαχμούντ Νταρουίς - Εθνικός ποιητής Παλαιστίνης)
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

carpe_nochtem

Πολύ δραστήριο μέλος

Η carpe_nochtem αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 943 μηνύματα.
Μανόλης Ἀναγνωστάκης ~ 13.12.43

Θυμᾶσαι ποὺ σοῦ ῾λεγα
Ὅταν σφυρίζουν τὰ πλοῖα μὴν εἶσαι στὸ λιμάνι.
Μὰ ἡ μέρα ποὺ ἔφευγε ἤτανε δικιά μας
καὶ δὲ θὰ θέλαμε ποτὲ νὰ τὴν ἀφήσουμε
Ἕνα μαντήλι πικρὸ θὰ χαιρετᾶ τὴν ἀνία του γυρισμοῦ
Κι ἔβρεχε ἀλήθεια πολὺ κι ἤτανε ἔρημοι οἱ δρόμοι
Μὲ μιὰ λεπτὴν ἀκαθόριστη χινοπωριάτικη γεύση
Κλεισμένα παράθυρα κι οἱ ἄνθρωποι τόσο λησμονημένοι -
Γιατί μᾶς ἄφησαν ὅλοι; Γιατί μᾶς ἄφησαν ὅλοι;
Κι ἕσφιγγα τὰ χέρια σου Δὲν εἶχε τίποτα τ᾿ ἀλλόκοτο ἡ κραυγή μου.

Θὰ φύγουμε κάποτε ἀθόρυβα καὶ θὰ πλανηθοῦμε
Μὲς στὶς πολύβοες πολιτεῖες καὶ στὶς ἔρημες θάλασσες
Μὲ μιὰν ἐπιθυμία φλογισμένη στὰ χείλια μας
Εἶναι ἡ ἀγάπη ποὺ γυρέψαμε καὶ μᾶς τὴν ἀρνήθηκαν
Ξεχνοῦσες τὰ δάκρυα, τὴ χαρὰ καὶ τὴ μνήμη μας
Χαιρετώντας λευκὰ πανιὰ π᾿ ἀνεμίζονται.
Ἴσως δὲ μένει τίποτ᾿ ἄλλο παρὰ αὐτὸ νὰ θυμόμαστε.
Μὲς στὴν ψυχή μου σκιρτᾶ τὸ ἐναγώνιο Γιατί,
Ρουφῶ τὸν ἀγέρα τῆς μοναξιᾶς καὶ τῆς ἐγκατάλειψης
Χτυπῶ τοὺς τοίχους τῆς ὑγρῆς φυλακῆς μου
καὶ δὲν προσμένω ἀπάντηση
Κανεὶς δὲ θ᾿ ἀγγίξει τὴν ἔκταση τῆς στοργῆς
καὶ τῆς θλίψης μου.

Κι ἐσὺ περιμένεις ἕνα γράμμα ποὺ δὲν ἔρχεται
Μιὰ μακρινὴ φωνὴ γυρνᾶ στὴ μνήμη σου καὶ σβήνει
Κι ἕνας καθρέφτης μετρᾶ σκυθρωπὸς τὴ μορφή σου
Τὴ χαμένη μας ἄγνοια, τὰ χαμένα φτερά.
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Τελευταία επεξεργασία:

Νεογέννητος

Πολύ δραστήριο μέλος

Ο Νεογέννητος αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Είναι 35 ετών. Έχει γράψει 848 μηνύματα.
Όταν από τα σκοτάδια της πλάνης
κατόρθωσα να σε πείσω
ν' ανασύρεις την καταβαραθρωμένη ψυχή σου,
όταν τσακισμένη απ' τον πόνο,
στριφογύριζες τα χέρια και καταριόσουν
τη διαφθορά που σ' έζωνε,
όταν τιμωρώντας με την ανάμνηση,
την ξεχασιάρα σου συνείδηση,
μου διηγήθηκες όλα όσα έγιναν πριν από μένα,
κι άξαφνα, κρύβοντας το πρόσωπο
από ντροπή και φρίκη
ξέσπασες σε κλάματα,
αγανακτισμένη, αναστατωμένη...


Νικολάι Νεκράσωφ (από το δεύτερο μέρος του βιβλίου του Ντοστογιέφσκι "Το υπόγειο").
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

venividivici

Τιμώμενο Μέλος

Η venividivici αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Έχει γράψει 23,236 μηνύματα.
Γιάννης Ρίτσος - Ἐπιλογικό

Νὰ μὲ θυμόσαστε - εἶπε. Χιλιάδες χιλιόμετρα περπάτησα
χωρὶς ψωμί, χωρίς νερό, πάνω σὲ πέτρες κι ἀγκάθια,
γιὰ νὰ σᾶς φέρω ψωμὶ καὶ νερὸ καὶ τριαντάφυλλα.Τὴν ὀμορφιὰ
Ποτές μου δὲν τὴν πρόδωσα. Ὅλο τὸ βιός μου τὸ μοίρασα δίκαια.
Μερτικὸ ἐγὼ δὲν κράτησα. Πάμπτωχος. Μ᾿ ἕνα κρινάκι τοῦ ἀγροῦ
τὶς πιὸ ἄγριες νύχτες μας φώτισα. Νὰ μὲ θυμᾶστε.
Καὶ συγχωρᾶτε μου αὐτὴ τὴν τελευταῖα μου θλίψη:
Θἄθελα
ἀκόμη μιὰ φορὰ μὲ τὸ λεπτὸ δρεπανάκι τοῦ φεγγαριοῦ νὰ θερίσω
ἕνα ὥριμο στάχυ. Νὰ σταθῶ στὸ κατώφλι, νὰ κοιτάω,
καὶ νὰ μασῶ σπυρὶ σπυρὶ τὸ στάρι μὲ τὰ μπροστινά μου δόντια
θαυμάζοντας κι εὐλογώντας τοῦτον τὸν κόσμο ποὺ ἀφήνω,
θαυμάζοντας κι Ἐκεῖνον ποὺ ἀνεβαίνει τὸ λόφο στὸ πάγχρυσο λιόγερμα. Δέστε:
Στὸ ἀριστερὸ μανίκι του ἔχει ἕνα πορφυρὸ τετράγωνο μπάλωμα. Αὐτὸ
δὲν διακρίνεται πολὺ καθαρά. Κι ἤθελα αὐτὸ προπάντων νὰ σᾶς δείξω.
Κι ἴσως γι᾿ αὐτὸ προπάντων θ᾿ ἄξιζε νὰ μὲ θυμᾶστε.


 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

kliklikos

Νεοφερμένος

Ο kliklikos αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 7 μηνύματα.
Ποίημα αποδιδόμενο στον Πάμπλο Νερούδα

Πεθαίνει αργά...

Πεθαίνει αργά όποιος δεν ταξιδεύει
δεν διαβάζει…

Πεθαίνει αργά
όποιος την ίδια του αγάπη καταστρέφει,
όποιος δεν αφήνει να βοηθούν,
όποιος δεν ακούει μουσική,
όποιος δεν βρίσκει χάρη στον ίδιο του τον εαυτό…

Πεθαίνει αργά
όποιος μετατρέπεται σε σκλάβο της συνήθειας
επαναλαμβάνοντας κάθε μέρα τις ίδιες διαδρομές,

Όποιος δεν αλλάζει μάρκα,
Δεν επιχειρεί νʼ αλλάξει το χρώμα του ρούχου του
Ή δεν συζητάει με αυτόν που δεν γνωρίζει.

Πεθαίνει αργά
όποιος εμποδίζει ένα πάθος και το στροβιλισμό του από αισθήματα,
ακριβώς αυτά που επιστρέφουν τη λάμψη στα μάτια
και επαναφέρουν τις συντριμμένες καρδιές.

Πεθαίνει αργά
αυτός που δεν στρίβει το τιμόνι όταν είναι δυστυχής με τη δουλειά του, ή με τον έρωτά του,
όποιος δεν ρισκάρει το βέβαιο ούτε το αβέβαιο για να πάει
μπροστά από ένα όνειρο
όποιος δεν επιτρέπει, ούτε για μια φορά στη ζωή του,
να ξεφύγει από τις χρηστές συμβουλές…

Πεθαίνει αργά,
όποιος περνάει τις μέρες παραπονούμενος
για την κακή του τύχη ή για την ασταμάτητη βροχή

Θα αποφύγουμε το θάνατο με απαλές δόσεις, θυμόντας πάντα πως το να είσαι ζωντανός απαιτεί μια προσπάθεια πολύ μεγαλύτερη από το απλό γεγονός να ανασαίνεις.

Μονάχα η ένθερμη υπομονή
θα κάνει να κερδίσουμε
μιαν εκλεκτή ευτυχία.


Παρουσίαση-Μετάφραση Γ. Μίχος.​
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

diotima

Διάσημο μέλος

Ο diotima αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένος. Έχει γράψει 2,480 μηνύματα.
ΟΙ ΜΑΣΚΕΣ

Στα γέλια λύνομαι σαν βλέπω τους κοιλόκυρτους καθρέφτες
Που βρίσκομαι; Περνά η αλεπού , δίπλα της ο μεσσίας.
Μυτάρες, ράμφη κι ανοιχτά στόματα ως τ’ αυτιά
Σαν βρέθηκα στο καρναβάλι το ετήσιο της Βενετίας.

Ο κύκλος γρήγορα ολόγυρα μου κλείνει
Με παρασύρουν στο χορό με κέρατα οι διάβολοι,
Φαίνεται πως το πρόσωπό μου το αληθινό
Ίσως για προσωπίδα πήραν όλοι.

Κροτίδες , κομφετί... Όμως δε μου αρέσει κάτι,
Οι μάσκες με κοιτάνε με μομφή,
Φωνάζουν πως χωρίς ρυθμό χορεύω,
Και δεν έχω με τους άλλους που χορεύουν επαφή.

Να κάνω τι; Καπνός να γίνω;
Η μήπως να γλεντώ εδώ μαζί τους;
Ελπίζω κάτω απ’ τις μάσκες των θεριών,
Φάτσες ανθρώπινες να υπάρχουν επιτέλους.

Όλοι φοράνε μάσκες και περούκες
Η μία μάσκα του γνωστού παραμυθιού ο μάγκας,
Ο διπλανός μου — λυπημένος αρλεκίνος,
Ο άλλος δήμιος και ο κάθε τρίτος βλάκας.

Ο ένας προσπαθεί τον εαυτό του ν’ αθωώσει,
Άλλος τη φάτσα του να κρύψει κάτω απ’ τη μάσκα που χασκεί
.Και κάποιος πλέον δεν μπορεί να ξεχωρίσει
Τη φάτσα του απο τη μάσκα του φτιαχτή.

Μπαίνω στον κυκλικό χορό γελώντας
Παρ’ όλα αυτά δεν είμαι ήσυχος και νιώθω ζάλη,
Φοβάμαι κάποιον, που η μάσκα του δημίου θα του αρέσει
Και δε θα θέλει να τη βγάλει.

Μήπως ο αρλεκίνος θα θρηνεί για πάντα
Θαυμάζοντας τη μάσκα του τη μελαγχολική;
Μήπως ο βλάκας το βλακώδες ύφος θα κρατήσει
Τη φάτσα του ξεχνώντας την πραγματική;

Πώς να διακρίνω των άνθρωπο τον καλό;
Πώς με την σιγουριά τον έντιμο να ξεχωρίσω;
Έμαθαν όλοι μάσκες να φοράνε
Τα πρόσωπα και τις καρδιές να μην τσακίζουν.

Στο μυστικό των προσωπίδων τελικά διείσδυσα
Και το συμπέρασμά μου είναι ακριβές:
Οι μάσκες της αδιαφορίας για πολλούς
Ασπίδα είναι απο φάπες και φτυσιές.​

Βισότσκι Βλαντιμίρ​
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Freepepsi

Νεοφερμένος

Η Ουρανία αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Επαγγέλεται Φοιτητής/τρια και μας γράφει απο Λευκάδα (Λευκάδα). Έχει γράψει 85 μηνύματα.
Τρίτη, 18 Μαρτίου 1941
Αγαπημένε

Έχω τη βεβαιότητα πως παραφρονώ ξανά. Νιώθω ότι δεν μπορούμε να υπομείνουμε κι άλλες από αυτές τις δεινές ώρες. Και δεν θα γιατρευτώ αυτή τη φορά. Αρχίζω να ακούω φωνές, και δεν μπορώ να συγκεντρωθώ. Έτσι, κάνω αυτό που μου φαίνεται πως είναι το καλύτερο. Μού 'δωσες τη μεγαλύτερη δυνατή ευτυχία. Ήσουν με κάθε τρόπο όλα αυτά που θα μπορούσε να είναι κανείς. Δεν πίστευα ότι δυο άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι πιο ευτυχισμένοι, μέχρι που ήρθε αυτή η φριχτή αρρώστια. Δεν μπορώ να την παλέψω κι άλλο. Ξέρω ότι καταστρέφω τη ζωή σου, πως χωρίς εμένα θα μπορούσες να εργασθείς. Και θα το κάνεις, το ξέρω. Βλέπεις ούτε κι αυτό το γράμμα δεν μπορώ να γράψω σωστά. Δεν μπορώ να διαβάσω. Αυτό που θέλω να πω είναι ότι σου οφείλω όλη την ευτυχία της ζωής μου. Υπήρξες άκρως υπομονετικός μαζί μου και απίστευτα καλός. Θέλω να το δηλώσω αυτό - όλοι το ξέρουν. Αν κάποιος μπορούσε να με σώσει, θα ήσουν εσύ. Έχω χάσει τα πάντα εκτός από τη σιγουριά της καλοσύνης σου. Δεν μπορώ να συνεχίσω να σου καταστρέφω κι άλλο τη ζωή.

Δεν πιστεύω ότι δυο άνθρωποι θα μπορούσαν να είναι πιο ευτυχισμένοι από όσο υπήρξαμε εμείς.

-βιρτζινια γουλφ-​
 

Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.

Χρήστες Βρείτε παρόμοια

Top