Goseithor
Διάσημο μέλος
Εγώ θα βγω σε λίγο. Ευχαριστώ. Γιατί, επιτέλους, πρέπει να βγω απ'αυτό το τσακισμένο σπίτι.
Πρέπει να δω λιγάκι πολιτεία, - όχι, όχι το φεγγάρι-
την πολιτεία με τα ροζιασμένα χέρια της, την πολιτεία του μεροκάματου,
την πολιτεία που ορκίζεται στο ψωμί και στην γροθιά της
την πολιτεία που όλους μας αντέχει στην ράχη της
με τις μικρότητές μας, τις κακίες, τις έχτρες μας,
με τις φιλοδοξίες, την άγνοιά μας και γερατειά μας,-
ν' ακούσω τα μεγάλα βήματα της πολιτείας,
να μην ακούω πια τα βήματά σου
μήτε τα βήματα του Θεού, μήτε και τα δικά μου βήματα.
Καληνύχτα. "
Γ.ΡΙΤΣΟΣ
Η Σονάτα του σεληνόφωτος
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
ΕλευθεριⒶκος
Εκκολαπτόμενο μέλος
σε βρώμικα αδιέξοδα
σάπια δόντια ξεθωριασμένα συνθήματα
μπάσσο βεστιάριο
μυρουδιές από κάτουρα αντισηπτικά
και χαλασμένα σπέρματα. Ξεσκισμένες αφίσσες.
Πάνω κάτω. Πάνω κάτω, η Πατησίων.
Η ζωή μας είναι η Πατησίων.
(Το ROL που δε ρυπαίνει τη θάλασσα
κι ο Μητροπάνος μπήκε στη ζωή μας
μας τον έφαγε η Δεξαμενή κι αυτόν
σαν τις ψηλόκωλες.)
Εμείς εκεί.
Μια ζωή λιγούρια ταξιδεύουμε
την ίδια διαδρομή.
Ξεφτίλα μοναξιά απελπισία. Κι ανάποδα.
Εντάξει. Δεν κλαίμε. Μεγαλώσαμε.
Μονάχα όταν βρέχει
βυζαίνουμε κρυφά το δάχτυλό μας. Και καπνίζουμε.
Η ζωή μας είναι
άσκοπα λαχανητά
σε κανονισμένες απεργίες
ρουφιάνους και περιπολικά.
Γι’ αυτό σου λέω.
Την άλλη φορά που θα μας ρίξουνε
να μην την κοπανήσουμε. Να ζυγιαστούμε.
Μην ξεπουλήσουμε φτηνά το τομάρι μας ρε.
Μη. Βρέχει. Δόσμου τσιγάρο.
Κατερινα Γωγου..
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Loreley
Περιβόητο μέλος
Σε ενοχοποιούν
όχι τόσο οι πράξεις σου
σε ενοχοποιούν οι σκέψεις
οι σχέσεις σου
κάτι χαμόγελα που έσβησες
κάτι μαλακισμένες εικόνες που κουβαλάς
σχεδόν ηλιοβασίλεμα.
Σε ενοχοποιεί η αθωότητά σου
και αυτά που της χρωστάς.
Κάτι λάθη
και κάτι πάθη.
Και έτσι είσαι ζωγραφισμένος
σ’ ένα κόκκινο μπαλόνι που ανεβαίνει
δε μιλάει
ανεβαίνει πάνω απ’ την πόλη.
Εσύ Τζιμάκο, πήγες
θα’ φαγες ραδίκια
αλλά τώρα κανείς σας δεν είναι…
Κόμπος πατέρα…
Κι εγώ βρούβες και βρούβες και βρούβες.
Και πάλι μάσησα
πως έχω εσάς
να μην κλαίω – και ούτε ΑΝΑ-σφάλειες.
Η Κατερίνα είμαι, μωρέ.
Πού στην ευχή είσαστε; Πού, ρε;
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
christidim
Νεοφερμένος
Σα βγεις στον πηγαιμό για την Ιθάκη,
να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος,
γεμάτος περιπέτειες, γεμάτος γνώσεις.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον θυμωμένο Ποσειδώνα μη φοβάσαι,
τέτοια στον δρόμο σου ποτέ σου δεν θα βρεις,
αν μέν’ η σκέψις σου υψηλή, αν εκλεκτή
συγκίνησις το πνεύμα και το σώμα σου αγγίζει.
Τους Λαιστρυγόνας και τους Κύκλωπας,
τον άγριο Ποσειδώνα δεν θα συναντήσεις,
αν δεν τους κουβανείς μες στην ψυχή σου,
αν η ψυχή σου δεν τους στήνει εμπρός σου.
Να εύχεσαι νάναι μακρύς ο δρόμος.
Πολλά τα καλοκαιρινά πρωιά να είναι
που με τι ευχαρίστησι, με τι χαρά
θα μπαίνεις σε λιμένας πρωτοειδωμένους·
να σταματήσεις σ’ εμπορεία Φοινικικά,
και τες καλές πραγμάτειες ν’ αποκτήσεις,
σεντέφια και κοράλλια, κεχριμπάρια κ’ έβενους,
και ηδονικά μυρωδικά κάθε λογής,
όσο μπορείς πιο άφθονα ηδονικά μυρωδικά·
σε πόλεις Aιγυπτιακές πολλές να πας,
να μάθεις και να μάθεις απ’ τους σπουδασμένους.
Πάντα στον νου σου νάχεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Aλλά μη βιάζεις το ταξείδι διόλου.
Καλλίτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.
Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξείδι.
Χωρίς αυτήν δεν θάβγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.
Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες η Ιθάκες τι σημαίνουν
(Ενα απο τα λίγα μαθήματα της λογοτεχνίας που δεν πήγαν χαμένα)
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
D_G
Πολύ δραστήριο μέλος
Ο πατέρας μου ήξερε λατινικά,
η μητέρα μου έπαιζε πιάνο
κι επήγαινε σ’ επισκέψεις.
Καταλαβαίνεις, μικρή μου,
καταλαβαίνεις;
Είχα ένα παιδαγωγό,
ένα άλογο,
ένα τουφέκι,
υπηρέτες και ιπποκόμο.
Καταλαβαίνεις;
Αλλ’ αγαπούσα πολύ τα βιβλία
τις καρδιές και τα μάτια θλιμμένα.
Καταλαβαίνεις, μικρή μου,
καταλαβαίνεις;
Αγαπούσαμε πολύ τα δάκρυα,
την αγάπη, τους νικημένους,
τον ουρανό και τους διαβάτες…
Ας ανάψουμε τη φωτιά μας,
ας τινάξουμε τα βιβλία μας,
ας βουρτσίσουμε τα ρούχα μας,
ας γυαλίσουμε τα παπούτσια μας.
Ας γυαλίσουμε τα παπούτσια μας,
κι ας πλύνουμε τα πιάτα.
Καταλαβαίνεις, μικρούλα μου,
καταλαβαίνεις;
Spire, André, μετάφραση Κ. Καρυωτάκης
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
D_G
Πολύ δραστήριο μέλος
μα δίχως γι' αυτό να μιλήσουν.
… Με μίσος αλλάζανε βλέμματα,
κι' από έρωτα θέλαν να σβήσουν.
Εχώρησαν έπειτα, φύγανε,
… μες στ' όνειρο μόνο ειδωθήκαν.
Πεθάνανε πια και δεν έμαθαν:
εμίσησαν ή αγαπηθήκαν;
«Sie liebten sich beide» Χάινριχ Χάινε
(Μετάφραση Κώστας Καρυωτάκης)
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Loreley
Περιβόητο μέλος
Ἔβρεχε ἐκεῖνο τὸ βράδυ, ἔβρεχε
ἀνέβηκα τὰ σκαλιὰ κανεὶς στὴν κάμαρα
Ἔβρεχε; ἔτρεμε στ᾿ ἀνοιχτὸ παράθυρο ἡ κουρτίνα
Ἔβρεχε…
«Φεύγω μὴ ζητήσεις νὰ μὲ βρεῖς. Ἀγαπῶ ἄλλον!», ἔγραφε
Ἀγαπῶ ἄλλον;
Ποῦ εἶσαι; Ποῦ νὰ πάω;
Φυσάει, κρυώνω;
Ποῦ εἶσαι; Ποῦ νὰ πάω;
Φυσάει, κρυώνω;
Οἱ δρόμοι λασπωμένοι, κίτρινα φῶτα, ἔβρεχε
Ζευγάρια ἀγκαλιασμένα κάτω ἀπ᾿ τὶς ὀμπρέλες τους
σὲ λίγο θὰ ἀνάβουνε τὸ φῶς
Θὰ κοιτάζονται στὰ μάτια καὶ θὰ πετᾶν ἀπὸ πάνω τους ὅλη τὴ μοναξιὰ
Οἱ φωτεινὲς ρεκλάμες ἀνοιγοκλείνουνε τὰ μάτια τους
Ὅλα στὴν ἐποχὴ μᾶς διαφημίζονται γιατί ὄχι καὶ αὐτὸ …
Ἔβρεχε
«Ἀγαπῶ ἄλλον!»
Μὲ κόκκινα πελώρια γράμματα θὰ ᾿τᾶν ὑπέροχη διαφήμιση
γιατί ὄχι καὶ αὐτό: «Ἀγαπῶ ἄλλον!»
«Θὰ ἀγαπῶ ἄλλον»;
Ποῦ εἶσαι;
Ποῦ νὰ πάω;
Φυσάει κρυώνω
Ποῦ εἶσαι;
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
D_G
Πολύ δραστήριο μέλος
Τώρα η βραδιά,
γλυκιά που φτάνει,
θα μου γλυκάνει
και την καρδιά.
θα δω, θα νιώσω
οι άνθρωποι πόσο
είναι κακοί.
«Αστρα μου, αστράκια
τ' άλλα παιδάκια
θα τ' αγαπώ.
πάντα κι ακόμα.
Θα 'μαι το χώμα
που το πατούν.
άστρα και κρίνο,
έτσι θα γίνω
τώρα καλός.»
Κ. Καρυωτάκης
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Μπλε.
Εκκολαπτόμενο μέλος
Σου δίνει φτερά και το μόνο που ζητάει είναι να στα πάρει πίσω βίαια μια μέρα.
Δώσε μου λοιπόν και μένα κάτι από το ψέμα σου και μη σκεφτείς τίποτα.
Το πως θα πέσω είναι δική μου υπόθεση.
ΟΝΑΡ
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
carpe_nochtem
Πολύ δραστήριο μέλος
Απλά
Όπως ξεκουμπώνει κανείς το πουκάμισό του
Και δείχνει ένα παλιό σημάδι
Όπως κρυώνει ο αγκώνας σου
Γυρίζεις
Και βλέπεις ότι είναι τρύπιος
Όπως κάθεται στην πέτρα ένας σύντροφος και μπαλώνει τη φανέλα του.
Να μιλήσω αν μια μέρα ξαναγυρίσω
Κουβαλώντας μια βρώμικη καραβάνα γεμάτη ξενητειά
Κουβαλώντας στις τσέπες μου δυο γροθιές σφιγμένες
Να μιλήσω απλά-
Μονάχα μια στιγμή ν΄ακουμπήσω κάπου τα δεκανίκια μου.
Κάποτε ονειρευόμαστε να γίνουμε μεγάλοι ποιητές
Μιλούσαμε για τον ήλιο.
Τώρα μας τρυπάει η καρδιά
Σαν μια πρόκα στην αρβύλα μας.
Εκεί που άλλοτε λέγαμε ουρανός, τώρα λέμε κουράγιο.
Δεν είμαστε πια ποιητές
Παρά μονάχα σύντροφοι
Με μεγάλες πληγές και πιο μεγάλα όνειρα.
Απόψε λέμε να σου γράψουμε μάνα,
Μήπως ακούσουμε τη βροχή
Να περπατάει με τα λυωμένα σου τσόκαρα
Μήπως δούμε το χαμόγελο σου
Να κρέμεται σαν παγούρι πάνω απ ΄τη δίψα μας.
Μας ταίzουν σάπιες πατάτες : μην ανησυχείς
Μας βρίζουν και μας χτυπάνε : να μας αγαπάς
Ίσως να μη γυρίσουμε – μα εσύ ν΄ανάψεις τη λάμπα
μάνα θα ρθουν άλλοι…
Αγαπημένη
Μπορεί να κρυώνω όταν βρέχει
Μπορεί να χαϊδεύω στις στέπες μου τα ψίχουλα
Της ανάμνησης
Ακόμα καίνε οι παλάμες μου που κάποτε σε κράτησαν,
Μα δεν μπορώ να γυρίσω.
Πως ν΄αρνηθώ το ξεροκόμματο που μοιράσαμε είκοσι άνθρωποι,
Πως ν αρνηθώ τη μητέρα μου που καρτεράει μια κούπα φασκόμηλο,
Πως ν αρνηθώ το παιδί μας που του τάξαμε ένα χωνάκι ουρανό,
Πως ν αρνηθώ τον Νικόλα-
Τραγουδούσε μάθαμε καθώς τον πυροβολούσαν.
Να μ΄αγαπάς.
Κι όταν κάποτε ξαναγυρίσω
Βαστώντας σαν ένα μεγάλο μπόγο την καρδιά μου
Θα καθίσουμε στα φαγωμένα σκαλοπάτια.
Δεν σ΄αρέσουν πια τα ροζιασμένα μου χέρια – θα πω.
Θα χαμογελάσεις και θα σφίξεις τα χέρια μου.
Έν΄άστρο θα κουδουνίζει στο βρεγμένο ουρανό.
Μπορεί
και να κλάψω
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Loreley
Περιβόητο μέλος
Σκέψου η ζωή να τραβάει το δρόμο της,
και συ να λείπεις,
να 'ρχονται οι Άνοιξες με πολλά διάπλατα παράθυρα,
και συ να λείπεις,
να 'ρχονται τα κορίτσια στα παγκάκια του κήπου με χρωματιστά φορέματα,
και συ να λείπεις,
οι νέοι να κολυμπάνε το μεσημέρι,
και συ να λείπεις,
Ενα ανθισμένο δέντρο να σκύβει στο νερό,
πολλές σημαίες ν' ανεμίζουν στα μπαλκόνια,
και συ να λείπεις,
Κι ύστερα ένα κλειδί να στρίβει
η κάμαρα να 'ναι σκοτεινή,
δυο στόματα να φιλιούνται στον ίσκιο,
και συ να λείπεις,
Σκέψου δυο χέρια να σφίγγονται,
και σένανε να σου λείπουν τα χέρια,
δυο κορμιά να παίρνονται,
και συ να κοιμάσαι κάτου απ' το χώμα,
και τα κουμπιά του σακακιού σου ν' αντέχουν πιότερο από σένα
κάτου απ' το χώμα,
κι η σφαίρα η σφηνωμένη στην καρδιά σου να μη λιώνει
Οταν η καρδιά σου,
που τόσο αγάπησε τον κόσμο,
θα 'χει λιώσει.
Να λείπεις- δεν είναι τίποτα να λείπεις.
Αν έχεις λείψει για ό,τι πρέπει,
θα 'σαι για πάντα μέσα σ' όλα εκείνα που γι' αυτά έχεις λείψει,
θα 'σαι για πάντα μέσα σ' όλο τον κόσμο...
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
danopfin95
Εκκολαπτόμενο μέλος
Έτσι μικρό ήταν τ’ όνειρό μας.
Μα τούτο τ’ όνειρο ήταν τ’ όνειρο
όλων των πεινασμένων και των αδικημένων.
Κι οι πεινασμένοι ήταν πολλοί
κι οι αδικημένοι ήταν πολλοί
και τ’ όνειρο μεγάλωνε σιγά σιγά.
Μεγάλωνε πάντοτε
το ίδιο στρογγυλό σαν το ψωμί
και το ίδιο στρογγυλό και σαν τον ήλιο
και το ίδιο στρογγυλό και σαν τη γη
και το ίδιο στρογγυλό σαν τον ορίζοντα.
Ετούτο τ’ όνειρο των πεινασμένων,
τ’ όνειρο των αδικημένων
όλου του κόσμου.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Σεμινάρια δημιουργικής σιωπής
μ' έναν καθηγητή-κάτοπτρο -
γριφώδες πρωτόλειο
μαθητευόμενου ερημίτη -
δεν θα πονώ, δεν θα χαίρομαι
θα 'μαι από φώσφορο σκιάς -
τις πιο λευκές μου σελίδες
θα τις πουλήσω σε ληστή πλανόδιο.
Ποιητής: Στρατής Πασχάλης
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Βλα
Πολύ δραστήριο μέλος
Τι είναι ελευθερία;
Μια τρύπα στο συρματόπλεγμα
ο γλάρος Ιωνάθαν
η βόλτα στη βροχή
ό,τι χωρίς αντάλλαγμα
το χιόνι
το χνώτο του μικρού Σταύρου
τα φεγγαρόφωτα του νου
ο λύκος της στέπας
το ουρλιαχτό της ζωής και του θανάτου.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
ΨΑΡΑΚΙ1993
Πολύ δραστήριο μέλος
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Χωρίς περίσκεψιν, χωρίς λύπην, χωρίς αιδώ
μεγάλα κ’ υψηλά τριγύρω μου έκτισαν τείχη.
Και κάθομαι και απελπίζομαι τώρα εδώ.
Άλλο δεν σκέπτομαι: τον νουν μου τρώγει αυτή η τύχη·
διότι πράγματα πολλά έξω να κάμω είχον.
A όταν έκτιζαν τα τείχη πώς να μην προσέξω.
Aλλά δεν άκουσα ποτέ κρότον κτιστών ή ήχον.
Aνεπαισθήτως μ’ έκλεισαν από τον κόσμον έξω.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Just a sweetie!!
Εκκολαπτόμενο μέλος
μα οι σιωπηλές χειρονομίες του ηλιοβασιλέματος…
σαν ένας θεός που τον ξέχασαν κι από το βάθος του χρόνου
καλούσε βοήθεια.
O ουρανός αμίλητος και σταχτύς
το ίδιο αδιάφορος και για τους νικητές και για τους νικημένους.
Eίδες ποτέ σου μες στα μάτια των νικημένων στρατιώτων
την πικρή θέληση να ζήσουν!
Η δυστυχία σε κάνει πάντα να αναβάλεις – έφυγε η ζωή.
οι φίλοι είχαν χαθεί
κι οι εχθροί ήταν μικρόψυχοι για να μπορείς να τρέφεσαι απ’ το μίσος σου…
…και τα μάτια σου βουρκώνουν, θαμπωμένα ξαφνικά
απο τους παλιούς λησμονημένους θεούς και τις παντοδύναμες
παιδικές ευπιστίες…
Πάνω στα υγρά τσαλακωμένα σεντόνια μαραίνονταν το γέλιο
των αγέννητων παιδιών…
και σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι
και δεν παίρνει τίποτα ο ένας απ’ τον άλλον.
Γιατί ο έρωτας είναι ο πιο δύσκολος δρόμος να γνωριστούν.
Γιατί οι άνθρωποι, σύντροφε, ζουν απο τη στιγμή
που βρίσκουν μια θέση
στη ζωή των άλλων.
Kαι τότε κατάλαβες γιατί οι απελπισμένοι
γίνονται οι πιό καλοί επαναστάτες.
Και μένουμε ανυπεράσπιστοι ξαφνικά, σαν ένα νικητή
μπροστά στο θάνατο
ή ένα νικημένον αντίκρυ στην αιωνιότητα…
Mεγάλες λέξεις δε λέγαν πια τίποτα και τις πετούσαν στους
οχετούς.
Α, εσύ δεν είδες ποτέ το ίδιο το χέρι σου να σε σημαδεύει αλύπητα
απ’ το βάθος των περασμένων.
…Θέ μου πόσο ήταν όμορφη
σαν ένα φωτισμένο δέντρο μια παλιά νύχτα των Xριστουγέννων…
Συχώρα με, αγάπη μου, που ζούσα πριν να σε γνωρίσω.
Μισώ τα μάτια μου που πια δεν καθρεφτίζουν τό χαμόγελό σου…
Η πλατεία θα μείνει έρημη
σα μια ζωή που όλα τάδωσε, κι όταν ζήτησε κι αυτή
λίγη επιείκεια
της την αρνήθηκαν.
Χωρίς όνειρα να μας ξεγελάσουνε και δίχως φίλους πιά
να μας προδώσουν…
Γιατί οι άνθρωποι υπάρχουν απ’ τη στιγμή που βρίσκουνε
μια θέση
στη ζωή των άλλων.
Ή
ένα θάνατο
για τη ζωή των άλλων…
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
ΨΑΡΑΚΙ1993
Πολύ δραστήριο μέλος
Θα πενθώ πάντα -μ' ακούς;- για σένα,
μόνος, στον Παράδεισο
Ι
Θα γυρίσει αλλού τις χαρακιές
Της παλάμης, η Μοίρα, σαν κλειδούχος
Μια στιγμή θα συγκατατεθεί ο Καιρός
Πως αλλιώς, αφού αγαπιούνται οι άνθρωποι
Θα παραστήσει ο ουρανός τα σωθικά μας
Και θα χτυπήσει τον κόσμο η αθωότητα
Με το δριμύ του μαύρου του θανάτου.
II
Πενθώ τον ήλιο και πενθώ τα χρόνια που έρχονται
Χωρίς εμάς και τραγουδώ τ' άλλα που πέρασαν
Εάν είναι αλήθεια
Μιλημένα τα σώματα και οι βάρκες που έκρουσαν γλυκά
Οι κιθάρες που αναβόσβησαν κάτω από τα νερά
Τα «πίστεψέ με» και τα «μη»
Μια στον αέρα, μια στη μουσική
Τα δυο μικρά ζώα, τα χέρια μας
Που γύρευαν ν' ανέβουνε κρυφά το ένα στο άλλο
Η γλάστρα με το δροσαχί στις ανοιχτές αυλόπορτες
Και τα κομμάτια οι θάλασσες που ερχόντουσαν μαζί
Πάνω απ' τις ξερολιθιές, πίσω απ' τους φράχτες
Την ανεμώνα που κάθισε στο χέρι σου
Κι έτρεμε τρεις φορές το μωβ τρεις μέρες πάνω από
τους καταρράχτες
Εάν αυτά είναι αλήθεια τραγουδώ
Το ξύλινο δοκάρι και το τετράγωνο φαντό
Στον τοίχο, τη Γοργόνα με τα ξέπλεκα μαλλιά
Τη γάτα που μας κοίταξε μέσα στα σκοτεινά
Παιδί με το λιβάνι και με τον κόκκινο σταυρό
Την ώρα που βραδιάζει στων βράχων το απλησίαστο
Πενθώ το ρούχο που άγγιξα και μου ήρθε ο κόσμος.
III
Έτσι μιλώ για σένα και για μένα
Επειδή σ' αγαπώ και στην αγάπη ξέρω
Να μπαίνω σαν Πανσέληνος
Από παντού, για το μικρό το πόδι σου μες στ' αχανή σεντόνια
Να μαδάω γιασεμιά - κι έχω τη δύναμη
Αποκοιμισμένη, να φυσώ να σε πηγαίνω
Μέσ' από φεγγερά περάσματα και κρυφές της θάλασσας στοές
Υπνωτισμένα δέντρα με αράχνες που ασημίζουνε
Ακουστά σ' έχουν τα κύματα
Πως χαϊδεύεις, πως φιλάς
Πως λες ψιθυριστά το «τι» και το «ε»
Τριγύρω στο λαιμό στον όρμο
Πάντα εμείς το φως κι η σκιά
Πάντα εσύ τ' αστεράκι και πάντα εγώ το σκοτεινό πλεούμενο
Πάντα εσύ το λιμάνι κι εγώ το φανάρι το δεξιά
Το βρεμένο μουράγιο και η λάμψη επάνω στα κουπιά
Ψηλά στο σπίτι με τις κληματίδες
Τα δετά τριαντάφυλλα, το νερό που κρυώνει
Πάντα εσύ το πέτρινο άγαλμα και πάντα εγώ η σκιά που μεγαλώνει
Το γερτό παντζούρι εσύ, ο αέρας που το ανοίγει εγώ
Επειδή σ' αγαπώ και σ' αγαπώ
Πάντα εσύ το νόμισμα κι εγώ η λατρεία που το εξαργυρώνει:
Τόσο η νύχτα, τόσο η βοή στον άνεμο
Τόσο η στάλα στον αέρα, τόσο η σιγαλιά
Τριγύρω η θάλασσα η δεσποτική
Καμάρα τ' ουρανού με τ' άστρα
Τόσο η ελάχιστή σου αναπνοή
Που πια δεν έχω τίποτε άλλο
Μες στους τέσσερις τοίχους, το ταβάνι, το πάτωμα
Να φωνάζω από σένα και να με χτυπά η φωνή μου
Να μυρίζω από σένα και ν' αγριεύουν οι άνθρωποι
Επειδή το αδοκίμαστο και το απ' αλλού φερμένο
Δεν τ' αντέχουν οι άνθρωποι κι είναι νωρίς, μ' ακούς
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν αγάπη μου
Να μιλώ για σένα και για μένα.
IV
Είναι νωρίς ακόμη μες στον κόσμο αυτόν, μ' ακούς
Δεν έχουν εξημερωθεί τα τέρατα, μ' ακούς
Το χαμένο μου αίμα και το μυτερό, μ' ακούς
Μαχαίρι
Σαν κριάρι που τρέχει μες στους ουρανούς
Και των άστρων τους κλώνους τσακίζει, μ' ακούς
Είμ' εγώ, μ' ακούς
Σ' αγαπώ, μ'ακούς
Σε κρατώ και σε πάω και σου φορώ
Το λευκό νυφικό της Οφηλίας, μ' ακούς
Που μ' αφήνεις, που πας και ποιος, μ' ακούς
Σου κρατεί το χέρι πάνω απ' τους κατακλυσμούς
Οι πελώριες λιάνες και των ηφαιστείων οι λάβες
Θα 'ρθει μέρα, μ' ακούς
Να μας θάψουν, κι οι χιλιάδες ύστερα χρόνοι
Λαμπερά θα μας κάνουν πετρώματα, μ' ακούς
Να γυαλίσει επάνω τους η απονιά, μ' ακούς
Των ανθρώπων
Και χιλιάδες κομμάτια να μας ρίξει
Στα νερά ένα ένα, μ' ακούς
Τα πικρά μου βότσαλα μετρώ, μ' ακούς
Κι είναι ο χρόνος μια μεγάλη εκκλησία, μ' ακούς
Όπου κάποτε οι φιγούρες
Των Αγίων
Βγάζουν δάκρυ αληθινό, μ' ακούς
Οι καμπάνες ανοίγουν αψηλά, μ' ακούς
Ένα πέρασμα βαθύ να περάσω
Περιμένουν οι άγγελοι με κεριά και νεκρώσιμους ψαλμούς
Πουθενά δεν πάω, μ' ακούς
Ή κανείς ή κι οι δύο μαζί, μ' ακούς
Το λουλούδι αυτό της καταιγίδας και, μ' ακούς
Της αγάπης
Μια για πάντα το κόψαμε
Και δε γίνεται ν' ανθίσει αλλιώς, μ' ακούς
Σ' άλλη γη, σ' άλλο αστέρι, μ' ακούς
Δεν υπάρχει το χώμα, δεν υπάρχει ο αέρας
Που αγγίξαμε, ο ίδιος, μ' ακούς
Και κανείς κηπουρός δεν ευτύχησε σ' άλλους καιρούς
Από τόσον χειμώνα κι από τόσους βοριάδες, μ' ακούς
Να τινάξει λουλούδι, μόνο εμείς, μ' ακούς
Μες στη μέση της θάλασσας
Από μόνο το θέλημα της αγάπης, μ' ακούς
Ανεβάσαμε ολόκληρο νησί, μ' ακούς
Με σπηλιές και με κάβους κι ανθισμένους γκρεμούς
Άκου, άκου
Ποιος μιλεί στα νερά και ποιος κλαίει -ακούς;
Ποιος γυρεύει τον άλλο, ποιος φωνάζει -ακούς;
Είμ' εγώ που φωνάζω κι είμ' εγώ που κλαίω, μ' ακούς
Σ' αγαπώ, σ' αγαπώ, μ' ακούς.
V
Για σένα έχω μιλήσει σε καιρούς παλιούς
Με σοφές παραμάνες και μ' αντάρτες απόμαχους
Από τι να 'ναι που έχεις τη θλίψη του αγριμιού
Την ανταύγεια στο πρόσωπο του νερού του τρεμάμενου
Και γιατί, λέει, να μέλλει κοντά σου να 'ρθω
Που δε θέλω αγάπη αλλά θέλω τον άνεμο
Αλλά θέλω της ξέσκεπης όρθιας θάλασσας τον καλπασμό
Και για σένα κανείς δεν είχε ακούσει
Για σένα ούτε το δίκταμο ούτε το μανιτάρι
Στα μέρη τ' αψηλά της Κρήτης τίποτα
Για σένα μόνο δέχτηκε ο Θεός να μου οδηγεί το χέρι
Πιο δω, πιο κει, προσεχτικά σ' όλο το γύρο
Του γιαλού του προσώπου, τους κόλπους, τα μαλλιά
Στο λόφο κυματίζοντας αριστερά
Το σώμα σου στη στάση του πεύκου του μοναχικού
Μάτια της περηφάνιας και του διάφανου
Βυθού, μέσα στο σπίτι με το σκρίνιο το παλιό
Τις κίτρινες νταντέλες και το κυπαρισσόξυλο
Μόνος να περιμένω που θα πρωτοφανείς
Ψηλά στο δώμα ή πίσω στις πλάκες της αυλής
Με τ' άλογο του Αγίου και το αυγό της Ανάστασης
Σαν από μια τοιχογραφία καταστραμμένη
Μεγάλη όσο σε θέλησε η μικρή ζωή
Να χωράς στο κεράκι τη στεντόρεια λάμψη την ηφαιστειακή
Που κανείς να μην έχει δει και ακούσει
Τίποτα μες στις ερημιές τα ερειπωμένα σπίτια
Ούτε ο θαμμένος πρόγονος άκρη άκρη στον αυλόγυρο
Για σένα ούτε η γερόντισσα μ' όλα της τα βοτάνια
Για σένα μόνο εγώ, μπορεί και η μουσική
Που διώχνω μέσα μου αλλ' αυτή γυρίζει δυνατότερη
Για σένα το ασχημάτιστο στήθος των δώδεκα χρονώ
Το στραμμένο στο μέλλον με τον κρατήρα κόκκινο
Για σένα σαν καρφίτσα η μυρωδιά η πικρή
Που βρίσκει μες στο σώμα και που τρυπάει τη θύμηση
Και να το χώμα, να τα περιστέρια, να η αρχαία μας γη.
VI
Έχω δει πολλά και η γη μέσ' απ' το νου μου φαίνεται ωραιότερη
Ωραιότερη μες στους χρυσούς ατμούς
Η πέτρα η κοφτερή, ωραιότερα
Τα μπλάβα των ισθμών και οι στέγες μες στα κύματα
Ωραιότερες οι αχτίδες όπου δίχως να πατείς περνάς
Αήττητη όπως η Θεά της Σαμοθράκης πάνω από τα βουνά
της θάλασσας
Έτσι σ' έχω κοιτάξει που μου αρκεί
Να 'χει ο χρόνος όλος αθωωθεί
Μες στο αυλάκι που το πέρασμά σου αφήνει
Σαν δελφίνι πρωτόπειρο ν' ακολουθεί
Και να παίζει με τ' άσπρο και το κυανό η ψυχή μου!
Νίκη, νίκη όπου έχω νικηθεί
Πριν από την αγάπη και μαζί
Για τη ρολογιά και για το γκιούλ μπρισίμι
Πήγαινε, πήγαινε και ας έχω εγώ χαθεί
Μόνος, και ας είναι ο ήλιος που κρατείς ένα παιδί νεογέννητο
Μόνος, και ας είμ' εγώ η πατρίδα που πενθεί
Ας είναι ο λόγος που έστειλα να σου κρατεί δαφνόφυλλο
Μόνος, ο αέρας δυνατός και μόνος τ' ολοστρόγγυλο
Βότσαλο στο βλεφάρισμα του σκοτεινού βυθού
Ο ψαράς που ανέβασε κι έριξε πάλι πίσω στους καιρούς
τον Παράδεισο!
VII
Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα
Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ' άπατα μιαν ηχώ
Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό
Και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο.
Οδυσσέας Ελύτης
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
parafernalia
Περιβόητο μέλος
Γυναίκες Κολασμένες
Σαν κοπάδι σκεφτικό στην άμμο πλαγιασμένες,
Γυρίζουν τα μάτια τους προς τους θαλασσινούς ορίζοντες,
Τα πόδια τους αναζητιούνται και τα χέρια τους σμίγουν,
Έχουν λιγώματα γλυκά κι ανατριχιάσματα πικρά.
Οι πρώτες, καρδιές ερωτευμένες με τις ατέρμονες εξομολογήσεις
Στην καρδιά των ανθόκηπων όπου τα ρυάκια φλυαρούν,
Πορεύονται συλλαβίζοντας τον εφηβικό φοβισμένο έρωτα
Και σκαλίζουν τον τρυφερό κορμό των νεαρών θάμνων
Οι άλλες σαν αδερφές, περπατούν σιγανές και σοβαρές
Ανάμεσα στους βράχους, τους οπτασίες γεμάτους,
Εκεί που ο Άγιος Αντώνιος είδε ν’ αναφύονται σα λάβες
Τα γυμνά πορφυρόχρωμα στήθη των πειρασμών του
Υπάρχουν άλλες, στις λάμψεις των ετοιμόρροπων δαδιών,
Που μέσα στο βουβό κοίλωμα των παλιών ειδωλολατρικών σπηλιών
Σε καλούν για βοήθεια ουρλιάζοντας απ' τους πυρετούς,
Ω Βάκχε, βαυκαλιστή των προαιώνιων τύψεων!
Κι άλλες, που το στήθος τους αγαπά τα ωμοφόρια,
Που αποκρύβοντας μαστίγιο κάτω απ’ τα μακριά τους ρούχα
Ανακατεύουν, μες στο σκοτεινό δάσος και τις μοναχικές νύχτες,
Τον αφρό της ηδονής με δάκρυα οδύνης σφοδρής.
Ω παρθένες, ω δαίμονες, ω τέρατα, ω μάρτυρες
Της πραγματικότητας μεγάλα πνεύματα περιφρονητικά,
Ερευνήτριες του απείρου, νυμφομανείς και θρησκόληπτες,
Άλλοτε γεμάτες κραυγές, άλλοτε γεμάτες δάκρυα,
Εσείς που μες στην κόλασή σας η ψυχή μου κυνήγησε,
Φτωχές αδερφές, σας αγαπώ όσο σας συμπονώ,
Για τις σκοτεινές οδύνες σας, την άσβηστη δίψα σας,
Και για τις υδρίες αγάπης που περιέχουν οι μεγάλες καρδιές σας!
Baudelaire Charles - "Άνθη του Κακού"
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Deutsch... Lover
Επιφανές μέλος
Μια πόλις άλλη θα βρεθεί καλλίτερη από αυτή.
Κάθε προσπάθεια μου μια καταδίκη είναι γραφτή·
κ’ είν’ η καρδιά μου — σαν νεκρός — θαμένη.
Ο νους μου ως πότε μες στον μαρασμόν αυτόν θα μένει.
Όπου το μάτι μου γυρίσω, όπου κι αν δω
ερείπια μαύρα της ζωής μου βλέπω εδώ,
που τόσα χρόνια πέρασα και ρήμαξα και χάλασα.»
Καινούριους τόπους δεν θα βρεις, δεν θάβρεις άλλες θάλασσες.
Η πόλις θα σε ακολουθεί. Στους δρόμους θα γυρνάς
τους ίδιους. Και στες γειτονιές τες ίδιες θα γερνάς·
και μες στα ίδια σπίτια αυτά θ’ ασπρίζεις.
Πάντα στην πόλι αυτή θα φθάνεις. Για τα αλλού — μη ελπίζεις—
δεν έχει πλοίο για σε, δεν έχει οδό.
Έτσι που τη ζωή σου ρήμαξες εδώ
στην κώχη τούτη την μικρή, σ’ όλην την γη την χάλασες.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 11 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Χρήστες Βρείτε παρόμοια
-
Τα παρακάτω 0 μέλη και 2 επισκέπτες διαβάζουν μαζί με εσάς αυτό το θέμα:Tα παρακάτω 143 μέλη διάβασαν αυτό το θέμα:
- Μήτσος10
- Reader
- Kate1914
- giannhs2001
- nearos
- Εριφύλη
- Joji
- jellojina
- charmander
- rafaela11
- Indiana Jones
- kamekiwii23
- Memetchi
- kiyoshi
- Δροσουλίτης
- Emmanouela.
- KORA
- Euge.loukia
- roumana
- προσωπομπουκ
- Scandal
- hirasawayui
- troll4laif
- Athens2002
- Libertus
- ιμοτζι
- Isida
- SlimShady
- louminis
- chester20080
- Viedo
- Unboxholics
- Hooponopono
- nicole1982
- Mt73
- snowy
- Χρυσάφη Μελίτου
- sunsetpp
- m.kannavia3
- Darkking
- Νομάρχης
- ManinaK
- orchidea
- tsiobieman
- jj!
- Ace of Spades
- T C
- User0
- harry akritas
- EiriniS20
- kogba
- Βλα
- Darkirenit
- Εχέμυθη
- Alma Libre
- anathimatikos
- Griff
- Μάρκος Βασίλης
- Τάσος97
- GiorgosAsi
- Έμμα
- Jocaste
- Ελαφίνα
-
Φορτώνει...
-
Το forum μας χρησιμοποιεί cookies για να βελτιστοποιήσει την εμπειρία σας.
Συνεχίζοντας την περιήγησή σας, συναινείτε στη χρήση cookies στον περιηγητή σας.