Madrugada*
Πολύ δραστήριο μέλος
Η Madrugada* αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 808 μηνύματα.
26-04-11
19:32
Συνεχίζω με Δημουλά:
ΑΓΓΕΛΙΕΣ
Διατίθεται απόγνωσις
εις αρίστην καταστασιν,
και ευρύχωρον αδιέξοδον.
Ανεκμετάλλευτον και εύκαρπον
έδαφος πωλείται
ελλείψει τύχης και διαθέσεως.
Και χρόνος
αμεταχείριστος εντελώς.
Πληροφορίαι: Αδιέξοδον.
Ώρα: Πάσα.
~~~
Με ρωτάει ο καιρός
από που θέλω να περάσει
που ακριβώς τονίζομαι
στο γέρνω ή στο γερνώ.
Αστειότητες.
Κανένα τέλος δεν γνωρίζει ορθογραφία.
Από τις "Απροσδοκίες"
ΑΓΓΕΛΙΕΣ
Διατίθεται απόγνωσις
εις αρίστην καταστασιν,
και ευρύχωρον αδιέξοδον.
Ανεκμετάλλευτον και εύκαρπον
έδαφος πωλείται
ελλείψει τύχης και διαθέσεως.
Και χρόνος
αμεταχείριστος εντελώς.
Πληροφορίαι: Αδιέξοδον.
Ώρα: Πάσα.
~~~
Με ρωτάει ο καιρός
από που θέλω να περάσει
που ακριβώς τονίζομαι
στο γέρνω ή στο γερνώ.
Αστειότητες.
Κανένα τέλος δεν γνωρίζει ορθογραφία.
Από τις "Απροσδοκίες"
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Madrugada*
Πολύ δραστήριο μέλος
Η Madrugada* αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 808 μηνύματα.
05-10-10
05:45
Τάσος Λειβαδίτης - αγαπημένα μου αποσπάσματα από διάφορες ποιητικές του συλλογές
Άνθρωποι που πέρασαν τη ζωή τους ρυθμισμένα και ήρεμα,
ανάμεσα σε ώρες εργασίας και αμίλητα συζυγικά νεκρόδειπνα.
Λίγος καφές στο τέλος του φαγητού για τη χώνεψη,
λίγα όνειρα για το φόβο της καρδιοπάθειας,
λίγη ελεημοσύνη για τη σωτηρία της ψυχής.
Ώσπου μια νύχτα,σηκώνονται στη μέση του δείπνου ξαφνικά
από συνήθεια,μάλιστα,παίρνουν και το καπέλλο τους-
και χάνονται.Που πάνε;Κανείς δεν ξέρει.Μα η δίψα τους καίει
κι η απόγνωση μεγαλώνει τους ορίζοντες.
Έτσι σκέφτηκαν,δηλαδή,να κάνουνε για μια στιγμή.
Ύστερα πέρασε.Σκουπίζουνε το λίγο ιδρώτα πλάι στη μύτη
και μπαίνουν αθόρυβα στην κρεββατοκάμαρα.Ενώ στο διάδρομο
μένει μονάχο,πάνω στην καρέκλα,το καπέλλο
σαν το πικρό ανάχωμα ενός τάφου,
που σκέπασε βαρειά κι ανέκκλητα
όλη τη ζωή τους.
Aγιότητα
Hμερολόγιο ήσυχο στον τοίχο, μια ημερομηνία κι οι άγιοι σιωπηλοί, χλωμοί κι αναμάρτητοι, σημειωμένοι μόνο με το μικρό τους όνομα, όπως τους φώναζε η μητέρα τους.
Kύριε, κανείς δεν ήθελε να μεγαλώσει.
Δειλινό
Λεπτομέρειες ασήμαντες που κάνουν πιο οδυνηρές τις αναμνήσεις
και τα χρόνια μας, βαλσαμωμένα πουλιά, μας κοιτάζουν τώρα με μάτια ξένα –
αλλά κι εγώ ποιος ήμουν; ένας πρίγκηπας του τίποτα
ένας τρελός για επαναστάσεις κι άλλα πράγματα χαμένα
και κάθε που χτυπούσαν οι καμπάνες ένιωθα να κινδυνεύει η ανθρωπότητα
κι έτρεχα να τη σώσω.
Κι όταν ένα παιδί κοιτάει μʼ έκσταση το δειλινό, είναι που αποθηκεύει θλίψεις για το μέλλον.
Η μητέρα μου πέθανε
η αγαπημένη μου έφυγε
οι σύντροφοι με προδώσανε
τα χρόνια περάσανε
τώρα μπορώ να κοιμάμαι ήσυχος
Όλα έγιναν.
O ουρανός αμίλητος και σταχτύς
το ίδιο αδιάφορος και για τους νικητές και για τους νικημένους.
Eίδες ποτέ σου μες στα μάτια των νικημένων στρατιώτων
την πικρή θέληση να ζήσουν!
Η δυστυχία σε κάνει πάντα να αναβάλεις – έφυγε η ζωή.
οι φίλοι είχαν χαθεί
κι οι εχθροί ήταν μικρόψυχοι για να μπορείς να τρέφεσαι απʼ το μίσος σου…
…και τα μάτια σου βουρκώνουν, θαμπωμένα ξαφνικά
απο τους παλιούς λησμονημένους θεούς και τις παντοδύναμες
παιδικές ευπιστίες…
Πάνω στα υγρά τσαλακωμένα σεντόνια μαραίνονταν το γέλιο
των αγέννητων παιδιών…
και σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι
και δεν παίρνει τίποτα ο ένας απʼ τον άλλον.
Γιατί ο έρωτας είναι ο πιο δύσκολος δρόμος να γνωριστούν.
Γιατί οι άνθρωποι, σύντροφε, ζουν απο τη στιγμή
που βρίσκουν μια θέση
στη ζωή των άλλων.
Kαι τότε κατάλαβες γιατί οι απελπισμένοι
γίνονται οι πιό καλοί επαναστάτες.
Και μένουμε ανυπεράσπιστοι ξαφνικά, σαν ένα νικητή
μπροστά στο θάνατο
ή ένα νικημένον αντίκρυ στην αιωνιότητα
Αλλά δε θα ξεχάσω ποτέ μια νύχτα σʼ εκείνη
τη μεγάλη εξέγερση, οι τραυματιοφορείς μʼ ακούμπησαν για μια στιγμή
κάτω και τότε κοίταξα ταʼ άστρα, θεέ μου, πως έλαμπαν,
και ξαφνικά δε μʼ ένοιαζε που είχαμε νικηθεί, «όλο το άπειρο είναι
δικό μας», είπα μέσα μου κι έκανα όρκο να φέρω ως το τέλος το
πεπρωμένο μου.
Θυμάμαι παιδί που έγραψα τον πρώτο στίχο μου.
Από τότε ξέρω οτι δε θα πεθάνω ποτέ-
αλλά θα πεθαίνω κάθε μέρα
Κι ίσως θα πρέπει να χαθείς
ολότελα
για να μάθεις κάποτε ποιός είσαι...
Οι αναμνήσεις μας πηγαίνουν πιο μακριά απ'αυτά που ζήσαμε.
κι εγώ ένας αρχαίος διαβάτης που χάνεται στο βάθος.
Σ΄αναζητάω
σαν τον τυφλό που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας
σ΄ένα σπίτι που ΄πιασε φωτιά.
Κύριε, αδίκησες τους ποιητές δίνοντας τους μόνο ένα κόσμο,
Κι όταν πεθάνω θαʼ θελα να με θάψουν σʼ ένα σωρό από φύλλα
Ημερολογίου
Για να πάρω και το χρόνο μαζί μου.
Κι ίσως ο,τι μείνει από μας ναʼ ναι στην άκρη του δρόμου μας
Ένα μικρό μη με λησμόνει
Εφηβεία
Είναι κάτι βράδια που μόνον ένας στεναγμός μας χωρίζει απʼ τον Παράδεισο
κι άλλοτε ανατέλλει η σελήνη απ΄το λόφο σα μεγάλη ευτυχία
περοπλανήσεις στη νύχτα κι οι γρίλιες απ΄όπου μισοείδαμε το εσώ-
ρουχο μιας γυναίκας που κοιμόταν
κι άξαφνα στη στροφή του δρόμου η θλίψη ενός φανοστάτη μας
πλημμύριζε με δάκρυα.
Κανείς δε μας περίμενε όταν γυρίσαμε
Συχνά γονάτιζε και μου φιλούσε τα πόδια κι έκλαιγε
αλλά ήταν στιγμές, μες το χαμηλωμένο φως της κάμαρας
που βλεπα μες στα μάτια του ένα πόνο αόριστο και
τρομαχτικό
Σαν να θελε να με ρίξει στο κρεβάτι ενός άλλου –όχι,
όχι για την αμαρτία
αλλά για να συντρίψει μέσα του αυτό το πνιγηρό αίσθημα
της ιδιοκτησίας
που τον υποδούλωνε σε μένα.
Άνθρωποι που πέρασαν τη ζωή τους ρυθμισμένα και ήρεμα,
ανάμεσα σε ώρες εργασίας και αμίλητα συζυγικά νεκρόδειπνα.
Λίγος καφές στο τέλος του φαγητού για τη χώνεψη,
λίγα όνειρα για το φόβο της καρδιοπάθειας,
λίγη ελεημοσύνη για τη σωτηρία της ψυχής.
Ώσπου μια νύχτα,σηκώνονται στη μέση του δείπνου ξαφνικά
από συνήθεια,μάλιστα,παίρνουν και το καπέλλο τους-
και χάνονται.Που πάνε;Κανείς δεν ξέρει.Μα η δίψα τους καίει
κι η απόγνωση μεγαλώνει τους ορίζοντες.
Έτσι σκέφτηκαν,δηλαδή,να κάνουνε για μια στιγμή.
Ύστερα πέρασε.Σκουπίζουνε το λίγο ιδρώτα πλάι στη μύτη
και μπαίνουν αθόρυβα στην κρεββατοκάμαρα.Ενώ στο διάδρομο
μένει μονάχο,πάνω στην καρέκλα,το καπέλλο
σαν το πικρό ανάχωμα ενός τάφου,
που σκέπασε βαρειά κι ανέκκλητα
όλη τη ζωή τους.
~~~
Aγιότητα
Hμερολόγιο ήσυχο στον τοίχο, μια ημερομηνία κι οι άγιοι σιωπηλοί, χλωμοί κι αναμάρτητοι, σημειωμένοι μόνο με το μικρό τους όνομα, όπως τους φώναζε η μητέρα τους.
Kύριε, κανείς δεν ήθελε να μεγαλώσει.
Δειλινό
Λεπτομέρειες ασήμαντες που κάνουν πιο οδυνηρές τις αναμνήσεις
και τα χρόνια μας, βαλσαμωμένα πουλιά, μας κοιτάζουν τώρα με μάτια ξένα –
αλλά κι εγώ ποιος ήμουν; ένας πρίγκηπας του τίποτα
ένας τρελός για επαναστάσεις κι άλλα πράγματα χαμένα
και κάθε που χτυπούσαν οι καμπάνες ένιωθα να κινδυνεύει η ανθρωπότητα
κι έτρεχα να τη σώσω.
Κι όταν ένα παιδί κοιτάει μʼ έκσταση το δειλινό, είναι που αποθηκεύει θλίψεις για το μέλλον.
~~~
Η μητέρα μου πέθανε
η αγαπημένη μου έφυγε
οι σύντροφοι με προδώσανε
τα χρόνια περάσανε
τώρα μπορώ να κοιμάμαι ήσυχος
Όλα έγιναν.
~~~
O ουρανός αμίλητος και σταχτύς
το ίδιο αδιάφορος και για τους νικητές και για τους νικημένους.
Eίδες ποτέ σου μες στα μάτια των νικημένων στρατιώτων
την πικρή θέληση να ζήσουν!
Η δυστυχία σε κάνει πάντα να αναβάλεις – έφυγε η ζωή.
οι φίλοι είχαν χαθεί
κι οι εχθροί ήταν μικρόψυχοι για να μπορείς να τρέφεσαι απʼ το μίσος σου…
…και τα μάτια σου βουρκώνουν, θαμπωμένα ξαφνικά
απο τους παλιούς λησμονημένους θεούς και τις παντοδύναμες
παιδικές ευπιστίες…
Πάνω στα υγρά τσαλακωμένα σεντόνια μαραίνονταν το γέλιο
των αγέννητων παιδιών…
και σμίγουν και χωρίζουν οι άνθρωποι
και δεν παίρνει τίποτα ο ένας απʼ τον άλλον.
Γιατί ο έρωτας είναι ο πιο δύσκολος δρόμος να γνωριστούν.
Γιατί οι άνθρωποι, σύντροφε, ζουν απο τη στιγμή
που βρίσκουν μια θέση
στη ζωή των άλλων.
Kαι τότε κατάλαβες γιατί οι απελπισμένοι
γίνονται οι πιό καλοί επαναστάτες.
Και μένουμε ανυπεράσπιστοι ξαφνικά, σαν ένα νικητή
μπροστά στο θάνατο
ή ένα νικημένον αντίκρυ στην αιωνιότητα
~~~
Αλλά δε θα ξεχάσω ποτέ μια νύχτα σʼ εκείνη
τη μεγάλη εξέγερση, οι τραυματιοφορείς μʼ ακούμπησαν για μια στιγμή
κάτω και τότε κοίταξα ταʼ άστρα, θεέ μου, πως έλαμπαν,
και ξαφνικά δε μʼ ένοιαζε που είχαμε νικηθεί, «όλο το άπειρο είναι
δικό μας», είπα μέσα μου κι έκανα όρκο να φέρω ως το τέλος το
πεπρωμένο μου.
~~~
Θυμάμαι παιδί που έγραψα τον πρώτο στίχο μου.
Από τότε ξέρω οτι δε θα πεθάνω ποτέ-
αλλά θα πεθαίνω κάθε μέρα
~~~
Κι ίσως θα πρέπει να χαθείς
ολότελα
για να μάθεις κάποτε ποιός είσαι...
~~~
Οι αναμνήσεις μας πηγαίνουν πιο μακριά απ'αυτά που ζήσαμε.
κι εγώ ένας αρχαίος διαβάτης που χάνεται στο βάθος.
~~~
Σ΄αναζητάω
σαν τον τυφλό που ψάχνει να βρει το πόμολο της πόρτας
σ΄ένα σπίτι που ΄πιασε φωτιά.
~~~
Κύριε, αδίκησες τους ποιητές δίνοντας τους μόνο ένα κόσμο,
Κι όταν πεθάνω θαʼ θελα να με θάψουν σʼ ένα σωρό από φύλλα
Ημερολογίου
Για να πάρω και το χρόνο μαζί μου.
Κι ίσως ο,τι μείνει από μας ναʼ ναι στην άκρη του δρόμου μας
Ένα μικρό μη με λησμόνει
~~~
Εφηβεία
Είναι κάτι βράδια που μόνον ένας στεναγμός μας χωρίζει απʼ τον Παράδεισο
κι άλλοτε ανατέλλει η σελήνη απ΄το λόφο σα μεγάλη ευτυχία
περοπλανήσεις στη νύχτα κι οι γρίλιες απ΄όπου μισοείδαμε το εσώ-
ρουχο μιας γυναίκας που κοιμόταν
κι άξαφνα στη στροφή του δρόμου η θλίψη ενός φανοστάτη μας
πλημμύριζε με δάκρυα.
Κανείς δε μας περίμενε όταν γυρίσαμε
~~~
Συχνά γονάτιζε και μου φιλούσε τα πόδια κι έκλαιγε
αλλά ήταν στιγμές, μες το χαμηλωμένο φως της κάμαρας
που βλεπα μες στα μάτια του ένα πόνο αόριστο και
τρομαχτικό
Σαν να θελε να με ρίξει στο κρεβάτι ενός άλλου –όχι,
όχι για την αμαρτία
αλλά για να συντρίψει μέσα του αυτό το πνιγηρό αίσθημα
της ιδιοκτησίας
που τον υποδούλωνε σε μένα.
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Madrugada*
Πολύ δραστήριο μέλος
Η Madrugada* αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 808 μηνύματα.
16-09-10
06:41
Ώστε θέλεις να γίνεις συγγραφέας;
αν δεν ξεχύνεται από μέσα σου
ενάντια σ' όλα τ' άλλα,
μην το κάνεις.
αν δεν έρχεται, χωρίς καν να το 'χεις ζητήσει, από την
καρδιά σου και το μυαλό σου και το στόμα σου
και τα σπλάχνα σου,
μην το κάνεις.
αν χρειάζεται να κάτσεις για ώρες
κοιτάζοντας την οθόνη του υπολογιστή σου
ή να καμπουριάζεις πάνω από τη
γραφομηχανή σου
ψάχνοντας για τις λέξεις,
μην το κάνεις.
αν το κάνεις για τα λεφτά ή
τη δόξα,
μην το κάνεις.
αν το κάνεις γιατί θέλεις
γυναίκες στο κρεβάτι σου,
μην το κάνεις.
αν χρειάζεται να κάθεσαι και
να γράφεις ξανά και ξανά τα ίδια,
μην το κάνεις.
αν σου είναι δύσκολο και μόνο να σκέφτεσαι ότι θα το κάνεις,
μην το κάνεις.
αν προσπαθείς να γράψεις σαν κάποιον
άλλο,
καλύτερα ξέχνα το.
αν χρειάζεται να περιμένεις μέχρι να ουρλιάξει από
μέσα σου,
τότε περίμενε υπομονετικά.
κι αν δεν ουρλιάξει ποτέ από μέσα σου,
κάνε κάτι άλλο.
αν πρέπει πρώτα να το διαβάσεις στη γυναίκα σου
ή στη φιλενάδα ή στον φίλο σου
ή στους γονείς σου ή σε οποιονδήποτε,
τότε δεν είσαι έτοιμος.
μην είσαι σαν τόσους άλλους συγγραφείς,
μην είσαι σαν τόσες άλλες χιλιάδες
ανθρώπους που αυτοαποκαλούνται συγγραφείς,
μην είσαι πληκτικός και βαρετός και
ξιπασμένος, μην κατατρώγεσαι από την αυτο-
λατρεία σου.
οι βιβλιοθήκες του κόσμου
χασμουριούνται
από τη νύστα
μπροστά στο είδος σου.
μην προσθέτεις σε αυτό.
μην το κάνεις.
αν δεν βγαίνει από
την ψυχή σου σαν ρουκέτα,
αν το να μείνεις ήσυχος δεν
σε φέρνει στην τρέλα ή
την αυτοκτονία ή τον φόνο,
μην το κάνεις.
αν ο μέσα σου ήλιος
δεν σου καίει τα σπλάχνα,
μην το κάνεις.
όταν θα 'ναι στ' αλήθεια η ώρα,
και αν είσαι ο εκλεκτός,
θα συμβεί από
μόνο του και θα συνεχίσει να συμβαίνει
μέχρι που θα πεθάνεις ή που θα πεθάνει μέσα σου
αυτό.
δεν υπάρχει άλλο τρόπος.
και ποτέ δεν υπήρξε.
Charles Bukowski
αν δεν ξεχύνεται από μέσα σου
ενάντια σ' όλα τ' άλλα,
μην το κάνεις.
αν δεν έρχεται, χωρίς καν να το 'χεις ζητήσει, από την
καρδιά σου και το μυαλό σου και το στόμα σου
και τα σπλάχνα σου,
μην το κάνεις.
αν χρειάζεται να κάτσεις για ώρες
κοιτάζοντας την οθόνη του υπολογιστή σου
ή να καμπουριάζεις πάνω από τη
γραφομηχανή σου
ψάχνοντας για τις λέξεις,
μην το κάνεις.
αν το κάνεις για τα λεφτά ή
τη δόξα,
μην το κάνεις.
αν το κάνεις γιατί θέλεις
γυναίκες στο κρεβάτι σου,
μην το κάνεις.
αν χρειάζεται να κάθεσαι και
να γράφεις ξανά και ξανά τα ίδια,
μην το κάνεις.
αν σου είναι δύσκολο και μόνο να σκέφτεσαι ότι θα το κάνεις,
μην το κάνεις.
αν προσπαθείς να γράψεις σαν κάποιον
άλλο,
καλύτερα ξέχνα το.
αν χρειάζεται να περιμένεις μέχρι να ουρλιάξει από
μέσα σου,
τότε περίμενε υπομονετικά.
κι αν δεν ουρλιάξει ποτέ από μέσα σου,
κάνε κάτι άλλο.
αν πρέπει πρώτα να το διαβάσεις στη γυναίκα σου
ή στη φιλενάδα ή στον φίλο σου
ή στους γονείς σου ή σε οποιονδήποτε,
τότε δεν είσαι έτοιμος.
μην είσαι σαν τόσους άλλους συγγραφείς,
μην είσαι σαν τόσες άλλες χιλιάδες
ανθρώπους που αυτοαποκαλούνται συγγραφείς,
μην είσαι πληκτικός και βαρετός και
ξιπασμένος, μην κατατρώγεσαι από την αυτο-
λατρεία σου.
οι βιβλιοθήκες του κόσμου
χασμουριούνται
από τη νύστα
μπροστά στο είδος σου.
μην προσθέτεις σε αυτό.
μην το κάνεις.
αν δεν βγαίνει από
την ψυχή σου σαν ρουκέτα,
αν το να μείνεις ήσυχος δεν
σε φέρνει στην τρέλα ή
την αυτοκτονία ή τον φόνο,
μην το κάνεις.
αν ο μέσα σου ήλιος
δεν σου καίει τα σπλάχνα,
μην το κάνεις.
όταν θα 'ναι στ' αλήθεια η ώρα,
και αν είσαι ο εκλεκτός,
θα συμβεί από
μόνο του και θα συνεχίσει να συμβαίνει
μέχρι που θα πεθάνεις ή που θα πεθάνει μέσα σου
αυτό.
δεν υπάρχει άλλο τρόπος.
και ποτέ δεν υπήρξε.
Charles Bukowski
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Madrugada*
Πολύ δραστήριο μέλος
Η Madrugada* αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 808 μηνύματα.
16-09-10
05:08
Νικηφόρος Βρεττάκος - Το παιδί με τη σάλπιγγα
Αν μπορούσες να ακουστείς
θα σου έδινα την Ψυχή μου
να την πας ως την άκρη του Κόσμου.
Να την κάνεις περιπατητικό αστέρι,
ή ξύλα αναμμένα για τα Χριστούγεννα
στο τζάκι του Νέγρου,
ή του Έλληνα χωρικού.
Να την κάμεις ανθισμένη μηλιά
στα παράθυρα των φυλακισμένων..
Εγώ μπορεί να μην υπάρχω ως αύριο.
Αν μπορούσες να ακουστείς
θα σου έδινα την Ψυχή μου
να την κάνεις τις νύχτες
ορατές νότες, έγχρωμες,
στον αέρα του κόσμου...
Να την κάνεις αγάπη!
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 13 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.
Madrugada*
Πολύ δραστήριο μέλος
Η Madrugada* αυτή τη στιγμή δεν είναι συνδεδεμένη. Μας γράφει απο Θεσσαλονίκη (Θεσσαλονίκη). Έχει γράψει 808 μηνύματα.
20-01-10
23:08
Στον Παράδεισο έχω σημαδέψει ένα νησί
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα
Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ' άπατα μιαν ηχώ
Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό
Και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο.
Οδυσσέας Eλύτης
Απαράλλαχτο εσύ κι ένα σπίτι στη θάλασσα
Με κρεβάτι μεγάλο και πόρτα μικρή
Έχω ρίξει μες στ' άπατα μιαν ηχώ
Να κοιτάζομαι κάθε πρωί που ξυπνώ
Να σε βλέπω μισή να περνάς στο νερό
Και μισή να σε κλαίω μες στον Παράδεισο.
Οδυσσέας Eλύτης
Σημείωση: Το μήνυμα αυτό γράφτηκε 14 χρόνια πριν. Ο συντάκτης του πιθανόν να έχει αλλάξει απόψεις έκτοτε.